Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, τονίζοντας ότι μία τέτοια εξέλιξη θα αποτελέσει «κλειδί» για την προσέλκυση επενδύσεων.

«Όλοι γνωρίζουν και κατανοούν ότι το Grexit έχει πλέον παρέλθει και ότι η κρίση έχει τελειώσει» σημείωσε παράλληλα.

«Δύσκολο δίλημμα»

Κάνοντας ειδική μνεία στην υπογραφή του τρίτου προγράμματος – το καλοκαίρι του 2015 – παραδέχθηκε πως αποτέλεσε «δύσκολο δίλημμα γι’ αυτόν», παρότι η διαδικασία των διαπραγματεύσεων αποδείχθηκε «πολύτιμο μάθημα» τόσο για την Ελλάδα όσο και για τη διεθνή κοινότητα.

«Προσπαθήσαμε να κερδίσουμε κάποια πράγματα, τα οποία οι εταίροι μας ήταν αδύνατο να μας προσφέρουν» σημείωσε, σπεύδοντας να εξηγήσει ότι αυτό δεν κατέστη δυνατό εξαιτίας των δυσμενών συσχετισμών δυνάμεων.

Όμως, σύμφωνα με τον ίδιο, ήδη έχουν αλλάξει οι ισορροπίες στην Ευρώπη, καθώς πριν τη «μάχη» του 2015, όλοι θεωρούσαν τους Έλληνες τεμπέληδες, οι οποίοι πρέπει να πληρώσουν και να μάθουν να ζουν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους.

«Έχω την αίσθηση ότι αυτό έχει αλλάξει, καθώς οι περισσότεροι θεωρούν πλέον, ότι οι Έλληνες έχουν υποφέρει αρκετά και ότι ήδη έχουν κάνει πολλά» συμπλήρωσε.

Η Γερμανία σύμμαχός μας στο προσφυγικό

Σε άλλο σημείο της συνέντευξή του, ο Α. Τσίπρας εστίασε στη μεταναστευτική κρίση, καλώντας τους Ευρωπαίους να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους και να βοηθήσουν την Ελλάδα στη διαχείριση του προβλήματος, παρά το όποιο πολιτικό κόστος.

«Η Γερμανία είναι η πιο σημαντική σύμμαχός μας στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών» σημείωσε ο Έλληνας πρωθυπουργός, υπογραμμίζοντας ότι η Μέρκελ έχει «πληρώσει» αυτή τη «γενναία απόφαση που έλαβε».  Όμως, η Γερμανίδα Καγκελάιος – σύμφωνα με τον Α. Τσίπρα – έπραξε ως Ευρωπαία ηγέτιδα, καθώς σε διαφορετική περίπτωση, η Ευρώπη θα έχει διαιρεθεί.

Ασκώντας κριτική προς τους Ευρωπαίους ηγέτες, ο ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι ο ρυθμός των επιστροφών προς την Τουρκία είναι μικρότερος από τον ρυθμό των νέων προσφυγικών ροών και απηύθυνε έκκληση για την πιστή εφαρμογή των ευρωπαϊκών αποφάσεων. «Οι Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν θα πρέπει να υποκύψουν στην ξενοφοβία και τον εξτρεμισμό, παρά την αύξηση του λαϊκισμού της άκρα δεξιάς» κατέληξε.