Αναρμόδιος για να απαντήσει σχετικά με το εάν η στρατιωτική βάση του ΝΑΤΟ στην Σούδα, θα χρησιμοποιηθεί σε πιθανές επιχειρήσεις στην Συρία, δήλωσε στην Επιτροπή Εξωτερικών υποθέσεων της Βουλής παρά τις επίμονες ερωτήσεις βουλευτών της αντιπολίτευσης. Μάλιστα στην ίδια συνεδρίαση, τόσο από την πλευρά του ΚΚΕ αλλά ακόμη  και από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ζητήθηκε να αποσαφηνιστεί ότι δεν θα υπάρξει καμία ελληνική εμπλοκή σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.
 
Του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
 
Ο υπουργός Εξωτερικών, στο πλαίσιο της ενημέρωσης που παρείχε στην Επιτροπή Εξωτερικών και Αμυνας της Βουλής, ρωτήθηκε ξεκάθαρα σχετικά με το ενδεχόμενο φιλοξενίας γαλλικών πολεμικών πλοίων στην στρατιωτική βάση της Σούδας, παρέπεμψε όμως στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Όπως χαρακτηριστικά είπε ο Νίκος Κοτζιάς: «Όσον αφορά τη Σούδα, δεν είναι αντικείμενο δικό μου. Για την προοπτική που λέγεται, δεν έχω υπόψη μου τέτοια προοπτική. Η Γαλλία δεν ζήτησε την εφαρμογή του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ που ζήτησαν οι ΗΠΑ στον πόλεμο μετά από το Αφγανιστάν». Διευκρίνισε πως «είναι θέμα που συζητά αυτή τη στιγμή, αν το συζητάει, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας». Παρά την επιμονή των βουλευτών – μελών της επιτροπής ο Ν.Κοτζιάς επέμεινες σημειώνοντας πως «οι βάσεις στην Ελλάδα είναι αρμοδιότητες, οι οποίες χειρίζονται στην τρέχουσα τους πολιτική το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.  Η Γαλλία δεν ζήτησε την εφαρμογή του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ, όπως ζήτησε Η.Π.Α. Ζήτησε την εφαρμογή του άρθρου 42.7, όπου εμείς δηλώσαμε ότι δεν θα συμμετάσχουμε στις στρατιωτικές ενέργειες. Αυτό δηλώσαμε». Πρόσθεσε επίσης ότι «το Υπουργείο Εξωτερικών έχει ευθύνες για τις συμβάσεις, για τις διεθνείς συμφωνίες, έχει γνώμη να συζητάει, αλλά δεν κάνει τρέχουσα διαχείριση των στρατιωτικών δυνάμεων της χώρας και των στρατιωτικών βάσεων».
 
Το θέμα ξεκίνησε να συζητείται μετά από παρέμβαση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΚΚΕ, Θανάση Παφίλη. Σημείωσε διατυπώνοντας συγκεκριμένο ερώτημα, ότι «η Ελλάδα δεν πρέπει να έχει καμία μα καμία εμπλοκή και ρωτάμε ευθέως τώρα τον κ. Υπουργό, τι συμβαίνει με τη Σούδα, με την βάση της Σούδας. Αυτό που λέγεται και γράφεται είναι ότι ήδη είναι, το κέντρο των στρατηγείων, αυτό που λέγεται και γράφεται δεν ξέρουμε αν είναι πραγματικότητα ή όχι, θα φιλοξενήσει και τους «Σαρλ ντε Γκωλ»  και τα πλοία της Γαλλίας, αυτό ο καθένας αντιλαμβάνεται αν η Κρήτη, αποτελέσει  το στρατηγείο, τι συνέπειες μπορεί να έχει στο μέλλον. Και ρωτάμε αν ισχύει ή όχι…». Εντονη αντίδραση και από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας με την Ντόρα Μπακογιάννη να σχολιάζει πως «εάν το Υπουργείο Εξωτερικών δεν ασχολείται με τη Σούδα, είναι ένα θέμα που πρέπει να συζητηθεί γιατί έχει ενδιαφέρον» θέτοντας παράλληλα το ερώτημα του αν «ισχυρίζεται ο κ. Καμμένος ότι αυτά γίνονται εν αγνοία του Υπουργείου  Εξωτερικών».
 
Κατά την εμπλοκής της χώρας σε οποιαδήποτε στρατιωτική εμπλοκή τάχθηκαν με τοποθετήσεις τους 2 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Γ.Βαρεμένος σημείωσε πως «αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στην εξέλιξη ενός πολέμου, ο οποίος υποτροπιάζει επικίνδυνα με αφορμή ότι έγινε στο Παρίσι πριν από μερικές ημέρες. Απευθυνόμενος στην Κυβέρνηση, θα ήθελα να πω το εξής. Ότι διατυπώσεις ή ρητορείες «θα τους εξαρθρώσουμε» εν θερμώ μετά την επίθεση στο Παρίσι, υπερβαίνουν το ρόλο και τη δυνατότητα της Ελλάδας.  Κατά τη γνώμη μου, πάση θυσία σε αυτόν τον πόλεμο η χώρα πρέπει να μείνει έξω από αυτό το πεδίο. Ο καθένας το εννοεί, ότι το παραμικρό συμβάν μπορεί να επιφέρει ζημιά και πλήγμα συντριπτικό στη χώρα και στον τουρισμό κ.λπ. στη φάση που βρίσκεται της οικονομικής κρίσης». Ανάλογη επισήμανση έγινε και από την Μ.Τριανταφύλλου η οποία δήλωσε ότι «θα ήθελα καταρχήν να μην υπάρξει καμία εμπλοκή της χώρας και νομίζω, ότι είναι πραγματικά ζητούμενο μιας ανεξάρτητης ενεργητικής, αλλά και ειρηνικής εξωτερικής πολιτικής, να επιμένουμε σ’ αυτό». Συνολικά πάντως σημείωσε ότι «η εξωτερική πολιτική πρέπει να υπαγορεύεται και πρέπει να υπηρετεί και  τα λαϊκά συμφέροντα και τα συμφέροντα της χώρας. Είναι πράγματι όμως ζητούμενο όμως η ισορροπία ανάμεσα σε υποχρεώσεις της χώρας σε αποφάσεις και υπογραφές που έχουν παρθεί στη συμμετοχή μας στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ και στα ίδια τα συμφέροντα τα ελληνικά».
 
Πάντως αναφερόμενος συνολικά στην στάση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα ζητήματα της Μέσης Ανατολής, ο Νίκος Κοτζιας υποστήριξε ότι το καινουργιο στοιχείο είναι η ρωσικη εμπλοκή. Όπως τόνισε με την «παρέμβαση της Ρωσίας στον πόλεμο της Συρίας, όπου έχουμε τη διαμόρφωση ενός «παιχνιδιού», με την έννοια της θεωρίας των παιγνίων, όπου πολλοί παίκτες παρεμβαίνουν για να αντιμετωπίσουν διαφορετικά τμήματα της συριακής κοινωνίας ή των συριακών ενόπλων δυνάμεων με διαφορετικό τρόπο. Για να το πω διαφορετικά, σήμερα στην κεντρική σκηνή πολέμου και προβλημάτων στη Μέση Ανατολή, που είναι η Συρία, έχουμε την εμπλοκή πολλών και διαφορετικών δυνάμεων και την εμφάνιση δύο διαφορετικών συμμαχιών. Έχει μια σημασία η Συρία, διότι δυναμώνει την αστάθεια στην περιοχή και, όπως ξέρετε, είναι η πηγή του κύριου όγκου του προσφυγικού». Επίσης υπογράμμισε ότι  «εμείς θεωρούμε ότι είναι επείγον και συμφέρον και για τη Συρία και για την περιοχή και για την Ελλάδα να υπάρξει πολιτική λύση. Ο ρόλος που έχουμε αναλάβει δεν είναι ο ρόλος του διαιτητή ανάμεσα στις δύο πλευρές, αλλά του διαμεσολαβητή». Μάλιστα εξήγησε πως «έχουμε σταθερό σημείο της πολιτικής μας για τη Μέση Ανατολή, είναι η ανάγκη και πιέζουμε γι’ αυτό, να διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση μια στρατηγική συνεκτικής στήριξης απέναντι στο Λίβανο και στην Ιορδανία. Στο Λίβανο και στην Ιορδανία έχουμε 3.000.000 πρόσφυγες, έχουμε μεγάλη κατάρρευση των οικονομικών του Ο.Η.Ε. καθώς και των διεθνών οργανώσεων που παρέχουν βοήθεια στους καταυλισμούς. Η κατάρρευση αυτών των οικονομικών οδηγεί τους εκατοντάδες – χιλιάδες, δηλαδή περίπου 320.000 ανθρώπους, να κοιμούνται έξω από τους καταυλισμούς, να πουλάνε ότι έχουν και δεν έχουν για να κινηθούν στην Ευρώπη».
 
Τέλος ο υπουργός Εξωτερικών σχολίασε και την επικείμενη επίσκεψη του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στο Ισραήλ αναφέροντας πως «στηρίζουμε τις τριμερείς συνεργασίες που σχεδιάστηκαν στην δεκαετία του ΄90 και υλοποίησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, Αυτό έγινε καλώς και με επιτυχία. Έτσι από τη δεκαετία του ΄90 έως σήμερα αυτή η πολιτική υλοποιήθηκε τα τελευταία χρόνια και είναι η τριμερής Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ και η τριμερής Ελλάδα – Κύπρος – Αίγυπτος όπου είναι άξονες σταθεροποίησης». Παράλληλα είπε ότι  «επίσης παρέχουμε ειδική στήριξη στους Παλαιστίνιους και στην ανάγκη να διαμορφωθεί ένα δεύτερο κράτος στην περιοχή και να υπάρξουν δύο κράτη, του Ισραήλ και της Παλαιστίνης».