Στο ΣτΕ προσέφυγαν η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος, η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδος, ο Εμπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης, δύο εμπορικές εταιρείες που έχουν καταστήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και δέκα έμποροι.
 
Στην προσφυγή αναφέρουν ότι η επίμαχη υπουργική απόφαση που επιτρέπει πιλοτικά για έναν χρόνο την προαιρετική λειτουργία των καταστημάτων όλες τις Κυριακές του έτους, είναι «εξαιρετικά βλαπτική» για τους εμπόρους και ιδιωτικούς υπαλλήλους, καθώς λόγω του ανταγωνισμού αναγκάζονται να εργάζονται και τη μοναδική ημέρα της εβδομάδας που είχαν αργία.
 
Ακόμη, επισημαίνεται στην προσφυγή, ότι επεκτάθηκε η λειτουργία των καταστημάτων όλες τις Κυριακές και σε περιοχές μη τουριστικές, με συνέπεια η επίμαχη υπουργική απόφαση να είναι παράνομη, ενώ για την επέκταση δεν υπάρχουν στοιχεία που να τη δικαιολογούν.
 
Επίσης χαρακτηρίζουν παράνομη την επίμαχη υπουργική απόφαση γιατί πριν την έκδοσή της δεν προηγήθηκε διαβούλευση, όπως απαιτεί ο νόμος, με τους φορείς των εμπόρων και των υπαλλήλων καταστημάτων, αλλά και επειδή δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκπρόθεσμα, δηλαδή μετά την πάροδο της προβλεπόμενης από τον νόμο προθεσμίας.
 
Υπογραμμίζουν ακόμη, ότι η υπουργική απόφαση έρχεται σε αντίθεση με τη Διεθνή Σύμβαση της Γενεύης και την Ευρωπαϊκή οδηγία 94/104/1993, με τις οποίες καθιερώνεται η Κυριακή ως ημέρα αργίας και απαγορεύεται η λειτουργία των καταστημάτων και η απασχόληση των εργαζομένων.
 
Παράλληλα, παραβιάζει και σωρεία διατάξεων και αρχών του Συντάγματος, όπως είναι αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, αλλά και η υποχρέωση του κράτους για την προστασία της οικογένειας (άρθρο 21), της θρησκευτικής ελευθερίας και της άσκησης του δικαιώματος λατρείας κατά την καθιερωμένη αργία της Κυριακής (άρθρο 13), της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και της συμμετοχής στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας και την απαγόρευση του ελεύθερου ανταγωνισμού (άρθρα 5 και 22).