Οι φαρμακοποιοί κάνουν λόγο για «μνημονιακό νόμο Βορίδη που εξαναγκάζει τους φαρμακοποιούς να αστυνομεύουν τους ασφαλισμένους, προκειμένου να λαμβάνουν τα φθηνότερα φάρμακα» και υποστηρίζουν ότι ως επιστήμονες υγείας δεν μπορούν να συνηγορήσουν στους ενδεχόμενους κινδύνους από την «υποχρεωτική» αλλαγή της φαρμακευτικής αγωγής, υπογραμμίζοντας ότι «δεν θα γίνουν οι αστυνόμοι των ασφαλισμένων».
 
Σύμφωνα με την εγκύκλιο, οι φαρμακοποιοί είναι υποχρεωμένοι να διαθέτουν ως απόθεμα και να χορηγούν το φαρμακευτικό προϊόν με τη χαμηλότερη λιανική τιμή για κάθε δραστική ουσία, περιεκτικότητα και συσκευασία από τα φάρμακα που περιέχονται στη θετική λίστα συνταγογραφούμενων προϊόντων. Κατά την εκτέλεση της συνταγής οι φαρμακοποιοί υποχρεούνται να γνωστοποιήσουν στον ασθενή το φθηνότερο φάρμακο και το ποσοστό συμμετοχής που αντιστοιχεί σε αυτό. 
 
Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος επιλέξει ακριβότερο σκεύασμα καταβάλλει τη διαφορά που προβλέπει η νομοθεσία, δηλαδή τη διαφορά μεταξύ ασφαλιστικής και λιανικής τιμής του φαρμάκου που επέλεξε, συν το 25% της συμμετοχής του, και υπογράφει σε ειδικό χώρο πάνω στη συνταγή.
 
Επιπλέον, ο ΕΟΠΥΥ οφείλει να ελέγχει σε μηνιαία βάση τις συνταγές των φαρμακοποιών και σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι οι φαρμακοποιοί δεν χορηγούν στον ασθενή το φθηνότερο φάρμακο ή ότι ο ασθενής δεν υπέγραψε στη συνταγή ότι λαμβάνει το ακριβότερο φάρμακο αντί του φθηνότερου γενόσημου, τότε θα καλούνται να δώσουν εξηγήσεις μέσα σε δέκα ημέρες. Εάν οι εξηγήσεις δεν κριθούν επαρκείς, μπορεί να επιβληθεί πρόστιμο από 500 έως 5.000 ευρώ ή να αποκλειστεί το φαρμακείο προσωρινά από την εκτέλεση συνταγών του ΕΟΠΥΥ, από έναν έως έξι μήνες.
 
Η επανακοινοποίηση της εγκυκλίου προκάλεσε την άμεση αντίδραση του Πανελληνίου Φαρμακευτικού Συλλόγου, ο οποίος με ανακοίνωσή του τονίζει ότι η απόφαση είναι ανεφάρμοστη και ζητά από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας να την ανακαλέσει.

(με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, in.gr)