του Κώστα Εφήμερου

Ήταν Σεπτέμβριος του 2013 όταν ο επικεφαλής της υπηρεσίας Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος ης Ελληνικής Αστυνομίας ζήτησε από δημοσιογράφο που διατηρούσε blog να προσέλθει στη ΓΑΔΑ προκειμένου να τους βοηθήσει για τη αποτροπή αυτοκτονίας ανθρώπου που είχε σχολιάσει στο blog της. Όταν η ίδια ανταποκρίθηκε και πήγε στο κτήριο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας συνελήφθη για ρεπορτάζ που είχε γράψει κατά του τότε Διοικητή της ΤτΕ, Γιώργου Προβόπουλου.

Ο Μανώλης Σφακιανάκης επί 20 και πλέον χρόνια είναι ο άνθρωπος «βιτρίνα» της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και θεωρείται από τους ισχυρότερους ανθρώπους στους κόλπους της Αστυνομίας. Είχε στη διάθεσή του εργαλεία και δυνατότητες που αγγίζουν τα όρια των αρμοδιοτήτων της ΕΥΠ και επιπλέον είχε και κάτι ακόμα… την αγάπη μερικών από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ελλάδας, όπως του Μιχάλη Σάλλα, αφού δεν ήταν λίγες οι φορές που η Τράπεζα Πειραιώς υπήρξε χορηγός της υπηρεσίας του.

Χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω την αξία μιας υπηρεσίας σαν και αυτή της δίωξης του ηλεκτρονικού εγκλήματος οφείλουμε να αναρωτηθούμε για τον τρόπο λειτουργίας της, αφού εξαιτίας της δικαιοδοσίας της η αστυνομική αυτή υπηρεσία μπορεί να μπαίνει -χωρίς να ρωτάει κανέναν- στο σπίτι του καθενός μας.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία από τον Δεκέμβριο που μας πέρασε η Δ.Η.Ε. κατάφερε μέχρι σήμερα να αποτρέψει πάνω από 1000 αυτοκτονίες απλά επεξεργαζόμενη τα κοινωνικά δίκτυα και τα blog. Το νούμερο αυτό που δημοσιεύτηκε για να δημιουργήσει θαυμασμό κανονικά θα έπρεπε να προκαλεί τρόμο. Σε μια χώρα 10 εκατομμυρίων ανθρώπων ο ισχυρισμός αυτός (αν δεν είναι ψέμα) σημαίνει κάτι πολύ ανησυχητικό για τα προσωπικά μας δεδομένα. Στις ΗΠΑ, όπου καταγράφονται 30.000 αυτοκτονίες κάθε χρόνο και αριθμεί περίπου 340 εκατομμύρια περισσότερους κατοίκους οι επτά(!) υπηρεσίες πρόληψης αυτοκτονιών ανακοίνωσαν μόλις 3 φορές περισσότερα περιστατικά από αυτά της Δ.Η.Ε.

Στο TPP είχαμε αποκαλύψει ήδη από τον Οκτώβριο του 2014 τον εντελώς αδιαφανή τρόπο με τον οποίο οι υπηρεσίες αυτές αποκτάνε λευκή εισαγγελική εντολή για την παρακολούθηση των ελλήνων πολιτών (σχετικό ραδιοφωνικά αφιέρωμα εδώ). Τότε μάλιστα όταν ανακοινώθηκε η εκπομπή εμφανίστηκαν αστυνομικοί που ισχυρίστηκαν ότι έρχονταν εκ μέρους της υπηρεσίας του κύριου Σφακιανάκη στα σπίτια της οικογένειάς μου αναζητώντας με «γιατί κάποιος είχε γράψει στα σχόλια του TPP ότι θέλει να αυτοκτονήσει», ενώ όταν ο δικηγόρος μου επικοινώνησε με την υπηρεσία η ίδια δήλωσε άγνοια. Η καταγγελία μου (συνοδευόμενη και με φωτογραφία των φερόμενων ως αστυνομικών της δίωξης) στον εισαγγελέα τελικά όπως έμαθα αρχειοθετήθηκε.

Ο κύριος Σφακιανάκης είχε πάντοτε πολύ ισχυρούς φίλους -αυτό το ήξεραν όλοι όσοι έχουν ασχοληθεί με το ερευνητικό ρεπορτάζ- και αυτό φάνηκε το βράδυ της Τετάρτης, όταν σχεδόν όλα τα συστημικά ΜΜΕ έβαλαν κατά της κυβέρνησης για την απόφαση της να τον «ξηλώσει». Ο κύριος Σφακιανάκης παρουσιάζεται κάτι σαν ήρωας των μικρών παιδιών αλλά η αλήθεια είναι ότι οι αρμοδιότητες του και το εύρος των ενασχολήσεων του ξεπερνάει πολύ συχνά τα αθώα παιδιά. Σε κάθε περίπτωση η υπηρεσία άλλωστε θα συνεχίσει να λειτουργεί.

Και ενώ το ουσιαστικό ζήτημα θα έπρεπε να είναι η ίδια η λειτουργία της αστυνομίας στο πεδίο της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος στην προσωπική ζωή για άλλη μια φορά η συζήτηση εκτρέπεται στο αν η κυβέρνηση ακολουθεί τακτική “σοβιέτ”, στο πόσο επιτυχημένος (σε τι;) ήταν ο Σφακιανάκης και στο πόσο εκδικητικοί είναι αυτοί οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ.

Απλά να αναφέρω ότι σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών) η ΕΛΑΣ και η ΕΥΠ παρακολουθούν περισσότερα από 50.000 κινητά τηλέφωνα για λόγους «εθνικής ασφάλειας». Ίσως λοιπόν και για λόγους διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος να ήταν υποχρεωτικό να μην παραμένει κάποιος επικεφαλής σε μια υπηρεσία που διαθέτει τέτοια δύναμη επί 20 έτη. Τα πράγματα που ξέρει ο κύριος Σφακιανάκης είναι πιθανό να μη τα ξέρουν ούτε και ο πρωθυπουργός.

Από την πλευρά της κυβέρνησης δεν υπάρχει άλλη επίσημη ενημέρωση πέραν της ανακοίνωσης των κρίσεων στην Αστυνομία. Το μόνο που μένει να δούμε είναι αν το ΒΗΜΑ έχει δίκιο και αν η κυβέρνηση θα αναγκαστεί με οποιονδήποτε τρόπο να κάνει πίσω στην απόφαση της.