Το τελικό σχέδιο του υπουργείου, που διέρρευσε χθες με τη μορφή νομοσχεδίου, καθορίζει μια απλή – οριζόντια διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση όσων επιχειρήσεων και επαγγελματιών έχουν κύκλο εργασιών έως 2,5 εκατ. ευρώ, ενώ για τις μεγαλύτερες σε τζίρο επιχειρήσεις προβλέπει τη ρύθμιση των χρεών κατόπιν συμφωνίας της πλειοψηφίας των πιστωτών και σχετικής απόφασης από το οικείο Μονομελές Πρωτοδικείο.

Το ίδιο σχέδιο δίνει μπόνους 20% διαγραφής προστίμων και προσαυξήσεων προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία και σε όσες μικρές βιώσιμες επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες (με τζίρο έως 2,5 εκατ. ευρώ) ζητήσουν και καταφέρουν να υπαχθούν στην οριζόντια ρύθμιση, ενώ σε ό,τι αφορά τη ρύθμιση των χρεών έναντι των πιστωτών, αυτή -και για τις δύο κατηγορίες επιχειρήσεων- μπορεί να προβλέπει διαγραφή οφειλών, επιμήκυνση χρόνου αποπληρωμής, μετοχοποίηση χρεών κ.ο.κ.

Το σχέδιο νόμου, που φέρει τον τίτλο «Μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης και την ενίσχυση της απασχόλησης: κίνητρα για τη ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών και έκτακτες διαδικασίες ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων», ενδέχεται να κατατεθεί από στιγμή σε στιγμή στη Βουλή, αφού πρώτα λάβει το «πράσινο» φως της τρόικας.
Η κυβέρνηση και ο υπουργός Ανάπτυξης Νίκος Δένδιας που έχει πάρει επάνω του την ιδέα της συνολικής διευθέτησης χρεών, έχουν κάθε λόγο να καλλιεργούν προσδοκίες ότι με τη ρύθμιση θα κουρευτούν έως και 40-50% τραπεζικά δάνεια και προσαυξήσεις προς το Δημόσιο μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων ή ακόμη και μεγαλο-οφειλετών και κατηγορούμενων για φοροδιαφυγή, αναφέρει το capital.gr.

Ωστόσο επειδή το μαχαίρι (κουρέματα) και το πεπόνι (δάνεια) η κυβέρνηση τα δίνει μέσω του νέου νόμου να τα διαχειριστούν αποκλειστικά με τα δικά τους κριτήρια «βιωσιμότητας», οι τράπεζες χωρίς να θεσπίζει όρους και προϋποθέσεις, θα πρέπει κανείς να κρατά μικρό καλάθι για να βάλει μέσα τις προσδοκίες του. Πολύ δε μάλλον όταν οι τράπεζες θα έχουν πλέον στα χέρια τους εκτός από τη δυνατότητα να ανοίξουν ή να κλείσουν το οξυγόνο της χρηματοδότησης, και το εργαλείο της «ειδικής διαχείρισης» το οποίο ουσιαστικά αποτελεί μια fast track (εντός τριών μηνών) διαδικασία εκκαθάρισης και εκποίησης «μη βιώσιμων» επιχειρήσεων που προχωρούν σε στάση πληρωμών.    

 
Με 4,5 δισ. ευρώ δυνητικό «περίσσευμα» κεφαλαίων την επόμενη διετία εφόσον ευοδωθεί το δυναμικό σενάριο των stress tests, αλλά και την υποχρέωση να σχηματίσουν στα επόμενα τρίμηνα αρκετά δισεκατομμύρια νέων προβλέψεων έναντι επισφαλών απαιτήσεων από ήδη ρυθμισμένα δάνεια, οι τράπεζες θα επιδιώξουν μεν μια πιο ενεργητική διαχείριση των κόκκινων δανείων στο μέλλον ώστε να αρχίσουν να εισπράττουν μέρος των 82 δισ. ευρώ που σήμερα δεν εξυπηρετούνται, όμως αυτό που σε όλους τους τόνους επισημαίνεται είναι πως δεν θα πρέπει να αναμένονται ευρείας κλίμακας «διαγραφές» ή πολύ γενναίες ρυθμίσεις.
 
Οι προϋποθέσεις υπαγωγής άλλωστε στη νέα ρύθμιση που αναμένει την έγκρισή της από την τρόικα είναι τόσες πολλές, ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις, και οι δεσμεύσεις που καλούνται να αναλάβουν οι τράπεζες τόσο «χαλαρές», που πολλοί εκτιμούν πως δύσκολα η ρύθμιση θα τύχει πραγματικά ευρείας εφαρμογής.  
 
Ο νόμος προβλέπει ότι για τις μικρές επιχειρήσεις (με τζίρο έως 2,5 εκατ. ευρώ) θα μπορούν να «κουρεύονται» δάνεια ύψους έως 500.000 ευρώ, είτε μέχρι και 50% είτε σε τέτοιο ποσοστό, ώστε να αντιστοιχούν στο 25% της περιουσιακής τους κατάστασης (ακίνητα κ.ά.), εφόσον όμως πληρούνται μια σειρά από σωρευτικά κριτήρια. 
 
Δικαίωμα υπαγωγής στον νόμο για τη ρύθμιση και διαγραφή των χρεών τους θα έχουν όσες εταιρείες και ελεύθεροι επαγγελματίες:
– είχαν κύκλο εργασιών μέχρι 2,5 εκατ. ευρώ στις 31/12/2013, 
– συνεχίζουν να λειτουργούν, 
– δεν έχουν υποβάλει αίτηση υπαγωγής στον νόμο Κατσέλη (Ν.3869/2010) ή στον Πτωχευτικό Κώδικα, 
– δεν έχουν καταδικαστεί με τελεσίδικη απόφαση για φοροδιαφυγή ή απάτη σε βάρος του Δημοσίου. 
 
Για να θεωρεί η οφειλή τους στην τράπεζα «επιλέξιμη» προς διαγραφή ως προς το κεφάλαιο και τους τόκους θα πρέπει οι οφειλέτες μέχρι τις 30 Ιουνίου 2014: 
– να έχουν καθυστερημένη οφειλή τουλάχιστον 90 ημερών, 
– να μην έχουν φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα ή να έχουν αποκτήσει μετά από ρύθμιση, 
– και η τράπεζα να έχει σχηματίσει πρόσθετη ειδική πρόβλεψη για ένα ή περισσότερα δάνεια μέχρι τις 31.12.2014. 
 
Για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις δεν υπάρχουν προκαθορισμένα κριτήρια υπαγωγής στη ρύθμιση. Αρκεί να υποβάλουν αίτημα στους πιστωτές και να βρεθεί το κρίσιμο 50,01% που θα συμφωνήσει τόσο μεταξύ τους όσο και με τους μετόχους, σε συγκεκριμένο σχέδιο αναδιάρθρωσης της εταιρείας το οποίο μπορεί να προβλέπει από μετοχοποίηση χρεών και απευθείας διαγραφές, μέχρι αναχρηματοδότηση, επιμήκυνση, «και κάθε άλλο πρόσφορο μέσο».