«Οι επενδυτές επιδεικνύουν αξιοσημείωτο ενθουσιασμό το τελευταίο διάστημα για τα ομόλογα της ευρωπεριφέρειας που κάποτε απέφευγαν», αναφέρει χαρακτηριστικά παραπέμποντας μάλιστα στην περίπτωση της Ελλάδας. 
 
Όπως επισημαίνει: «Δύο μόλις χρόνια από τότε που η Ελλάδα πραγματοποίησε την μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους στην ιστορία επιβάλλοντας σημαντικές ζημιές στους ιδιώτες κατόχους ελληνικών τίτλων, η χώρα κατάφερε να αντλήσει 3 δισ. ευρώ μέσω 5ετούς ομολόγου με την απόδοση να υποχωρεί κάτω από το 5% και την έκδοση να υπερκαλύπτεται 7 φορές. Στις 15 Απριλίου η απόδοση των δεκαετών ιταλικών ομολόγων υποχώρησε στο 3,11%, σημειώνοντας ιστορικό χαμηλό. Από την Πορτογαλία μέχρι και την Ιρλανδία, οι επενδυτές συσσωρεύουν κρατικά ομόλογα της περιφέρειας της ευρωζώνης, πιέζοντας προς τα κάτω τις αποδόσεις τους σε πρωτοφανή επίπεδα από την δημιουργία του ευρώ». 

 
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, είναι δελεαστικό να ισχυριστεί κανείς πως αυτό αποτελεί απόδειξη πως η κρίση στην ευρωζώνη τελείωσε: ότι τα χρόνια των σκληρών μεταρρυθμίσεων απέδωσαν και πως οι χαμηλές αποδόσεις θα οδηγήσουν σε αύξηση των επενδύσεων και επιτάχυνση της ανάπτυξης. Δελεαστικό, αλλά κατά βάση λάθος, καταλήγει ο Economist για να αιτιολογήσει στη συνέχεια της θέση του. 
 
Όπως εξηγεί, οι προοπτικές είναι λιγότερο ρόδινες από ότι οι αποδόσεις των ομολόγων δείχνουν. Κατ’ αρχάς υπάρχει η σκληρή αριθμητική του αποπληθωρισμού. Με τις τιμές να υποχωρούν στις περισσότερες οικονομίες της περιφέρειας, το πραγματικό βάρος του χρέους τους αυξάνεται. Δεύτερον, το μεγαλύτερο μέρος της πτώσης στις αποδόσεις του Νότου τροφοδοτείται από τις επενδυτικές προσδοκίες πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αρχίσει να τυπώνει χρήμα, ελπίδες οι οποίες ενδέχεται να διαψευστούν. 
 
Αξίζει να σημειωθεί ότι, πριν από ένα χρόνο η απόδοση των δεκαετών ισπανικών ομολόγων βρισκόταν στο 4,7% και ο πληθωρισμός στο 1,5%. Σήμερα, οι ισπανικές αποδόσεις έχουν υποχωρήσει στο 3,1% και ο πληθωρισμός έχει διολισθήσει κάτω από το 0. Ως εκ τούτου, οι πραγματικές αποδόσεις των ισπανικών κρατικών ομολόγων (ήτοι προσαρμοσμένα με βάση τον πληθωρισμό), έχουν ελάχιστα υποχωρήσει. Από μια πιο αισιόδοξη οπτική, λαμβάνοντας ως μέτρο αναφοράς τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό σε βάθος δεκαετίας, οι αποδόσεις στην περιφέρεια έχουν υποχωρήσει περισσότερο παραμένοντας ωστόσο πολύ υψηλότερα συγκριτικά με τις υπόλοιπες ανεπτυγμένες οικονομίες παγκοσμίως. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που οι επενδυτές συσσωρεύουν το χρέος του ευρωπαϊκού Νότου αλλά και ο λόγος που το βάρος του χρέους αποτελεί πρόβλημα. 
 
Όπως εξηγεί το ίδιο δημοσίευμα, το βάρος του χρέους μιας οικονομίας εξαρτάται από το ποσό που οφείλει και τη διαφορά μεταξύ του ρυθμού ανάπτυξης και των πραγματικών επιτοκίων που καλείται να πληρώσει. Και στα δύο οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας δεν έχουν καλή επίδοση, υποστηρίζει ο Economist. Οι περισσότερες, σημειώνει, διαθέτουν ποσοστά χρέους πάνω από το 100% του ΑΕΠ τους. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προσθέτει, δεν ήταν τόσο ραγδαίες και ριζικές ώστε να αλλάξουν τις αναπτυξιακές προοπτικές. Ως εκ τούτου, το πρόβλημα έγκειται στο ότι η ανάπτυξη θα παραμείνει αναιμική, ο αποπληθωρισμός θα επιμείνει και το χρέος θα ενισχυθεί περαιτέρω. 
 
Η λύση στο παραπάνω πρόβλημα βρίσκεται σύμφωνα με τον Economist στα “χέρια” της ΕΚΤ και στο αν θα προχωρήσει στη λήψη αποφασιστικής δράσης. Σε αυτό ακριβώς ποντάρουν σήμερα οι επενδυτές και τοποθετούνται στο Νότο. Χάρη σε μια σειρά δηλώσεων αξιωματούχων της ΕΚΤ που υποστηρίζουν πως η Τράπεζα εξετάζει «μη συμβατικά μέτρα» για την αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού, ενισχύονται οι προσδοκίες πως η ΕΚΤ βρίσκεται προ των πυλών για τύπωση χρήματος.
 
Μέχρι όμως η ΕΚΤ να αναλάβει δράση, οι επενδυτές θα πρέπει να αναμένουν περισσότερο αποπληθωρισμό και μεγαλύτερο χρέος. Οι ονομαστικές αποδόσεις μπορεί να συνεχίσουν να συρρικνώνονται αλλά τα προβλήματα όχι, καταλήγει το άρθρο.

Απόδοση στα ελληνικά: Capital.gr