Μπορεί οι κόντρες κυβέρνησης  με Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ να κυριάρχησαν στην επικαιρότητα με αφορμή την συζήτηση του νομοσχεδίου για τις τηλεοπτικές άδειες. Όμως οι παραδοχές δύο κεντρικών στελεχών της κυβέρνησης, του Γιάννη Δραγασάκη και του Νίκου Βούτση, κατά την διάρκεια της συζήτησης του νομοθετήματος στην Βουλή, ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτικές σχετικά με την ουσία των όσων ισχύουν σήμερα στον χώρο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.

Του Γεράσιμου Λιβιτσάνου

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης εκτίμησε ότι τα θαλασσοδάνεια των καναλιών έχουν δημιουργήσει μία «τρύπα» 1 δισεκατομυρίου ευρώ στο τραπεζικό σύστημα, που θα υποθέτει κανείς ότι κληθούν να πληρώσουν και οι φορολογούμενοι μέσω της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Παράλληλα ο Πρόεδρος της Βουλής, επισήμανε ότι την περίοδο 2004-2005, όταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο συζητήθηκε και απορρίφθηκε η πρωτοβουλία της τότε κυβέρνησης για τον Βασικό Μέτοχο, εγκαθιδρύθηκε στην Ελλάδα η αντίληψη του τηλεοπτικού προϊόντος ως «εμπορευμα» και έκτοτε υπόκειται στους αντίστοιχους ευρωπαικούς κανόνες.
 

Δανεικά κι αγύριστα 1 δις ευρώ

Ξεχωριστή σημασία είχε η παρέμβαση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης ο οποίος ανέφερε ότι τα χρέη των επιχειρήσεων μέσων ενημέρωσης προς το τραπεζικό σύστημα ξεπερνά το 1.000.000.000 ευρώ, ενώ άφησε αιχμές για σαφέστερα στοιχεία όταν θα συζητηθεί στην Βουλή το θέμα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

Ο Γ.Δραγασάκης σημείωσε χαρακτηριστικά πως «ο δανεισμός των επιχειρήσεων παροχής ενημέρωσης. Δεν έχουμε ακριβή στοιχεία. Κάποια στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί πλησιάζουν, από ό,τι φαίνεται, την πραγματικότητα και αυτή λέει ότι τα χρέη των επιχειρήσεων αυτών υπερβαίνουν το ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Είναι ενα δισεκατομμύριο ευρώ και πλέον». Συνέχισε επισημαίνοντας ότι «έχουμε επιχειρήσεις «βαμπίρ», δηλαδή επιχειρήσεις οι οποίες ζουν εφόσον δανείζονται». Δεν δίστασε μάλιστα να σχολιάσει πως «οι τράπεζες δεν είναι πια δανειστές των επιχειρήσεων. Οι τράπεζες είναι οι πραγματικοί κεφαλαιούχοι των επιχειρήσεων».
Μάλιστα εκτίμησε ότι τα κεφάλαια που έχουν διατεθεί θα αποτελέσουν μόνιμη ζημιά στο τραπεζικό σύστημα. Όπως χαρακτηριστικά είπε «το πρόβλημα είναι ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις μέσων μαζικής ενημέρωσης έχουν αρνητική καθαρή θέση. Έχουν χάσει τα κεφάλαιά τους μετά από σειρά ζημιογόνων χρήσεων. Άρα, μιλάμε για δανεικά κι αγύριστα κι αυτό πρέπει το Κοινοβούλιο να το γνωρίζει. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα δάνεια αυτά δεν θα εξοφληθούν».

Περιγράφοντας πιο αναλυτικά το «σφιχταγκάλιασμα» των καναλαρχών με το τραπεζικό κεφάλαιο ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης επισήμανε ότι αυτό «περνάει»και μέσα από το …επίσημο έσοδο των ΜΜΕ, δηλαδή την διαφήμιση. Όπως ανέφερε ο Γ.Δραγασάκης, «και εδώ, δεν έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα, γιατί δυστυχώς στις τράπεζες δεν υπάρχει κάποιο σύστημα διαύγειας. Οι τράπεζες δηλαδή δεν αναρτούν κάπου να ξέρει κανείς πόσες χορηγίες κάνουν και πού, σε ποια κανάλια ή σε ποια sites δίνουν χρηματοδοτήσεις. Όταν κάποιο site, παραδείγματος χάριν, φωνάζει: «Κάτω τα χέρια από τους τραπεζίτες!», το κάνει επειδή το πιστεύει ή μήπως υπάρχει από πίσω μία χορηγία, η οποία έχει ως αντάλλαγμα τις κραυγές αυτές;». Πάντως ξεκαθάρισε ότι  «από τα ανεπίσημα στοιχεία, πάντως, που έχουμε προκύπτει το εξής ενδιαφέρον συμπέρασμα. Σε πολλές περιπτώσεις οι τράπεζες δεν δίνουν μόνο δάνεια, αλλά με τις διαφημίσεις που δίνουν στα κανάλια καλύπτουν και μεγάλο μέρος των τόκων των δανείων τα οποία δίνουνε. Διαμορφώνεται δηλαδή ένα κλειστό σύστημα. Έχουμε επιχειρήσεις, οι οποίες γίνονται με δανεικά κι έχουμε και σε ορισμένες περιπτώσεις τα δάνεια σε αυτές τις επιχειρήσεις να εξυπηρετούνται από τους δανειστές, δηλαδή τις τράπεζες». Μάλιστα στην παρέμβασή του επισήαμνε επίσης ότι «αυτό είναι λίγο-πολύ το σύστημα που έχουμε σήμερα, για το οποίο πρέπει να προσθέσω ότι η τρόικα δεν ώθησε προς την αλλαγή του, αλλά το προστάτευσε».

 

Ν.Βούτσης: ‘Ηττα της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, με αφορμή τον βασικό μέτοχο

 

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, ήταν η παρέμβαση που έκανε ο Πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, επισημαίνοντας ότι την διετία 2004-2005 όταν συζητούνταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο η υπόθεση του «βασικού μετόχου» ουσιαστικά καθορίστηκε ο τρόπος με τον οποίο υποχρεώθηκε η χώρα να αντιμετωπίζει το θέμα των Μέσων Ενημέρωσης. Το παραγόμενο προϊόν να θεωρείται εμπορικό και όχι πολιτισμικό, οπότε να ορίζονται ανάλογα και οι πολιτικές προτεραιότητες. Μάλιστα χαρακτηριστική ήταν η αναφορά του: «Υπέστη ήττα η Δημοκρατία στην Ελλάδα».

‘Όπως είπε ο Νίκος Βούτσης, «σε αυτήν τη Βουλή πριν από δώδεκα ή δεκατρία χρόνια έγινε πολύ έντονη συζήτηση για τον βασικό μέτοχο» και «τότε υπέστη μία ήττα η Δημοκρατία στην Ελλάδα» αν και «η Αριστερά -και τα δύο κόμματα της Αριστεράς- τότε είχε ψηφίσει τα περισσότερα άρθρα στο τελικό νομοσχέδιο και στην τελική σύγκρουση που έγινε». Επισήμανε πώς την περίοδο που συζητούνταν το θέμα του βασικού μετόχου «στήθηκε lobby στις Βρυξέλλες, που έστησε εναντίον της Ελληνικής Δημοκρατίας, δηλαδή μία νομοθεσία που έθετε εκποδών τα ασυμβίβαστα για τους μεγάλους, lobby επί δύο μήνες από μεγάλα συμφέροντα ντόπια από εδώ. Και έγινε πάρα πολύ σκληρή σύγκρουση, όπου ηττήθηκε η Κυβέρνηση. Ηττήθηκε η Κυβέρνηση και οι αρμόδιοι και ο Πρωθυπουργός. Διότι τότε ήταν ένα σταυροδρόμι, ήδη είχε συνειδητοποιηθεί το πώς είχε πάει στρεβλά η ιστορία της ιδιωτικής τηλεόρασης. Είχε συνειδητοποιηθεί και ήταν μια μεγάλη ευκαιρία για να μπουν τα πράγματα σωστά, σε τάξη. Δεν μπήκαν. Και ξέρετε γιατί δεν μπήκαν;  Διότι ενώ υπήρχε η ολλανδική νομολογία, για να θεωρηθούν πολιτιστικό προϊόν τα media και το άνοιγμα στην τηλεόραση και άρα να αντιμετωπιστεί με κάποιες νόρμες και αξίες και κανόνες, θεωρήθηκε εμπορικό προϊόν. Έγινε σύγκρουση και στην Ευρωπαϊκή Ένωση και από τότε όλα αυτά πέρασαν ως εμπορικά προϊόντα, σαν να μιλάμε για τη φέτα και το μοσχάρι».