Οι παρατηρήσεις που ακολουθούν δεν είναι παρά προσωπικές μου σκέψεις. Σκέψεις που δεν έχουν να κάνουν τόσο με το ίδιο το γεγονός της παρουσίας του Γιώργου Σταθάκη και του Γιάννη Μηλιού στο City του Λονδίνου, όσο με το γενικότερο τοπίο που ανοίγεται μπροστά μας.
 
 Οι αρχικές αντιδράσεις που ξέσπασαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού  στο Λονδίνο επικεντρώθηκαν στην γνωστή ρετσινιά περί διγλωσσίας (το σύνδρομο του Τέξας). Οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ, λέει, έσπευσαν να καθησυχάσουν τους διεθνείς επενδυτές – άλλα λένε σε μας και άλλα στο εξωτερικό.
 
Παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι στη διαπίστωση αυτή συμπίπτουν κέντρα που εκφράζουν την κυβερνητική πολιτική, επιφορτισμένα με την αποδόμηση της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και πόλοι που κριτικάρουν την πολιτική του εξ αριστερών, εν ονόματι μιας «ιδεολογικής καθαρότητας».
 
Το επιχείρημα φαντάζει στα μάτια μου αφελές. Φυσικά και οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ πήγαν στο City με σκοπό να καθησυχάσουν τους διεθνείς επενδυτές! Το παράδοξο (και προβοκατόρικο) θα ήταν να πήγαιναν εκεί για να τους πουν τραβηχτείτε μακριά, όταν πάρουμε την εξουσία προτιθέμεθα να σας αλλάξουμε τον αδόξαστο, να σας κυνηγήσουμε, να σας υπερφορολογήσουμε, να σας πετάξουμε έξω από την ελληνική οικονομία ως μιάσματα, να τα κάνουμε όλα λίμπα.
 
Για να το διατυπώσω αλλιώς, στο City ή πας ή δεν πας. Αν θέλεις να κυβερνήσεις πηγαίνεις, και προσπαθείς ν’ ανοίξεις κανάλια επικοινωνίας και διαλόγου με διεθνή φόρα, με τράπεζες, με επενδυτές, με funds, μ’ αυτό που με δύο λέξεις αποκαλούμε «οι αγορές». Αν δεν θέλεις να πας σημαίνει ότι δεν προτίθεσαι να κυβερνήσεις, απλώς συγκεντρώνεις δυνάμεις προς όφελος της κομματικής ευμάρειάς σου και εν ονόματι μιας μελλοντικής, πάντα σε χρόνο αόριστο, κατάληψης της εξουσίας όταν φθάσει το πλήρωμα του χρόνου κατά τας γραφάς – κάτι σαν τη Δευτέρα Παρουσία.
 
Το θέμα λοιπόν δεν είναι αν οι συριζαίοι πήγαν στο Λονδίνο για να καθησυχάσουν τις αγορές, το θέμα είναι με ποιο τρόπο προσπάθησαν να το πετύχουν. Αν όσα τους είπαν ανταποκρίνονται στο κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Τίποτα αντίθετο δεν προέκυψε, παρότι είναι γνωστό ότι στη Λεωφόρο Συγγρού κάτι τέτοιες δημόσιες τοποθετήσεις τις βάζουν κάτω από τα μικροσκόπιά τους, αν όχι και στη μονταζιέρα.
 
Και ήρθε μετά το μέιλ αυτού του Τζόερκ Σπόνερ, που σπεύσαμε να τον κάνουμε φίρμα. Καταρχήν να πούμε ότι τα όσα αναφέρονται στο μέιλ επιβεβαιώνουν εν πολλοίς, όπως άλλωστε προκύπτει και από άλλες πηγές, ότι οι τοποθετήσεις των εκπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ ήταν συμβατές με τις τοποθετήσεις του κόμματος. Τίποτα παράξενο εδώ, εκείνοι είπαν τα συνηθισμένα και ένας άνθρωπος των αγορών, κατά πώς φαίνεται υστερικός φιλελεύθερος, τα ερμήνευσε κατά το δοκούν, ειρωνευόμενος την αριστερή θεώρηση των πραγμάτων και προβλέποντας λιμούς, λοιμούς και καταποντισμούς, όπως κάνουν κάθε μέρα ντόπιοι ομοϊδεάτες του.
 
Το ενδιαφέρον εδώ είναι ο τρόπος που τέτοια μικροπράγματα διογκώνονται από τα μίντια. Λίγο η ανάγκη να βγει ένα εντυπωσιακό θέμα, περισσότερο το πουσάρισμα από κέντρα που επιδιώκουν την αποδόμηση των θέσεων της ελληνικής Αριστεράς, δεν θέλει πολύ για να βγουν εντυπωσιακοί τίτλοι, ν’ αρχίσει το πίτσι πίτσι στα κανάλια και να τροφοδοτηθεί η αντιπαράθεση των κομματικών γραφείων τύπου.
 
Ουδεμία έκπληξη και εδώ, η Αριστερά πρέπει να τα περιμένει αυτά στην πορεία προς τις εκλογές. Τι λέω, τέτοια περιστατικά θα αποτελούν πταίσματα μπροστά σε όσα έχουν να δουν τα ματάκια μας με την επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων στις αρχές του 2015.
 
Ο κόσμος της Αριστεράς, οι Έλληνες πολίτες γενικότερα, πρέπει να είναι έτοιμοι ν’ ακούσουν σημεία και τέρατα, πρέπει να κοσκινίζουν την κάθε είδηση και την κάθε πληροφορία που θα βλέπει το φως της δημοσιότητας, να μη γίνονται εύκολο θύμα της όποιας προπαγάνδας.
 
Η σύσταση αφορά και τους υπόλοιπους σχηματισμούς της Αριστεράς, οι οποίοι, τελώντας υπό την πίεση της πόλωσης, ενδέχεται να νομίσουν ότι θα βρουν σανίδα σωτηρίας σε τέτοιες μεθοδεύσεις. Αλλά δεν είναι καθόλου έτσι, με τέτοιες μεθόδους δεν ευνοείται σε καμία περίπτωση η διαπάλη των απόψεων εντός της Αριστεράς, ευνοείται μονάχα το σύστημα εξουσίας, που ετοιμάζεται να δώσει με νύχια και με δόντια τη μάχη για τα μακροχρόνια προνόμιά του.
 
Ο κόσμος της Αριστεράς, γενικότερα ο ελληνικός λαός, αλλά φυσικά και τα κομματικά επιτελεία, πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για ένα πολιτικό τοπίο όπου κάθε δήλωση, κάθε δημόσια παρέμβαση στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, κάθε ταξίδι, ομιλία, συνάντηση, κάθε εσωκομματική διαδικασία και απόφαση θα βρίσκονται υπό συνεχή έλεγχο, κριτική, διαστρέβλωση, παρερμηνεία ή εκμετάλλευση από πομπούς ιδιαιτέρως ισχυρούς.
 
Αυτό αποκτά μεγάλη σημασία αν λάβει κανείς υπόψη του την καχυποψία που συχνά επικρατεί στο χώρο της Αριστεράς, μια καχυποψία που συχνά υπερβαίνει σε ένταση ακόμα και την (καλώς ή κακώς εννοούμενη) ανυπομονησία ενόψει της εξουσίας. Ένα υγιές κατ’ αρχήν φαινόμενο, το οποίο υπό προϋποθέσεις μπορεί να μετατραπεί σε παθογένεια και να στερήσει από την Αριστερά μέρος της εύλογης αυτοπεποίθησής της ενώπιον εξελίξεων ιστορικών.
 
Αν σε όλ’ αυτά συνυπολογίσει κανείς την εγγενή ροπή του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να οδηγείται από μόνη της σε φτηνά φάουλ, σε αυτογκόλ, σε χαοτικές καταστάσεις αυτομαστιγώματος και σε δυσκολίες επικοινωνιακής διαχείρισης των εύλογων διλημμάτων που απορρέουν από την εντελώς νέα συγκυρία, κι ακόμα την ψυχολογία του φαβορί και το στρες του νεοφώτιστου στη διεκδίκηση της εξουσίας, οι κίνδυνοι πολλαπλασιάζονται.
 
Προφανώς δεν είναι ώρα για επιπολαιότητες και λάθη, αλλά δεν είναι και ώρα για φοβίες. Η Αριστερά πρέπει κατά τη γνώμη μου να τολμάει, πρέπει να δοκιμάζει τις δυνάμεις της σε κάθε ευκαιρία, να πραγματοποιεί ανοίγματα, να παίρνει ρίσκα, να διευρύνει τα πεδία της παρουσίας της, να αυξάνει τους βαθμούς ελευθερίας της, να δώσει όλες τις ευκαιρίες στον εαυτό της να λάμψει και να ηγεμονεύσει.
 
Όχι για χάρη επικοινωνιακών πυροτεχνημάτων αλλά επί της ουσίας. Όχι στο πλαίσιο του οποιουδήποτε πολιτικού καιροσκοπισμού (στα πρότυπα άλλων παραδειγμάτων που εφαρμόστηκαν σε άλλη συγκυρία και από άλλης ποιότητας και στόχευσης πολιτικούς φορείς), αλλά επί τη βάσει του ιστορικού της ρόλου. Και πάνω απ’ όλα, επί τη βάσει των αρχών της.