του Άρη Βασιλά

Όλοι λατρεύουν την καινοτομία. Τα media είναι ξετρελαμένα, οι καθεστωτικοί πολιτικοί αλυχτούν από χαρά, οι κάθε λογής ντόπιες ελίτ πετάνε τη σκούφια τους για ένα κομμάτι καινοτομία. Στα λόγια, βέβαια. Γιατί στην πράξη, δεν υπάρχει τίποτα που να μισούν περισσότερο, τίποτα που να τους τρομοκρατεί πιο αποτελεσματικά και απόλυτα από την καινοτομία. «Μα δε γίνονται πουθενά αυτά», «σε καμία χώρα της Ευρώπης δεν έχουν τέτοιο νόμο», «όποιον βγαίνει από το μαντρί, τον τρώει ο λύκος», «να πάμε με τα best practices, με ότι κάνουν οι πλούσιοι, οι ισχυροί, οι πετυχημένοι»: Ναι, καινοτομία μηδέν. Στην πραγματικότητα θαυμάζουν το ακριβώς αντίθετο της καινοτομίας, λατρεύουν όποιον αντί να έχει την (παράλογη βεβαίως βεβαίως) αξίωση να προσαρμοστεί ο κόσμος στις δικές του επιθυμίες, προσαρμόζεται αυτός σε ότι θέλει ο κόσμος (και ο Κοσμάς), δεν πρωτοτυπεί και χάρη στον ουσιαστικό κομφορμισμό του συνήθως υπερισχύει. Ναι, σιχαίνονται την καινοτομία, γιατί βέβαια όποιος θέλει να προσαρμοστεί ο κόσμος σ’ αυτόν, αντί να προσαρμοστεί ο ίδιος στον κόσμο είναι παλαβός. Μόνο που ακριβώς γι αυτό, εξ ορισμού, όποια πρόοδος έχει κάνει η ανθρωπότητα οφείλεται αποκλειστικά στους «παλαβούς»!
 
Σ’ αυτή την κρίση, όλα τα τελευταία χρόνια, την καινοτομία μόνο στα λόγια την ποθήσαμε: Γιατί δεν είναι βέβαια καιρός για ρίσκα. Τα τελευταία δύσκολα χρόνια λοιπόν πήγαμε στα σίγουρα, στην πεπατημένη, σε ότι μας δίνανε, στα best practices και… χάσαμε. Πρώτα, πρώτα χάσαμε στην οικονομία. Κατ’ αρχάς πάνω από το 25% του εθνικού μας εισοδήματος: Αν γινόταν αυτό στην π.χ. Βρετανία, όχι μόνο θα είχε πέσει η κυβέρνηση αλλά θα γινόταν και με 200 χρόνια καθυστέρηση στη χώρα, η κλασική επανάσταση αλά… γαλλικά – όπως συχνά πυκνά επιβεβαιώνουν επιφανείς αναλυτές της. Χάσαμε και τις δουλειές μας και όσοι τις κράτησαν, έχασαν πολύ στο μισθό, στην τακτική καταβολή του, στη συμπεριφορά του εργοδότη και πάνω απ’ όλα στο ενδιαφέρον της εργασίας τους: Επιβίωσαν κατά κανόνα οι πιο βαρετές, οι πιο μηχανικές, οι κακοπληρωμένες, οι άνευρες και οι πιο βραχυπρόθεσμες δουλειές.
 
Στην καινοτομία την ίδια κι αν χάσαμε! Όσες από τις μεταφορντικές καινοτόμες εταιρείες αυτοαπασχολούμενων επιβίωσαν από την έλλειψη ρευστότητας και τη μετανάστευση των καλύτερων, έγιναν μια δαχτυλοδεικτούμενη πολυτέλεια – δυσοίωνη περιπέτεια για λίγους και πολύ τυχερούς και δυνατούς και πάνω από όλα δικτυωμένους… λύτες. Στην κοινωνία, επίσης χάσαμε. Επιδεινώθηκε εκρηχτικά η  ανισότητα στην παιδεία και στην υγεία, μηδενίστηκε και η όποια κοινωνική κινητικότητα, στέρεψε κι αυτή μαζί με το ήδη λιγοστό κοινωνικό μας κεφάλαιο. Ακόμα και στην πολιτική, το πιο προνομιακό πεδίο μάχης για «τους πολλούς», αντί να ανακτήσουμε τη χαμένη πρωτοβουλία, ουσιαστικά συνθηκολογήσαμε. Μπροστά στην προοπτική να δημιουργήσουμε ένα μέλλον δικό μας, να ρισκάρουμε στο καινούργιο, να δοκιμάσουμε άλλες λύσεις, κάναμε πίσω. Μακριά από μας το επικίνδυνο αλλά ενδεχομένως γόνιμο άγνωστο: Η καινοτομία είναι ωραία, αλλά μας αρέσει να τη θαυμάζουμε μόνο από μακριά. Και όμως η μόνιμη, θεσμική καινοτομία είναι όντως η βάση της επιτυχίας. Αλλά μπορεί να στηριχθεί μόνο στον πειραματισμό, σε όλα τα επίπεδα πολιτικής και διαχείρισης. Έλα όμως που καθεστωτικά ΜΜΕ και σχολιαστές, όταν θέλουν να κατακεραυνώσουν οτιδήποτε δεν είναι της αρεσκείας τους, πρώτα φωνάζουν… “ας σταματήσουμε πια τα πειράματα”!

Όλοι λατρεύουν την καινοτομία. Πόσοι όμως καταλαβαίνουν ότι βρίσκεται από τη φύση της πολύ κοντά στο “όχι” και κρατά πάντα ζωτικές αποστάσεις ασφαλείας από το “ναι”; Το… oxi αυτό, που σήμερα μάλιστα (με αγγλικούς χαρακτήρες) ο Πίτερ Σπίγκελ ανακήρυξε λέξη της χρονιάς για το 2015, επηρεασμένος από το ελληνικό δημοψήφισμα. Οι προφητείες εχθρών και φίλων για εκείνο το ιστορικό μεν, άσχετο με την τελική πορεία των πραγμάτων δε, δημοψήφισμα δεν επιβεβαιώθηκαν. Ούτε ρήξη ήρθε, ούτε και καταστροφή, αλλά ούτε και αλλαγή πολιτικής, ούτε… καινοτομία, ούτε και κατεύθυνση ανάπτυξης. Ναι οι προφητείες δεν επιβεβαιώθηκαν, αλλά έπρεπε να το περιμένουμε: Γιατί, εντέλει, κάθε προφητεία που σέβεται τον εαυτό της είναι αυτοεκπληρούμενη. Σαν την καινοτομία…