Ο Αϊνστάιν όρισε την τρέλα ως «το να κάνεις συνέχεια το ίδιο πράγμα και να περιμένεις διαφορετικό αποτέλεσμα». Σύμφωνα με αυτή την ρήση, και διαβάζοντας την ομιλία του για την αναμόρφωση των δρόμων και των λιμανιών της Βρετανίας, ο Ντέιβιντ Κάμερον είναι τρελός. Γενικά δεν είμαι αγενής, ούτε κάνω προσωπικές επιθέσεις. Αν όμως ο Πρωθυπουργός πιστεύει ειλικρινά ότι μπορεί να κάνει ότι έκαναν οι προκάτοχοί του τις δυο τελευταίες δεκαετίες χωρίς να επαναλάβει ακριβώς τα ίδια τραγικά λάθη με εκείνους, τότε είναι τρελός. Ξεκούτης. Δεν του κόβει.

Αν εξαιρέσουμε την καινοτομία ενός πρωθυπουργικού λόγου αφιερωμένου στην …. άσφαλτο, αυτά που προτείνει ο αρχηγός των Συντηρητικών είναι στην ουσία αυτά που έχουμε ακούσει τόσες φορές από την Θάτσερ και μετά. Κάθε Βρετανός πρωθυπουργός της πρόσφατης ιστορίας έχει στραφεί σε ιδιωτικές επιχειρήσεις και επενδυτές για να κατασκευάσουν και να διοικήσουν εκείνοι νοσοκομεία, σχολεία και υπόγειες μεταφορές. Τώρα, ο Κάμερον θέλει να αναλάβουν τους αυτοκινητόδρομους και τις εθνικές οδούς.

Όμως υπάρχουν ορισμένες σημαντικές λεπτομέρειες που πρέπει πρώτα να επιλυθούν, και μια μελέτη σκοπιμότητας, για τα μάτια του κόσμου τουλάχιστον. Δεδομένων των προσπαθειών, του χρόνου και των συσκέψεων που έχουν αφιερωθεί σε αυτή την πολιτική, μπορούμε πια με βεβαιότητα να υποθέσουμε τι θα συμβεί περίπου σε ένα χρόνο, εκτός και αν ο Τζέρεμι Κλάρκσον οργιστεί και εναντιωθεί.

Οι «λακκούβες» αυτού του έθνους είναι μόνο η αρχή. Ο Κάμερον μίλησε εχτές για την ανάγκη αναβάθμισης των πάντων, από το γρήγορο ιντερνέτ μέχρι το σιδηροδρομικό δίκτυο, ενώ το εθνικό σχέδιο υποδομών, που ξεκίνησε με τον mini προϋπολογισμό το προηγούμενο φθινόπωρο, εντόπισε περισσότερα από 500 έργα που χρίζουν άμεσης προσοχής. Δεδομένων των δραστικών περικοπών του κυβερνητικού συνασπισμού στις κεφαλαιακές δαπάνες, ο υπαινιγμός είναι ξεκάθαρος. Ο Κάμερον θέλει το μεγαλύτερο μέρος αυτών των αναβαθμίσεων να ελέγχεται από τον ιδιωτικό τομέα.  

Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα. Κάθε φορά, αυτές οι συνεργασίες ιδιωτικού και δημοσίου τομέα (PPPs), αποδεικνύονται πολύ σημαντικές για τις εταιρείες, όμως φρικτή συμφωνία για τον φορολογούμενο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως ακριβώς συνέβη με το μετρό του Λονδίνου τέσσερα χρόνια πριν,  μπορούν να οδηγήσουν σε ολοκληρωτική κατάρρευση των εμπλεκόμενων υπηρεσιών.

Πώς θα μπορούσε να είναι οτιδήποτε άλλο, εκτός από μια κακή συμφωνία για τον Βρετανό φορολογούμενο; Ο ιδιωτικός τομέας δεν μπορεί να μαζέψει λεφτά πιο φθηνά ή πιο εύκολα από την κυβέρνηση. Σύμφωνα με την ανάλυση των Financial Times που έγινε στα τέλη του προηγούμενου χρόνου,  οι συμπράξεις δημοσίου-ιδιωτικού τομέα κοστίζει τους φορολογούμενους πάνω από 20 εκατομμύρια λίρες επιπλέον. Ο δημόσιος τομέας το εκτίμησε ως «ισοδύναμο με την ανέγερση περισσότερων από 40 νέων νοσοκομείων». Μήπως υπάρχει κάποια «ανώτερη δύναμη» στον ιδιωτικό τομέα που καθορίζει ότι ο, τιδήποτε κάνουν τα στελέχη της εταιρείας είναι πολύ πιο αποτελεσματικό, από ό,τι κάνουν οι Σοβιετικοί πραγματιστές στις δημόσιες υπηρεσίες; Ούτε καν. Το σύνηθες στις συμπράξεις ιδιωτικού/δημοσίου είναι η αύξηση των μεσαζόντων και των συναλλαγών που αποσκοπούν στο όφελος του ιδιωτικού τομέα.

Ρωτήστε οποιονδήποτε χρησιμοποιεί την εθνική Μ25 μεταξύ των κόμβων 16 και 23. Αυτή η λωρίδα του μεγαλύτερου αυτοκινητοδρόμου της Βρετανίας διευρύνεται  υπό την εποπτεία ενός τριαντάχρονου, με ιδιωτικό συμβόλαιο αξίας 3,4 εκατ. λιρών. Αυτό ακριβώς είναι που θέλει να εφαρμόσει ο Κάμερον σε όλη την επικράτεια. Εκτός από το ότι η συμφωνία πρόσφατα κατηγορήθηκε ως «φτωχή» από την επιτροπή δημοσίων δαπανών των βουλευτών, που υπολόγισαν ότι κόστισε στους φορολογούμενους ένα εκατομμύριο επιπλέον. Βρήκαν πως, το να επιτρέπεις στους οδηγούς να χρησιμοποιούν την ΛΕΑ θα ήταν η φθηνότερη εναλλακτική,  όμως απερρίφθη εξ αρχής. Επίσης, στην αναφορά τους σκιαγραφούν συμβούλους και εργολάβους να προσπαθούν να παρατείνουν την δουλειά τους για να πάρουν περισσότερα χρήματα. Ως αποτέλεσμα, οι οδηγοί που βρίσκονται κολλημένοι στην κίνηση μεταξύ του Buckinghamshire και του Essex θα πρέπει να περιμένουν χρόνια ακόμα για αυτές τις βελτιώσεις και όλοι μας θα πρέπει να πληρώσουμε περισσότερα για να πραγματοποιηθούν.  Δεν είναι όμως μόνο οι δρόμοι. Όλες οι εκθέσεις, είτε από επιτροπές βολευτών, είτε από το ΔΝΤ, δείχνουν ότι ο μύθος της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας του ιδιωτικού τομέα στην ανάληψη δημοσίων έργων, είναι ακριβώς αυτό: ένας μύθος.

Αν ήμουν και εγώ οπαδός της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα, θα υποστήριζα πως ο καλύτερος  τρόπος να γίνει αυτό, θα ήταν να ανοίξει η συζήτηση με ολική αντιπαράθεση. Θα εστίαζα στο τι ακριβώς συνέβη στις τηλεπικοινωνίες μετά την ιδιωτικοποίηση της BT. Όμως ο Κάμερον δεν μιλάει για κάτι τέτοιο.  Οι υφιστάμενοί του έχουν διαρρεύσει το ενδεχόμενο ότι, όποιος αναλάβει τους δρόμους θα μπορέσει να τους κρατήσει με εκατονταετή μίσθωση, κάτι που θα σήμαινε απλώς μεταφορά ενός δημοσίου αγαθού σε μια ολιγαρχία ιδιωτικού τομέα.

«Κοιτάξτε την βιομηχανία ύδρευσης», είπε ο πρωθυπουργός εχτές. «Ναι, κοιτάξτε». Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Χόλ, ειδικό στον τομέα αυτό στο Πανεπιστήμιο του Γκρίνουιτς, η παράδοση της παροχής νερού στα χέρια του ιδιωτικού τομέα κοστίζει περίπου 1 εκατ. παραπάνω τον χρόνο. Εκτιμά πως αν ήταν ακόμα στο δημόσιο τομέα, αυτό θα  ανερχόταν σε 12% λιγότερα στο μέσο λογαριασμό των νοικοκυριών.
Το παράξενο σε όλο αυτό είναι ότι ποτέ δεν ήταν φθηνότερο για την κυβέρνηση να κάνει έργα υποδομής. Μέσα σε μια παγκόσμια ύφεση και στην έλλειψη θέσεων να βάλουν τα λεφτά τους, οι επενδυτές ψάχνουν απελπισμένα ασφαλείς τοποθετήσεις με σίγουρες αποδόσεις για τα χρήματά τους.

Οπότε οι βουλευτές γνωρίζουν ότι οι συμπράξεις ιδιωτικού-δημοσίου τομέα είναι κακή ιδέα, και η Κυβέρνηση γνωρίζει ότι θα μπορούσε να τα καταφέρει μόνη της πιο οικονομικά. Έτσι, θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι ο Κάμερον δεν είναι καθόλου τρελός. Ότι ξεπουλώντας την δημόσια περιουσία σε επιχειρηματίες κάνει κάτι πολύ πιο κακόβουλο. Όμως όπως προανέφερα, δεν είμαι αγενής, ούτε κάνω προσωπικές επιθέσεις
 

Aditya Chakraborty