του Θάνου Καμήλαλη

Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση να σημειώσουμε ότι βάσει του άρθρου 4 του πολυνομοσχεδίου με το δεύτερο πακέτο προαπαιτουμένων που αναμένεται να ψηφιστεί σήμερα στη Βουλή, η κυβέρνηση δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένη να δημοσιεύει ηλεκτρονικά τέτοιες συμβάσεις. Μάλιστα το άρθρο έχει αναδρομική ισχύ από 8 Αυγούστου, κάτι που σημαίνει ότι περιλαμβάνει και την ανάλογη σύμβαση των 14 αεροδρομίων. Το χτύπημα για την διαφάνεια της δημόσιας διακυβέρνησης είναι τεράστιο. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Γενικά στοιχεία

Σύμφωνα με το τελικό προσχέδιο (Final Draft) της σύμβασης του ΟΛΠ (σελ 41 παρ. 15.1) το ελληνικό Δημόσιο θα λαμβάνει ως τέλος παραχώρησης κάθε χρόνο το 3,5% των συνολικών εσόδων του λιμανιού, ωστόσο διασφαλίζεται ότι το ποσό αυτό δεν θα είναι μικρότερο από 3,5 εκατ. ευρώ. To ποσό αυτό παγιώνεται για τα 18 πρώτα χρόνια της παραχώρησης. Όπως έχει γίνει γνωστό το ελληνικό κράτος παραχωρεί το 51% του λιμανιού σε ιδιώτη, με την προοπτική να ανέβει το ποσοστό στο 67% μετά την πρώτη πενταετία. Καταληκτική ημερομηνία προσφορών είναι η 21 Δεκεμβρίου, ενώ ενδιαφέρον έχουν εκφράσει η κινεζική Cosco, η δανική APM Terminals (Maersk) και η ICTS από τις Φιλιππίνες. Έχουμε δηλαδή μόλις 6 μέρες μπροστά μας μέχρι την ιδιωτικοποίηση.

Δημιουργώντας μία αποικία

Για σήμερα το ThePressProject είχε προγραμματίσει μια συζήτηση για την TTIP, την εμπορική διατλαντική συμφωνία, η οποία αναβλήθηκε εξαιτίας της ψήφισης του πολυνομοσχεδίου για τις 13 Ιανουαρίου. Όσοι έχουν παρακολουθήσει τις διαρροές από το Wikileaks ξέρουν ήδη ότι ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα σημεία της συμφωνίας έχει να κάνει με την δυνατότητα που θα έχουν οι πολυεθνικές να επεμβαίνουν ακόμα και στη νομοθεσία των κρατών που δραστηριοποιούνται προκειμένου να διασφαλίζουν τα συμφέροντά τους. Στην προκειμένη περίπτωση όμως δεν χρειάζεται να περιμένουμε τις μυστικές διαπραγματεύσεις αφού, με αρωγό τους εκπροσώπους του κουαρτέτου, έχουμε κάνει ένα βήμα μπροστά…

Έτσι η διάταξη που κεντρίζει το ενδιαφέρον είναι αυτή που δίνει τη δυνατότητα στην ιδιοκτήτρια του ΟΛΠ να δημιουργήσει ουσιαστικά ένα μικρό «κράτος εν κράτει», αφού θα έχει λόγο ακόμα και στο νομοθετικό έργο της εκάστοτε ελληνικής κυβέρνησης. Στο πλαίσιο αυτό η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να συμβουλεύεται και να λαμβάνει υπόψιν της τα συμφέροντα της Eταιρείας, πριν νομοθετήσει. Σύμφωνα με την παρ.22.5 στη σελ 57 της σύμβασης, αν αλλάξει η ελληνική νομοθεσία και τα συμφέροντα της Εταιρείας πληγούν με οποιονδήποτε τρόπο, τότε αυτή μπορεί να προσφύγει στα δικαστήρια ζητώντας αποζημίωση. Μάλιστα η διάταξη προχωράει και ένα βήμα παραπέρα, ουσιαστικά προεξοφλώντας την απόφαση του δικαστηρίου, που θα πρέπει να επιδικάσει στην Εταιρεία χρηματικό ποσό για να «αποκαταστήσει την ισορροπία», όπως χαρακτηριστικά δηλώνεται.

Ολόκληρη η παράγραφος αναφέρει ότι «αν αλλάξει η ελληνική νομοθεσία και η Εταιρεία μπορεί να αποδείξει ότι η Ελληνική Δημοκρατία έχει ασκήσει τις νομοθετικές της αρμοδιότητες παραβιάζοντας την παράγραφο 22.4, τότε το διαιτητικό δικαστήριο που ενεργεί σύμφωνα με την παρ.22.2 μπορεί να εξετάσει και να επιβάλει στην Ελληνική Δημοκρατία την παροχή χρηματικού ποσού προς την Εταιρεία ως αποζημίωση, αποκλειστικά ή σε συνδυασμό με άλλα μέτρα, απαραίτητα για να αποκατασταθεί η ισορροπία της Σύμβασης στο επίπεδο πριν την αλλαγή της νομοθεσίας». Η παρ.22.4 που αναφέρεται μέσα, απλώς τονίζει ότι το ελληνικό κράτος θα αντιμετωπίζει την Εταιρεία με ίσο και δίκαιο τρόπο ενώ δεν θα προβεί σε «αδικαιολόγητη δικαστική ενέργεια» εναντίον της.

Μπορεί ωστόσο να μην αναφέρεται ποιο θα είναι το διαιτητικό δικαστήριο, πολύ σύντομα όμως η «ρήτρα διαιτησίας»,  θα είναι νόμος του κράτους, φωτογραφικά για την περίπτωση του ΟΛΠ. Στο αρθρο 36 του πολυνομοσχεδίου  με το 2ο πακέτο προαπαιτούμενων που ψηφίζεται σήμερα προστίθεται εδάφιο που αναφέρει ότι σε συμβάσεις «με αντικείμενο την παραχώρηση της χρήσης και εκμετάλλευσης των λιμένων και των τουριστικών λιμένων μπορεί να εγκριθεί και να περιληφθεί ρήτρα διαιτησίας». Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, ο υπουργός Οικονομικών και ο αρμόδιος υπουργός (Ναυτιλίας) πρέπει να εκδώσουν την απόφαση για τη ρήτρα διαιτησίας «15 τουλάχιστον ημέρες πριν την καταληκτική ημερομηνία προσφορών». Μόνο που για τον ΟΛΠ η ημερομηνία αυτή είναι στις 21 Δεκεμβρίου…

Ασαφείς υποχρεώσεις και κρατική ενίσχυση

Η ενότητα 11 αφορά τις Υπηρεσίες Λιμένος (Port Services) και τις υποχρεώσεις των δύο πλευρών για την καλή λειτουργία του λιμανιού του Πειραιά. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με την παρ.11.4, το ελληνικό κράτος υπόσχεται να παρέχει μια σειρά από ποικίλες υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων η «συντήρηση των σχετικών υποδομών εκτός λιμανιού, η αστυνόμευση, η διατήρηση συγκοινωνιών από και προς το λιμάνι» κ.α. Αξίζει να σημειωθεί ότι μερικές από αυτές τις υποχρεώσεις του Δημοσίου είναι αρκετά γενικές, όπως για παράδειγμα το σημείο που αναφέρει ότι το κράτος θα παρέχει «οποιαδήποτε άλλη λειτουργία ή υπηρεσία σχετική με το λιμάνι μπορεί να προκύψει κατά καιρούς εάν αυτή η λειτουργία ή η υπηρεσία μπορεί να παρασχεθεί μόνο από μία δημόσια αρχή»

Οι υποχρεώσεις αυτές, συγκεκριμένες ή μη, που αναλαμβάνει το ελληνικό κράτος μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα, δεδομένου ότι η σύμβαση δίνει ανά πάσα στιγμή τη δυνατότητα στην εταιρεία, εάν κρίνει ότι οποιαδήποτε κρατική υποχρέωση δεν ικανοποιείται, να ζητήσει διαπραγματεύσεις με το Δημόσιο και να λάβει περαιτέρω ενίσχυση. Αναλυτικά, στη σελίδα 36 (παρ.11.5) διαβάζουμε ότι «αν σε οποιαδήποτε στιγμή η Εταιρεία πιστεύει ότι οι κρατικές Υπηρεσίες Λιμένος δεν παρέχονται από το ελληνικό κράτος σε επίπεδο ανάλογο των απαιτήσεων του ΟΛΠ, η Εταιρεία πρέπει να ειδοποιήσει το κράτος. Μόλις λάβει την προειδοποίηση αυτή, η Ελληνική Δημοκρατία πρέπει, χωρίς καθυστέρηση, να ξεκινήσει συζητήσεις (και να κινητοποιήσει τα ανάλογα κυβερνητικά όργανα) με την Εταιρεία για την εύρεση εναλλακτικών προκειμένου να αυξηθούν οι Υπηρεσίες Λιμένος, καθώς και ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα για την εφαρμογή τους»

Στη Σύμβαση δεν αναφέρεται πουθενά το ποιος θα κρίνει αν οι απαιτήσεις της Εταιρείας είναι δικαιολογημένες, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε συνεχόμενες επιπλέον κρατικές ενισχύσεις, είτε έμμεσες είτε άμεσες, προς την ιδιοκτήτρια του λιμανιού.

Απόλυτη ασυλία (και ατιμωρησία) 5 ετών

Εντύπωση προκαλεί επίσης ότι στη σύμβαση προβλέπεται μια «περίοδος χάριτος» για την Εταιρεία, διάρκειας 5 ετών από την υπογραφή της. Ουσιαστικά ο νέος ιδιοκτήτης του ΟΛΠ θα απολαμβάνει απόλυτης ασυλίας για τα πρώτα 5 χρόνια από την υπογραφή της Σύμβασης, έχοντας τη δυνατότητα να μην υλοποιήσει καμία από τις (ήδη περιορισμένες δεσμεύσεις του).

Βάσει συγκεκριμένων άρθρων της Σύμβασης, σε αυτό το διάστημα η Εταιρεία:

α) Δεν είναι υποχρεωμένη να τηρήσει τα «Ελάχιστα Επίπεδα Υπηρεσιών» (Minimum Service Levels)

β) Δεν υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση για οποιαδήποτε παραβίαση των όρων της Σύμβασης.

Το πρώτο από τα παραπάνω αναφέρεται στο άρθρο 8 της Σύμβασης σχετικά με τη συντήρηση, ενώ το δεύτερο στο άρθρο 16, όπου γίνεται λόγος για πιθανές αποζημιώσεις υπέρ του ελληνικού κράτους, σε περίπτωση παραβίασης από το ιδιοκτήτη του ΟΛΠ. Στην παρ.8.3 (σελ 28) μαθαίνουμε ότι η Εταιρεία «θα κάνει κάθε προσπάθεια προκειμένου να τηρήσει τα Ελάχιστα Επίπεδα Υπηρεσιών. Ωστόσο ενδεχόμενη αποτυχία της να το καταφέρει δεν θα είναι παραβίαση των υποχρεώσεων της από τη Σύμβαση και δεν θα οδηγήσει σε αποζημίωση ή τερματισμό της Σύμβασης». Ενώ στις πρώτες παραγράφους του άρθρου, αφού ορίζεται ότι ως παραβίαση είναι κάθε παράβαση των όρων της Σύμβασης, στη συνέχεια τονίζεται (παρ.16.4) ότι για τα πρώτα 3 χρόνια για οποιαδήποτε παραβίαση δεν απαιτείται αποζημίωση προς το Δημόσιο, ενώ για τα επόμενα δύο ισχύει το ίδιο «αν η Εταιρεία μπορέσει να αποδείξει ότι έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της».

Άρα μπορεί να παραβιαστεί οποιαδήποτε υποχρέωση, από την πληρωμή του ενοικίου των 3,5 εκατατομμυρίων ευρώ, τις υπηρεσίες στα 5 διαφορετικά λιμάνια του ΟΛΠ (ακτοπλοϊα, κοντέινερ, κρουαζιέρα, αυτοκίνητα, γενικό φορτίο), τις συνθήκες εργασίας, την υποχρέωση παροχής στοιχείων για τις δραστηριότητες της στις ελληνικές Αρχές, την ίση πρόσβαση στο λιμάνι και πολλά ακόμα. Να σημειωθεί επίσης ότι δεν αναγράφεται πουθενά η αιτιολογία γι αυτό το πενταετές «δώρο» προς τον επενδυτή, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι ελάχιστο επιχειρηματικό ρίσκο που αυτός αναλαμβάνει σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις και το γεγονός ότι ο ΟΛΠ είναι ήδη κερδοφόρος, με 40,6% αύξηση καθαρών εσόδων στο τελευταίο εννιάμηνο σε σχέση με το 2014.


Θέσεις εργασίας

Ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ Στέργιος Πιτσιόρλας τόνισε σήμερα ότι στην παραχώρηση των 14 αεροδρομίων στη Fraport προβλέπεται η δημιουργία 1.700 θέσεων εργασίας. Στη σύμβαση πάντως του ΟΛΠ τέτοια δέσμευση δεν υπάρχει. 

Το μόνο που υπάρχει σχετικά με τις θέσεις εργασίας είναι oi παρ. 5.11 και 5.12, όπου ο νέος ιδιοκτήτης αναλαμβάνει τις μη συγκεκριμένες δεσμεύσεις για ένα «ασφαλές και σύγχρονο εργασιακό περιβάλλον». Όσον αφορά τον αριθμό των θέσεων εργασίας δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη. Αυτό που αναφέρεται είναι ότι η Εταιρεία «θα κάνει μέγιστη προσπάθεια να κρατήσει όσο το δυνατόν περισσότερες θέσεις εργασίας».

Ολόκληρο το τελικό προσχέδιο της σύμβασης παραχώρησης ΟΛΠ (με κόκκινο οι αλλαγές σε σχέση με το προηγούμενο)