Κάθε φορά που πρόκειται να υπάρξει μία νομοθετική ρύθμιση η οποία αφορά τα ηλεκτρονικά  Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, η πολιτική σκηνή γίνεται άνω κάτω. «Χάνεται η μπάλα».

Του Γεράσιμου Λιβιτσάνου

Το πολιτικό προσωπικό μοιράζεται σε «σφαίρες μιντιακής επιρροής». Πολιτικά κόμματα συμπεριφέρονται με περίεργους και ασυνήθιστους τρόπους, ενώ στο εσωτερικό τους όλοι υποψιάζονται όλους αφού κανείς δεν ξέρει ποιος είναι με ποιόν. Τα ίδια έγιναν το 1989 όταν πρωτο-δημιουργήθηκε το τερατούργημα που λέγεται ιδιωτική τηλεόραση, τα ίδια το 2005 με τον Βασικό Μέτοχο, τα ίδια φαινόμενα θα δούμε και το επόμενο διάστημα.

Τι το ιδιαίτερο όμως έχουν τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα; Μήπως δεν υπάρχει αντανάκλαση συμφερόντων στην πολιτική σκηνή της χώρας όταν πρόκειται για τις τράπεζες, τις βιομηχανίες, τις ιδιωτικοποιήσεις, τα δημόσια έργα ή τις διεθνείς συμβάσεις; Φυσικά και υπάρχει.

‘Όμως τα ηλεκτρονικά Μέσα Ενημέρωσης δεν είναι απλά μία επιχειρηματική δραστηριότητα που -με έμμεσους τρόπους-  διασφαλίζει κέρδη. Αποτελούν ταυτόχρονα τον δίαυλο για την πιο «αδιαμεσολάβητη»  σχέση ανάμεσα στους κατέχοντες την πραγματική εξουσία και την κοινωνία.

Οι περίφημες 100 οικογένειες που αποτελούν αυτό που αποκαλούμε «εγχώρια αστική τάξη» μπορούν μέσω των ηλεκτρονικών ΜΜΕ να «μεταγγίζουν» με τον πιο ευθύ τρόπο στο κοινωνικό σύνολο όχι απλά τα τρέχοντα πολιτικά τους μηνύματα και ζητούμενα αλλά τις αξίες, την ιστορική θέαση, τα πρότυπα, την ηθική και τον πολιτισμό τους. (Η φτήνια, ο συντηρητισμός, ο στείρος μιμητισμός και η πολιτιστική ένδεια της ελληνικής τηλεόρασης είναι σαφές πως καθρεφτίζει ακριβώς αυτή την σχέση).

Η συμπεριφορά των ηλεκτρονικών Μέσων Ενημέρωσης στις αρχές Ιουλίου του 2015, όταν ο ελληνικός λαός κλήθηκε σε ένα δημοψήφισμα στο οποίο μπορούσε να εκφράσει έστω μια θολή αντίθεση σε μία κεντρική πολιτική επιλογή του εγχώριου κεφαλαίου, την συμμετοχή στην Ε.Ε, το αποδεικνύει περίτρανα. Χωρίς να συνυπολογιστούν οι  κυβερνητικές επιλογές που επακολούθησαν, την περίφημη εκείνη εβδομάδα τα ΜΜΕ κατέδειξαν με τον πιο ωμό τρόπο την ταξική τους αναφορά.

Ασχέτως με το τι είδους επιρροή θα ασκήσει στο τηλεοπτικό τοπίο η νομοθετική ρύθμιση που προωθεί η κυβέρνηση προκειμένου να εφαρμοστεί ο ψηφισμένος νόμος για τον διαγωνισμό παροχής των τηλεοπτικών αδειών, είναι βέβαιο πώς δεν θα θίξει αυτό το στοιχείο.

Το δημόσιο αγαθό των τηλεοπτικών συχνοτήτων θα μοιραστεί ξανά, έστω με έναν διαγωνισμό σύμφωνο με τα διεθνή πρότυπα σε κάποιες Ανώνυμες Εταιρίες. Μάλιστα τέτοιας οικονομικής δυνατότητας ώστε να μπορούν να επιβαρυνθούν με μερικά εκατομμύρια εισφοράς προς το δημόσιο ταμείο. Εταιρίες που θα προσκομίσουν αποδεικτικά οικονομικής φερεγγυότητας από τις συστημικές τράπεζες και θα πιστοποιηθούν – ίσως- από κάποιον διεθνή οίκο. Τα μετοχολόγια τους θα προστατεύονται από τις κοινοτικές ρυθμίσεις περί επιχειρηματικού απορρήτου μια και μόνον έτσι ένας ελληνικός νόμος μπορεί να είναι συμβατός με το ευρωενωσιακό δίκαιο.

Υπό αυτό το πρίσμα, είναι φανερό, πώς οποιαδήποτε συζήτηση περί «πλουραλισμού» στην ενημέρωση, σχετιζόμενη μάλιστα με τον αριθμό των αδειών, μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να εκληφθεί…