Το ΜEGA φαίνεται ότι ξέχασε το 2007, που προωθούσε την υποψηφιότητα Βενιζέλου, όταν ο φέρελπις πρωθυπουργός έτρεχε κάθιδρος στο Ζάππειο «για να δηλώσει παρών» στη μάχη για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ (τότε που ήταν ακόμα κόμμα). Εξ όσων θυμάμαι, ο ΓΑΠ είχε κερδίσει κατά κράτος εκείνη τη μάχη αλλά όλα αυτά μικρή σημασία έχουν.

Το θέμα είναι ότι τα κατεστημένα ΜΜΕ νομίζουν ότι μπορούν στα αλήθεια να γράψουν την ιστορία όπως θέλουν εξαιτίας μιας ψευδαίσθησης μόνιμη νίκης, την οποία έχουν εμπεδώσει. Στο πλαίσιο αυτό, ο Νίκος Χατζηνικολάου οργάνωσε μια συζήτηση για τα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα και την ευθύνη τους, στην οποία κλήθηκαν να προσφέρουν την άποψή τους γίγαντες της ενημέρωσης, όπως ο Καψής, ο Κύρτσος και ο Κουίκ.

Από τις 11:30 και για τις επόμενες τρεις ώρες ακούστηκαν πολλά. Τα νέα μέσα μπορεί να απουσίαζαν εντελώς από το πάνελ, ωστόσο κατά κάποιο τρόπο βρέθηκαν στο κέντρο της συζήτησης. Στο ρεπορτάζ του Reuters για τους ολιγάρχες των ΜΜΕ, στο οποίο έγινε εκτενής αναφορά, συμμετείχε ο ερευνητής δημοσιογράφος Νικόλας Λεοντόπουλος του TPP. Το ρεπορτάζ των New York Times, που απαξίωσε ο κύριος Χατζηνικολάου, έχει εκτενή αναφορά σε μια σειρά από νέα μέσα που κερδίζουν έδαφος στην Ελλάδα ενώ ακόμα και η συνέντευξη Μανιτάκη, που χρησιμοποιήθηκε ως αναφορά, έχει γίνει για το TPP από τη Βασιλική Σιούτη.

Αν όμως θέλουμε να συζητήσουμε ειλικρινά για τα ΜΜΕ, θα πρέπει να ασχοληθούμε με την ταμπακιέρα: με τη χρηματοδότησή τους. Με το υπάρχον σύστημα δεν είναι δυνατό να έχουμε ισχυρά, βιώσιμα μέσα ενημέρωσης με ανεξάρτητη φωνή. Στην ουσία καλούμαστε να διαλέξουμε ανάμεσα στην ανεξαρτησία και στην επιβίωση.

Τα μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης ελέγχονται από μια χούφτα εργολάβων και εφοπλιστών. Για πολλά χρόνια κανείς δεν ενδιαφερόταν για τη βιωσιμότητα των μέσων. Οι εφημερίδες, τα ραδιόφωνα και οι τηλεοπτικοί σταθμοί που βρίσκονται σήμερα στα πρόθυρα της κατάρρευσης δεν κινδυνεύουν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Κινδυνεύουν επειδή τα αφεντικά τους κινδυνεύουν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Εδώ και χρόνια λειτουργούσαν ως ελλειμματικές επιχειρήσεις αλλά οι ιδιοκτήτες τους συνέχιζαν να τα χρηματοδοτούν αφειδώς επειδή τα χρησιμοποιούσαν ως μέσο πίεσης-συναλλαγής για τη σύναψη κυβερνητικών συμβολαίων.

Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν τα mainstream ελληνικά media είναι οι τραπεζικές διαφημίσεις. Οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος θα φανταζόταν ότι στο πλαίσιο του εξορθολογισμού τους οι τράπεζες θα μείωναν τη διαφημιστική τους προβολή. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να διαφημίζονται δάνεια που όλοι ξέρουμε ότι οι τράπεζες δεν τα δίνουν. Κι όμως, η διαφημιστική δαπάνη των τραπεζών αντί να μειωθεί, τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε. Για την ακρίβεια, η τραπεζική διαφήμιση αποτελεί σήμερα στην Ελλάδα πάνω από το 65% της διαφημιστικής πίτας. Και επειδή τα χρήματα δεν εξασφαλίζουν την ευτυχία και δεν έχουν λίγους σκελετούς στις ντουλάπες τους, οι τράπεζες έχουν φροντίσει να διαφυλάξουν τα συμφέροντά τους με όλους τους τρόπους. Στην περίπτωση της Τράπεζας Πειραιώς, για παράδειγμα, ο επικεφαλής του γραφείου Τύπου της, κύριος Κοτόφολος είναι ταυτόχρονα και συντάκτης στο οικονομικό ρεπορτάζ της εφημερίδας Καθημερινή.

Δεν μπορούμε να περιμένουμε από τον Νίκο Χατζηνικολάου, το συνεταίρο του Κουρή, να βγει στο κανάλι του Βαρδινογιάννη και να μιλήσει ουσιαστικά για τα προβλήματα του Τύπου του Αλαφούζου, του Ψυχάρη και του Μπόμπολα. Είναι απόλυτα φυσιολογικό να τον δούμε να υπερασπίζεται το «δικαίωμα του Γιάννη Πρετεντέρη να λέει την άποψή του», διαστρεβλώνοντας πλήρως την πραγματικότητα.

Και δεν μπορούμε να περιμένουμε να μας αποδεχτεί ή ακόμα και να μας κολακεύσει το παλιό σύστημα, που βασίζεται στην διαπλοκή. Εμείς έχουμε στα χέρια μας άλλα όπλα: διαφάνεια, χρηματοδότηση από τα κάτω, μείωση της εξάρτησης των μέσων από τη διαφήμιση, αξιοποίηση της παραγωγής πρωτογενούς περιεχομένου, συνεργασία και ουσιαστική χρήση της τεχνολογίας.

Με αυτά θα τους νικήσουμε.