Ο Αθανασίου πρόσθεσε στη διάταξη για την ποινικοποίηση της κακόβουλης άρνησης του ολοκαυτώματος και τις γενοκτονίες εκείνες που αναγνωρίζονται από διεθνή δικαστήρια, αλλά και από τη Βουλή των Ελλήνων, ικανοποιώντας έτσι το αίτημα 38 βουλευτών της ΝΔ που επέμεναν να συμπεριληφθεί στη διάταξη και η ποινικοποίηση της άρνησης των γενοκτονιών των Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας.

Με ποινές και πρόστιμα τιμωρούνται, όπως από την αρχή είχε τεθεί στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, και όσοι εγκωμιάζουν δημόσια το Ολοκαύτωμα ή κακόβουλα το αρνούνται. Η ρύθμιση περιλαμβάνει εκτός από τις γενοκτονίες και τα εγκλήματα πολέμου και εκείνα που προσδιορίζονται ως εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας με την προϋπόθεση ότι έχουν αναγνωριστεί από διεθνή δικαστήρια ή με αποφάσεις της ελληνικής Βουλής.

Κι ενώ οι γενοκτονίες μπήκαν στις ποινικές προβλέψεις του νομοθετήματος για το αντιρατσιστικό, επιλύοντας ένα θέμα που είχε προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις, ρύθμιση για την επέκταση της ισχύος του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια τελικά δεν θα περιληφθεί.

Σε επανακατάθεση τροπολογιών για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο προχώρησε η ΔΗΜΑΡ, οι οποίες αφορούν στο σύμφωνο συμβίωσης, στην απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας, στην αξιοποίηση των δεσμευμένων καταθέσεων και στην κατάργηση της αυτόφωρης διαδικασίας για οφειλές προς το Δημόσιο.

Στο μεταξύ, να αποσυρθεί το άρθρο 2 του αντιρατσιστικού, το οποίο αναφέρεται στις γενοκτονίες, τις εθνοκαθάρσεις και το Ολοκαύτωμα, ζητούν με κείμενό τους επιστήμονες, με το επιχείρημα ότι περιορίζει την ελευθερία του λόγου. Το κείμενο, που δημοσιεύει η “Εφημερίδα των Συντακτών”, συγκεντρώνει συνολικά 139 υπογραφές.
 
«Όσοι και όσες υπογράφουμε αυτό το κείμενο, ιστορικοί από πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα και άλλους επιστημονικούς φορείς, παρακολουθούμε με μεγάλο ενδιαφέρον και αγωνία την τύχη του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου, το οποίο, έπειτα από πολλούς μήνες αναμονής, θα συζητηθεί στη Βουλή την επόμενη εβδομάδα. Κι αυτό επειδή θεωρούμε ότι ο ρατσισμός και η ρατσιστική βία είναι ένα από τα μεγάλα προβλήματα που απειλούν την κοινωνία μας και ότι μια κατάλληλη αντιρατσιστική νομοθεσία συνιστά ένα σημαντικό όπλο για την αντιμετώπισή τους», αναφέρεται στο κείμενο.
 
Ως προς τη διάταξη 2, οι υπογράφοντες εκφράζουν τη ρητή τους αντίθεση, δηλώνοντας αντίθετοι στη δίωξη όλων των «αρνητών» ακόμη και εκείνων του φριχτότερου 20ού αιώνα, του Ολοκαυτώματος. «Η στάση μας αυτή δεν πηγάζει από οποιαδήποτε ανοχή στους αρνητές απεχθών εγκλημάτων ούτε από την άρνηση τιμωρίας εγκληματικών πράξεων, αλλά από την πεποίθηση ότι, όπως έχει αποδείξει η διεθνής εμπειρία, τέτοιες διατάξεις οδηγούν σε επικίνδυνους ατραπούς: πλήττουν καίρια το δημοκρατικό και αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, ενώ ταυτόχρονα δεν είναι διόλου αποτελεσματικές, όσον αφορά την καταπολέμηση του ρατσισμού και του ναζισμού, του ρατσιστικού και μισαλλόδοξου λόγου», σημειώνουν.