Παράλληλα, όπως αναφέρεται στο εβδομαδιαίο δελτίο του ΣΕΒ για την οικονομία, η αύξηση της απασχόλησης, είναι απίθανο να προέλθει από την απλή επαναπρόσληψη, όσων έχασαν τις δουλειές τους στην περίοδο της μεγάλης ύφεσης, αλλά μάλλον από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, σε νέες δραστηριότητες και με νέες εξειδικεύσεις κατάρτισης. 
 
Επιπλέον, αναφέρεται ότι οι επιχειρήσεις θα είναι πολύ προσεκτικές στην πρόσληψη εργατικού δυναμικού, «πόσω μάλλον όταν δεν γνωρίζουν πότε θα έλθει η ανάκαμψη και εάν θα έχει βάθος και διάρκεια. Για τον λόγο αυτό, οι ενεργές πολιτικές μείωσης της ανεργίας θα πρέπει να κατευθύνουν πόρους στην επανακατάρτιση εργαζομένων και όχι στην εικονική απασχόληση ανέργων στο δημόσιο ή σε θέσεις εργασίας, χωρίς μέλλον και προοπτική».
 
Στο δελτίο του ο ΣΕΒ επαναλαμβάνει την ανάγκη για ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και ταχεία υλοποίηση του προγράμματος, ωστόσο τονίζει ότι «το μίγμα πολιτικής που φαίνεται να προκρίνεται εντός του πλαισίου υλοποίησης του προγράμματος θα έχει έντονες υφεσιακές επιπτώσεις και θα εξουδετερώσει άλλες θετικές διαρθρωτικές επιδράσεις του στο επιχειρηματικό περιβάλλον».
 
Για τις ξένες επενδύσεις, ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι η φημολογούμενη αύξηση της φορολογίας των μερισμάτων υπονομεύει την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. «Οι ξένοι που επενδύουν στην Ελλάδα, επιζητούν τις συμπράξεις με Έλληνες, αλλά εύλογα επιθυμούν και οι Έλληνες συνέταιροι να συνεισφέρουν κεφάλαιο στις κοινές επενδύσεις. Πως, όμως, είναι δυνατόν να γίνει αυτό, όταν τυχόν αύξηση του φόρου στα μερίσματα θα τιμωρεί τη διακράτηση μετοχικού κεφαλαίου μόνο για τον Έλληνα, ενώ ο ξένος, κατά κανόνα, υπόκειται σε πιο ευνοϊκή φορολόγηση στη χώρα του;», διερωτάται ο ΣΕΒ
 
Ωστόσο, σημειώνεται ότι οι φορολογικοί συντελεστές, μέσα σε λογικά πλαίσια, δεν ήταν ποτέ ο κύριος λόγος για τον οποίο το διεθνές κεφάλαιο παραδοσιακά αποφεύγει να επενδύσει άμεσα στη χώρα, αλλά η έλλειψη διάφανου, σταθερού, λογικού και με ομοιογενή εφαρμογή θεσμικού πλαισίου, που υποστηρίζει τον έντιμο ανταγωνισμό.