του Πέτρου Παπαβασιλείου

Κορυφώνονται οι διεργασίες στο προσκήνιο και το παρασκήνιο ενόψει της «τελικής λύσης» για την αντιμετώπιση του ελληνικού ζητήματος στο φόντο της επικείμενης Συνόδου Κορυφής που θα διεξαχθεί στις 21 Μαϊου στη Ρίγα της Λετονίας. Την ίδια στιγμή έντονο σκεπτικισμό στo Μέγαρο Μαξίμου προκαλεί η αμφίθυμη στάση των ευρωπαίων εταίρων οι οποίοι δύο μόλις 24ωρα μετά την ολοκλήρωση του τελευταίου Eurogoup ήγειραν ανεπισήμως νέες σκληρές αιτιάσεις, ευθέως δυσανάλογες προς το φαινομενικά ευνοϊκό κλίμα που επικράτησε τη Δευτέρα στη συνάντηση Βαρουφάκη – Σόϊμπλε και αποτυπώθηκε αργότερα στο επίσημο ανακοινωθέν («καλωσορίζουμε την πρόοδο που μέχρι στιγμής έχει επιτευχθεί»).
Η αρνητική αυτή εξέλιξη και το πισωγύρισμα στην ποσοτικοποίηση –προάγγελος της οποίας ήταν κατά μία έννοια και η επιμονή ορισμένων μελών του Eurogroup να οριοθετηθούν εκ νέου και εκτός προγράμματος οι «κόκκινες» γραμμές της ελληνικής πλευράς, περίπου στη μέση της τελευταίας συνεδρίασης,- επανέφερε στο τραπέζι των κυβερνητικών συσκέψεων τις εναλλακτικές επιλογές. Ο πρωθυπουργός αν και δείχνει να επιμένει στην αναζήτηση θεσμικής λύσης μέσα από μία νέα διετή συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους, τις τελευταίες ώρες -όχι τυχαία- προβάλει ξανά ότι ήδη έχουμε διανύσει μεγάλη απόσταση στο δρόμο προς τη σύγκλιση, αναμένοντας ή ευελπιστώντας πως και η άλλη πλευρά θα δώσει απτά δείγματα θετικής διάθεσης.

Ωστόσο, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, οι ευρωπαίοι δεν αναμένεται το επόμενο διάστημα να ανταποκριθούν στις (όποιες) υποχωρήσεις της Αθήνας. Αντιθέτως μάλιστα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, πιο πιθανή φαντάζει η αύξηση των πιέσεων από το «στρατόπεδο» των δανειστών η οποία μπορεί να φτάσει έως και το σημείο ενός οριακά ανεκτού εξευτελισμού. Η επιλογή αυτή των ξένων παραγόντων –εφόσον έτσι εξελιχθούν τα πράγματα- δεν αποσκοπεί κατ΄ ανάγκην στον υποβιβασμό του προσώπου του Έλληνα πρωθυπουργού αλλά στην επιθυμία του Βερολίνου να ανακόψει δραστικά τις τάσεις εναντίωσης απέναντι στα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής.

Ένας από τους βασικούς στόχους των λευκών κολάρων της οικονομικής ευρωπαϊκής ορθοτομίας είναι η εξάπλωση της λιτότητας σε όλα τα μήκη της ζώνης του ευρώ και η αναγωγή της σε δόγμα και πυλώνα. Όμως το waterzooi (παραδοσιακή βελγική ψαρόσουπα) μάλλον αρχίζει και «κόβει». Στην Ισπανία η απήχηση των Podemos ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου παραμένει υψηλή παρά το ότι οι δημοσκοπήσεις θέλουν να δείχνουν υποχώρηση της επιρροής του κόμματος του Πάμπλο Ιγκλέσιας. Στην Ιταλία ο ευρωσκεπτικισμός βρίσκει ολοένα και περισσότερες μορφές έκφρασης, στη Γαλλία η Λεπέν συνεχίζει να αποτελεί αντίβαρο, ενώ στη Μεγάλη Βρετάνια η διεξαγωγή δημοψηφίσματος έως το 2017 ή νωρίτερα για την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε. («Brexit») ήδη δημιουργεί σοβαρούς κλυδωνισμούς ως προς την κατάρτιση των επόμενων κοινοτικών προϋπολογισμών.

Ταυτόχρονα, ειδικοί επιστήμονες κρούουν των κώδωνα του κινδύνου για «ταχεία αποβιομηχάνιση της Ευρώπης» και «φυγή καταθέσεων από τις ασφαλείς τράπεζες της Γερμανίας προς τα αμερικανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που προσφέρουν υψηλότερα επιτόκια». Κάτω από αυτές τις συνθήκες και με ανοικτό το ελληνικό ζήτημα η διάλυση της Ευρωζώνης είναι το ίδιο πιθανή όσο και ένα Grexit. Μόνο που οι αυτάρεσκοι εραστές της real politic (εντός και εκτός Ελλάδας) προσπερνούν το πρώτο -βέβαιοι ότι οι μηχανισμοί ασφαλείας θα αντέξουν- και προσκολλώνται στο δεύτερο.

Εάν το ΔΝΤ αποχωρήσει από την Ευρώπη ή η Ελλάδα σταματήσει την εκροή αποπληρωμών προς τη Νέα Υόρκη θα δημιουργηθούν σοβαρά οικονομικά, τεχνικά και θεσμικά προβλήματα. Η ΕΚΤ θα βρεθεί αντιμέτωπη με καταστατικά ζητήματα -που μπορεί να προκαλέσουν και την πλήρη αποστασιοποίησή της- με συνέπεια όλο το βάρος της στήριξης των προγραμμάτων διάσωσης να πέσει στους ώμους της Κομισιόν και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ESM (European Stability Mechanism). Η Αθήνα γνωρίζει τη δυναμική των επιπτώσεων από μια προσωρινή στάση απο-πληρωμών προς το ΔΝΤ, αλλά δεν την προκρίνει -επί του παρόντος- γιατί δεν υπάρχει βεβαιότητα για την αξιοπιστία των εναλλακτικών προτάσεων. Μπορεί ο γνωστός και μη εξαιρετέος στο εγχώριο και διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα Παναγιώτης Ρουμελιώτης να αναζητά τρόπους για την συμμετοχή της Ελλάδας στη νέα αναπτυξιακή τράπεζα των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Ν. Αφρική), μετά από εντολή του κ. Δραγασάκη, ωστόσο η κυβέρνηση δεν πρόκειται να πει εντελώς απαίδευτα το «да», ναι στα ρωσικά, εάν προηγουμένως δεν υπάρξουν σοβαρές εγγυήσεις αποτυπωμένες έστω σε κάποια ανεπίσημη σύμβαση. Καήκαμε στο χυλό με τους Ευρωπαίους, μην πάθουμε το ίδιο και με τους Ρώσους. Βέβαια έγκυρες διπλωματικές πηγές ισχυρίζονται ότι ο Πούτιν, αυτή τη φορά, ό,τι έχει υποσχεθεί στον πρωθυπουργό το εννοεί. Και όχι μόνο αυτό: «Η Μόσχα θέλει να καταστήσει ενεργειακό κόμβο την Ελλάδα» για τους δικούς της ευκόλως εννοούμενους λόγους.

Ο κ. Τσίπρας φαίνεται να έχει θέσει ως νέο κομβικό χρονικό σταθμό την 21η Μαϊου, ημερομηνία σύγκλησης της Συνόδου Κορυφής. Τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν πως εάν δεν αποσπάσει μια πολιτική απόφαση ή δεν δει φως στο ορίζοντα για την άρση του ελληνικού αδιεξόδου πιθανότατα θα ρίξει το «χαρτί» της Ρωσίας. Χωρίς να είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε το ποσοστό επιτυχίας μιας τέτοιας επιλογής, ο πρωθυπουργός δεν αποκλείεται να επιδιώξει κίνηση ρουά-ματ παρά το γεγονός ότι δεν θέλει να ρισκάρει τη ρήξη βάζοντας τη χώρα σε περιπέτειες. Μήπως όμως ήδη βρισκόμαστε σε πολύ μεγάλες περιπέτειες; Οι ευρωπαίοι τα θέλουν σχεδόν όλα, ενώ κάποιοι άλλοι (φίλοι των ευρωπαίων) θέλουν ένα νέο πρόγραμμα που θα περιλαμβάνει την ιδιωτικοποίηση όχι μόνο 14 αλλά και περισσότερων αεροδρομίων (δηλαδή μια πιο ακραία σύμβαση από αυτήν που επιχείρησε να κλείσει η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου). Είναι οξύμωρο αλλά το πρόβλημα δεν είναι πλέον τα εργασιακά (υπάρχει έντονη φημολογία ότι την άλλη εβδομάδα μπορεί να εμφανιστεί σχέδιο νόμου για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων) αλλά οι ιδιωτικοποιήσεις…