Το επόμενο χρονικό διάστημα αναμένεται η ψήφιση του νέου νομικού πλαισίου εμπορίας σπόρων, στα πλαίσια της αναθεώρησης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. 
 
Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις, ευνοώντας τις μονοπωλιακές πρακτικές των πολυεθνικών που ελέγχουν πλέον σχεδόν τα 2/3 της παγκόσμιας αγοράς, έχουν προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις περιβαλλοντικών οργανώσεων, δικτύων αγροτών και πολιτών, αλλά και ευρωβουλευτών διαφόρων πολιτικών ομάδων.

 

Η επερχόμενη μεταρρύθμιση απαιτεί την προσοχή όλων μας.
 

Η ευρωπαϊκή νομοθεσία σχετικά με την εμπορία των σπόρων βρίσκεται σε ισχύ ήδη από τη δεκαετία του '60. 
 
Τον Ιούνιο του 2008, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποβάλλει μια οδηγία σχετικά με την διατήρηση συγκεκριμένων ποικιλιών, προωθώντας μια σειρά οδηγιών, οι οποίες εφαρμόζονται μέχρι σήμερα με διαφορετικό τρόπο σε κάθε χώρα της Ε.Ε.
 
Στις αρχές του Νοεμβρίου  του 2012, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιοποιεί μη-επίσημα έγγραφα (non-paper), σηματοδοτώντας με αυτό τον τρόπο την αντίστροφη μέτρηση για την κατάθεση προς έγκριση και την εφαρμογή ενός επίσημου κανονισμού της Ε.Ε., ο οποίος και πρόκειται να αντικαταστήσει τις προηγούμενες οδηγίες.
 
Διακηρυγμένος στόχος της αναθεώρησης είναι η προστασία της αγροτικής βιοποικιλότητας και η απλοποίηση της σχετικής νομοθεσίας. Όπως φαίνεται, όμως, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.
 
Χαρακτηριστικό, και δεν θα περιοριστούμε σε τέτοιου τύπου ενδείξεις, είναι το γεγονός πως σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των κατευθυντήριων οδηγιών της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, έπαιξε το λόμπι της βιομηχανίας σπόρων. 


 


Σήμερα οι 10 μεγαλύτερες πολυεθνικές μοιράζονται μεταξύ τους περισσότερο από το 50% της παγκόσμιας αγοράς σπόρων.  Συγκεκριμένα μόνο η Monsanto (ΗΠΑ) ελέγχει το 35%, η DuPont (ΗΠΑ) το 22% και η Syngenta (Ελβετία) το 13%.  
 
Οι παραπάνω εταιρείες απαιτούν την ενίσχυση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και την προστασίας τους, καθώς ισχυρίζονται πως σήμερα χάνουν το 40% των εν δυνάμει αγορών λόγω «παράνομης αναπαραγωγής», όπως την ονομάζουν, αλλά και σποροπαραγωγής μη-καταχωρημένων ποικιλιών.

Όπως όλα δείχνουν, θα καταφέρουν, σε μεγάλο βαθμό, να πετύχουν τις επιδιώξεις τους. 
Δύο είναι, επί της ουσίας, οι βασικές κατευθύνσεις της μεταρρύθμισης, που αποκρυσταλλώνουν τη φιλοσοφία του νέου νομικού πλαισίου, στην ανταλλαγή και διαχείριση των σπόρων:

 

Μοριακή Σήμανση
 


Μέχρι πρότινος η γενετική μηχανική αποτελούσε την κατεξοχήν λύση στις επεκτατικές πρακτικές της βιομηχανίας σπόρων, με τις γενετικά τροποποιημένες ποικιλίες να πατεντάρονται και να μπορούν εύκολα να εντοπιστούν μέσω του γενετικού κώδικά τους.
 
Η αντίσταση της Ε.Ε. στα μεταλλαγμένα, ωστόσο, ανάγκασε τη βιομηχανία σπόρων, να στρέψει αλλού το ενδιαφέρον της.
 
Αυτό που απαιτεί τώρα είναι η επιβολή, μέσω μιας κοινής ευρωπαϊκής νομοθεσίας, της μοριακής σήμανσης, δηλαδή της ταυτοποίησης των ποικιλιών μέσω μιας τεχνολογίας γενετικής ακολουθίας.
 
Η τεχνολογία αυτή πρόκειται να επιτρέψει στις εταιρείες να αναγνωρίζουν τις ποικιλίες τους, όταν αυτές χρησιμοποιούνται στις καλλιέργειες αγροτών, οι οποίοι πλέον αποκλειστικά ως πελάτες των πολυεθνικών θα καλούνται να τηρούν τους εξαιρετικά περιοριστικούς όρους της χρήσης των πατενταρισμένων σπόρων (μία και μοναδική σπορά, με τον σπόρο που προκύπτει να αποτελεί εκ νέου ιδιοκτησία της πολυεθνικής).
 
Από την άλλη, «όταν πρόκειται για σπόρους, ένα νομικό πλαίσιο που υποστηρίζει την ταυτότητα, την απόδοση, την ποιότητα και την υγεία είναι απαραίτητο για τους κτηνοτρόφους και τους αγρότες», δηλώνει εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης Σπόρων (ESA), ο Garlich von Essen.

 

Καταχώρηση και πιστοποίηση
 


Η δεύτερη βασική κατεύθυνση της νέας νομοθεσίας, που συνδέεται φυσικά με την πρώτη, αφορά την υποχρεωτική κατοχύρωση όλων των ποικιλιών των γεωργικών προϊόντων σε μία λίστα της Ε.Ε., με αποτέλεσμα οποιοδήποτε μη καταχωρημένο είδος να θεωρείται πλέον παράνομο.
 
Αυτή η πρακτική είναι κάθε άλλο παρά άγνωστη στους αγρότες, ωστόσο, η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει ορισμένες εξαιρέσεις για ποικιλίες χωρίς ιδιαίτερο εμπορικό ενδιαφέρον (μη ανταγωνιστικές), κυρίως παραδοσιακές ποικιλίες, που διαχειρίζονταν και αντάλλασσαν ελεύθερα, μέχρι σήμερα, οι αγρότες. 
 
Η καταχώρηση τέτοιων ειδών υπήρξε για χρόνια μια απλή και μη δαπανηρή διαδικασία.
 
Η νέα νομοθεσία πρόκειται να αποκλείσει οποιαδήποτε τέτοια εξαίρεση, ή με απόλυτη ακρίβεια πρόκειται να επιτρέψει ελάχιστες.
 
Η καταχώρηση τοπικών ποικιλιών πρόκειται να αναδειχθεί σε μια πολυέξοδη και δύσκολη, εξαιτίας των γραφειοκρατικών περιορισμών, διαδικασία, αποτρέποντας πολλούς αγρότες από τη χρήση σπόρων, διαδεδομένων για πολλές δεκαετίες.
 
Τέσσερις είναι οι βασικές προϋποθέσεις για την καταχώρηση των ποικιλιών, που εγκυμονούν τον σοβαρό κίνδυνο της εξαφάνισης ορισμένων ειδών: 
 
  • Η ανάγκη απόδειξης της σπουδαιότητας της συγκεκριμένης ποικιλίας.
  • Ο περιορισμός και διανομή των τοπικών σπόρων μόνο στις περιοχές καταγωγής τους.
  • Ο ποσοτικός περιορισμός της καλλιέργειας των ποικιλιών σε αναλογία με τις εμπορικές ποικιλίες.
  • Το υψηλό κόστος των απαραίτητων ελέγχων και της καταχώρισης των ποικιλιών (που αγγίζει περίπου τα 3.500€ για μία και μόνο ποικιλία).

Το τραγελαφικό της όλης υπόθεσης είναι πως τα παραπάνω γίνονται στο όνομα της «διατήρησης της ποικιλομορφίας».

Τον ίδιο σκοπό, φαίνεται πως εξυπηρετούσε και η δίωξη της γαλλικής οργάνωσης διατήρησης σπόρων Kokopelli, η οποία σύρθηκε στα δικαστήρια από τη γαλλική βιομηχανία σπόρων Graines Baumax, για την «παράνομη εμπορία» 460 τοπικών ποικιλιών σπόρων, που δεν έχουν επίσημα περαστεί στους επίσημους εμπορικούς καταλόγους, με αίτημα την καταβολή αποζημίωσης της τάξης των 50.000€.
  • Περισσότερα για τις πρακτικές των πολυεθνικών, και συγκεκριμένα της Monsanto, αναφορικά με την κατοχύρωση δικαιωμάτων επί γενετικά τροποποιημένων σπόρων, αλλά και τις εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες αυτών των πρακτικών, εδώ.
  • Μπροσούρα σχετικά με το ζήτημα των τοπικών ποικιλιών, των πατεντών στους σπόρους & την νομοθεσία, εδώ.
  • Έντυπο σχετικά με τη βιομηχανία σπόρων, την νομοθεσία και την ενεργοποίηση για αυτοδυναμία σε σπόρους, εδώ.

Ντοκιμαντέρ: Εν αρχή ην ο Σπόρος / La semence dans tous ses etats