Είναι προφανές, λένε ψυχολόγοι όπως ο καθηγητής Craig Jackson, ότι ο πιλότος της GermanWings συμπεριφέρθηκε σαν ένας «mass spree-killer», ένας μανιακός δολοφόνος. Ο Lubitz ενήργησε με τον ίδιο τρόπο, όπως οι «σφαγείς» στα σχολεία των Η.Π.Α., που αφού διαπράττουν τη θηριωδία τους, στη συνέχεια, εκτελούν και τον εαυτό τους. 

Το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από τη φωνητική καταγραφή του «μαύρου κουτιού», η αναπνοή του ήταν απόλυτα φυσιολογική καθώς οδηγούσε το αεροσκάφος στη συντριβή, αναδεικνύει την ψυχολογία  του ανθρώπου που προχωρά σε μια υπολογισμένη δολοφονία και στη συνέχεια αυτοκτονεί και ο ίδιος. Ο εισαγγελέας Brice Rubin, δήλωσε πως «Η αναπνοή του δεν ήταν κάποιου που αγωνιζόταν. Ποτέ δεν είπε ούτε μία λέξη. Η απόλυτη σιωπή επικρατούσε στο πιλοτήριο για τα δέκα τελευταία λεπτά. Τίποτα.».

Οι χειριστές αεροσκαφών είναι από τα πιο υγιή στρώματα του πληθυσμού κι αυτό γιατί οι αεροπορικές εταιρίες «σκανάρουν» την υγεία αυτών των υπαλλήλων τους κάθε έξι μήνες, ακριβώς επειδή η υγεία τους είναι κρίσιμη για την αεροπορική ασφάλεια, που μπορεί να κοστίσει πολλά.

Εν τούτοις, και οι πιλότοι εξαντλούνται και οι πιλότοι «καίγονται» εργασιακά. Το ίδιο άλλωστε είχε συμβεί στον Lubitz και το 2008, όταν υποχρεώθηκε να διακόψει την εκπαίδευση του επειδή είχε εξαντληθεί. Και όπως συνήθως, τα πάσης φύσεως αφεντικά βεβαιώνουν ότι οι εργαζόμενοι τους είναι 100% υγιείς και μπορούν να εργαστούν, αλλά μόνο το κάθε-συγκεκριμένο ανθρώπινο πρόσωπο «γνωρίζει» την εσωτερική του οδύνη. Ο «πόνος» είναι μια ιστορία εντελώς υποκειμενική, γι’ αυτό άλλωστε δεν έχουν ακόμη εφευρεθεί τα «πονόμετρα».

Η αλήθεια είναι ότι όλο και πιο συχνά οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν πια. 

Γιατί ας μην ξεχνάμε, ότι μπορεί όταν “αυτοκτονεί” ένας πιλότος παίρνοντας μαζί του στο θάνατο άλλους 149 να είναι τραγωδία, ενώ όταν αυτοκτονεί -πηδώντας από τον 3ο όροφο- ένας Κινέζος εργαζόμενος να είναι απλά ..Παρασκευή απόγευμα, αλλά το γεγονός παραμένει, ότι ο θάνατος και των δυο δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια εργατική αυτοκτονία, μια κραυγή κοινωνικής διαμαρτυρίας για τη χωρίς νόημα υπερ-εντατικοποιημένη Εργασία.

Το φαινόμενο της αυτοκτονίας στο χώρο εργασίας, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο των «εργατικών δικαιωμάτων»,  μπορεί να μας συγκλονίζει, αφού συμβαίνει περισσότερο σπάνια απ’ ότι το εργατικό ατύχημα, αλλά και τα δύο έχουν την ίδια γενεσιουργό αιτία, που δεν είναι άλλη από την αναγνώριση της ανθρώπινης ύπαρξης ως παράγοντα, συντελεστή, μέσο και αναλώσιμο υλικό, προς τον στόχο της οικονομικής αποτελεσματικότητας.  

Το εργατικό ατύχημα μετατρέπεται σε εργατική αυτοκτονία, όταν μερικά πολύ σοβαρά πράγματα πάνε στραβά. Όταν το ανθρώπινο πρόσωπο, προτιμά εν τέλει το θάνατο από τη ζωή.

Ο εργαζόμενος που αυτοκτονεί βλέπει τον κόσμο μέσα από ένα μονοδιάστατο –μονόδρομο τούνελ, νοιώθοντας πως συμμετέχει σε μιαν ιδιότυπη μορφή κοινωνικής διαμαρτυρίας αυτοκτονώντας ενώ εργάζεται, έτσι που ο θάνατος του γίνεται ένα σύμβολο απέχθειας, τόσο για την Εταιρεία, όσο και για την Εργασία του.

Το εντυπωσιακό είναι ότι η ψυχική του υγεία θα μπορούσε να ήταν μια χαρά, αλλά ορισμένες πτυχές της προσωπικότητας του, σε συνδυασμό με κάποιο άγχος, θα μπορούσαν να είναι ο καταλύτης για το περιστατικό.

Ο Lubitz, όπως και οι μαζικοί δολοφόνοι δεν είναι «τρελλοί», όπως πιστεύει πολύς κόσμος, δεν είναι μανιακοί εκτός ελέγχου, αλλά προχωρούν στην υλοποίηση ενός σχεδίου που έχουν προετοιμάσει καλά από πριν. Όπως και εδώ, όπου ο Lubitz περίμενε υπομονετικά να βγει ο συνάδελφος του από το πιλοτήριο και στη συνέχεια κλείδωσε την πόρτα ασφαλείας με τρόπο ώστε να είναι αδύνατον να ανοίξει. Ήξερε ακριβώς τι να κάνει και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι ίσως είχε «δουλέψει» και πριν το σχέδιο του σε κάποιον εξομοιωτή πτήσης, σαν ένα παιχνίδι video game.

Η πληροφορία ότι ο Lubitz υπέφερε στο παρελθόν από κατάθλιψη, αναδεικνύει, επίσης, ένα άλλο πρόβλημα. Το κατά πόσον το εργασιακό στάτους, η κοινωνική αποδοχή μέσω της εργασίας, ενός χειριστή αεροσκαφών, επιτρέπει τελικά την πλήρη και ολοκληρωμένη αποθεραπεία μιας ψυχικής νόσου, ή αυτή εγκαταλείπεται στη μέση εξ’ αιτίας του φόβου της κακής φήμης και των επαγγελματικών της συνεπειών. Η δουλειά του πιλότου είναι μια δουλειά συχνά εξοντωτικής πίεσης και ίσως αυτό να εξηγεί το πλήθος των περιστατικών πιλότων, που προσπαθούν να «αυτοθεραπευθούν» με το αλκοόλ.

Το γεγονός ότι η Εργασία είναι ο χείμαρρος που σπάει το φράγμα της ψυχικής υγείας, ύστερα από τις συνεχείς κοινωνικές, προσωπικές, οικογενειακές και άλλες «καταιγιστικές βροχοπτώσεις», δεν μειώνει ούτε στο ελάχιστο τη σημασία του.
Υπάρχει όμως και μια άλλη ανατριχιαστική λεπτομέρεια: η ένδειξη ότι η απρόβλεπτη πορεία πτήσης πάνω απο ορισμένα νησιά της περιοχής, αποκαλύπτει τη διάθεση του «αυτόχειρα» να ρίξει μια τελευταία ματιά στον τόπο που γεννήθηκε…

Δεν έχουμε ακόμη πληροφορίες για το αν ο γερμανός πιλότος είχε κάποια σύντροφο, αλλά η εμπειρία από τις περιπτώσεις των «μαζικών δολοφόνων» αυτής της μορφής, μας δείχνει ότι οι άνθρωποι αυτοί τείνουν να είναι μοναχικοί και δεν διαθέτουν την κοινωνική υποστήριξη που θα μπορούσε να τους βοηθήσει. Βυθίζονται μέσα στη νεύρωση και τον παθολογικό ναρκισσισμό, παντελώς εγκαταλελειμένοι και ανυπεράσπιστοι και από τα δύο στηρίγματα της ύπαρξης: τη δημιουργική Εργασία και την αλληλέγγυα οικογένεια. Στηρίγματα τα οποία κανένα κράτος –ακόμη και το γερμανικό- δεν μπορεί να υποκαταστήσει. 

Το άρθρο στολίζει το έργο του Ντιέγκο Ριβέρα «Ο Άνθρωπος στο Σταυροδρόμι»