Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, ο Αλέξης Τσίπρας επέμεινε στο ζήτημα της εφαρμογής της μετεγκατάστασης και ταυτόχρονα αναφέρθηκε στην ανάγκη ανάληψης του βάρους από τις χώρες προορισμού, μιλώντας για δίκαιο επιμερισμό των προσφύγων αλλά και αλληλεγγύη. 

Για τη μετεγκατάσταση η δέσμευση της Ευρώπης ήταν για 66.000 σε δύο χρόνια και έχουν γίνει 4.000, ενώ η Ελλάδα έχει ανοίξει 7.700 θέσεις. Γι' αυτό η ελληνική θέση είναι ότι θα πρέπει να υπάρξει εφαρμογή των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για ουσιαστική επιτάχυνση της μετεγκατάστασης.

Η ελληνική πλευρά εκτιμά ως θετικό το γεγονός της πρόσκλησης και της συμμετοχής του Έλληνα πρωθυπουργού στη σημερινή σύνοδο, κάτι που, υπενθυμίζεται, δεν είχε γίνει πέρυσι.

Ο Αλέξης Τσίπρας προσήλθε με τις δικές του θέσεις, τις οποίες είχε παρουσιάσει αναλυτικά και στον ΟΗΕ, με κεντρική τη θέση ότι το προσφυγικό είναι ζήτημα αντιμετώπισης από όλες τις χώρες και ότι δεν λύνεται με φράχτες και μονομερείς ενέργειες, ούτε με παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, δηλαδή με αντιλήψεις που θεωρούν το Διεθνές Δίκαιο πολυτέλεια και που ζητούν επαναπροωθήσεις στη θάλασσα.

Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ο κ. Τσίπρας επέμεινε στο ζήτημα της εφαρμογής της μετεγκατάστασης, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη συμφωνία της ΕΕ-Τουρκίας που πρέπει να στηριχθεί από όλους.

Οι κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι αυτή τη στιγμή οι ροές παρουσιάζουν σημάδια αύξησης (ενώ ήταν κάτω από 100 ανά ημέρα, τώρα είναι 150 άνθρωποι ανά ημέρα) και η ελληνικη πλευρά παράλληλα με την ικανοποίηση που εκφράζει για την εφαρμογή της συμφωνίας και τα αποτελέσματα που έχει, επιμένει ότι η Τουρκία θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειες, κάτι που έθεσε και στην πρόσφατη συνάντηση του με τον Ρ. Τ. Ενρτογάν, στη Ν. Υόρκη.

Οι ίδιες πηγές επαναλάμβαναν ότι η Ελλάδα υποστηρίζει το ζήτημα της βίζας, υπό την προϋπόθεση – όπως εξάλλου και για κάθε ανάλογο θέμα – τήρησης των κριτηρίων που έχουν τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο πρωθυπουργός, επίσης, ζήτησε ενίσχυση για αύξηση των στελεχών των υπηρεσιών ασύλου στα νησιά άμεσα και ταχύτατα. Η Ελλάδα έχει διπλασιάσει τη στελέχωση και θα τοποθετήσει ακόμα 44, ωστόσο αυτό δεν επαρκεί και χρειάζεται ενίσχυση. Υπενθυμίζεται ότι το ευρωπαϊκό γραφείο για το 'Ασυλο έχει δεσμευτεί για 400 στελέχη.

Αναφορικά με το ζήτημα της προστασίας των συνόρων, κατά τις ίδιες πληροφορίες, η ελληνική πλευρά εκτός από τη συνεργασία με τη Frontex, πριν από μια εβδομάδα έχει κάνει και αίτημα για επέκταση συνεργασίας με τη Frontex στα βόρεια σύνορα, ώστε να σταλεί το μήνυμα ότι οι παράνομοι δρόμοι μετανάστευσης είναι κλειστοί και ότι ο μόνος που είναι νόμιμος είναι αυτός που ανοίγεται με τη συμφωνια ΕΕ- Τουρκίας, δηλαδή ο δρόμος των μετεγκαταστάσεων και των επεναγκαταστάσεων.

Ως προς το ζήτημα της αποσυμπίεσης των νησιών, οι ίδιες πηγές υπενθυμίζουν ότι ο πρωθυπουργός είχε θέσει κατά τη συνάντηση του με τον Ρ.Τ Ερντογάν στη Ν. Υόρκη, ότι κάποιοι θα πρέπει να μεταφερθούν σε χώρους κλειστού τύπου στην ενδοχώρα. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχει συμφωνηθεί σε χαμηλότερο επίπεδο να γίνουν διμερείς συζητήσεις για το πώς μπορεί αυτό να οργανωθεί.

Εξίσου σημαντικό ζήτημα για την Ελλάδα είναι εκείνο των επιστροφών στις χώρες προέλευσης, με την ελληνική πλευρά να επιθυμεί να γίνουν τέτοιες συμφωνίες από την ΕΕ κεντρικά με τέτοιες χώρες, και όχι μόνο μεταξύ ευρωπαϊκών χωρών με κάποιες από αυτές τις χώρες, όπως συμβαίνει σήμερα.

Επίσης, Ελλάδα ζητά την αναθεώρηση του Δουβλίνου, το οποίο στις σημερινές συνθήκες κρίσης με τις τεράστιες ροές έχει καταστεί ξεπερασμένο. Το ζήτημα της αναθεώρησης το έβαλε πολύ έντονα η Ιταλίαστον ΟΗΕ, στην 4η στρογγυλή τράπεζα για το προσφυγικό.

Προηγούμενο ρεπορτάζ

Η Σύνοδος βρίσκεται σε εξέλιξη

Ταυτόχρονα, απευθύνει κάλεσμα στους Ευρωπαίους εταίρους να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους και να βοηθήσουν την Αθήνα να διαχειριστεί τη μεταναστευτική κρίση, προειδοποιώντας τους ότι διαφορετικά θέτουν σε κίνδυνο το μέλλον της Ένωσης.
 

Η Ελλάδα ακόμη υπογραμμίζει ότι χρειάζεται: 
 
– Άμεση επιτάχυνση των μετεγκαταστάσεων
  • Εντατικοποίηση των διαπραγματεύσεων με τις χώρες προέλευσης για επιστροφές
  • Άμεση αύξηση των στελεχών του Ευρωπαϊκού Γραφείου για το Άσυλο (EASO) για στήριξη της Υπηρεσίας Ασύλου στη χώρα 
  • Ενίσχυση συνεργασίας με την Frontex τόσο στο Αιγαίο, όσο και στα βόρεια σύνορα της χώρας, ώστε να σταλεί το μήνυμα στους διακινητές ότι οι παράνομες οδοί έχουν κλείσει και έχουν αντικατασταθεί με νόμιμες
  • Άμεση εφαρμογή της απόφασης για Ευρωπαϊκή Ακτοφυλακή και Συνοριοφυλακή
Ειδικότερα, η Αθήνα ζητά αποτελεσματική διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης
με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο και αναδεικνύει επιτακτικά την ανάγκη για εντατικοποίηση της μετεγκατάστασης και κατάργηση των παράνομων μεταναστευτικών οδών και την αντικατάσταση τους με νόμιμες.
 
Στο πλαίσιο αυτό, ο πρωθυπουργός υπογραμμίζει ότι η εφαρμογή της Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας είναι δύσκολη, αλλά απαραίτητη, για την αντιμετώπιση τόσο των παράνομων δικτύων διακίνησης, όσο και των ξενοφοβικών αντιλήψεων, όπως εκείνες σύμφωνα με τις οποίες το Διεθνές Δίκαιο αποτελεί πολυτέλεια και υποστηρίζουν τις επαναπροωθήσεις στη θάλασσα.
Επιπλέον, η Ελλάδα στο θέμα του ασύλου θέτει το ζήτημα της επάνδρωσης της Υπηρεσίας Ασύλου με στελέχη του Ευρωπαϊκού Γραφείου Στήριξης Ασύλου (EASO). Επισημαίνεται, άλλωστε, ότι η Υπηρεσία Ασύλου στην Ελλάδα αυτή την στιγμή δέχεται τον τέταρτο μεγαλύτερο φόρτο παγκοσμίως, ενώ η ίδια Υπηρεσία μέχρι πριν τρία χρόνια δεχόταν σχεδόν μηδενικές αιτήσεις ασύλου. Όπως έκανε και στην άτυπη Σύνοδο της Μπρατισλάβας, η ελληνική πλευρά αιτείται συνεχώς την έλευση στελεχών από την EASO, καθώς η διαδικασία παροχής ασύλου απαιτεί προσοχή και σωστό μηχανισμό.
 
Οι θέσεις που εκφράζει γενικότερα η ελληνική πλευρά για την αντιμετώπιση του προσφυγικού-μεταναστευτικού και σε διεθνές πλαίσιο αφορούν στην:
 
  • Αύξηση της υποστήριξης προς τις χώρες που φιλοξενούν πρόσφυγες
  • Αύξηση των επιστροφών ατόμων που δεν χρήζουν διεθνούς προστασίας και της επανεγκατάστασης και επαναπροώθησης όλων εκείνων που την χρειάζονται
  • Αύξηση της συνεργασίας ασφάλειας εναντίον των δικτύων διακινητών
  • Αύξηση των πρωτοβουλιών αντιμετώπισης των γενεσιουργών αιτίων της μετανάστευσης

To πρόγραμμα της Συνόδου:
 
11:30
 
Άφιξη των αρχηγών κυβερνήσεων στο χώρ της Συνόδου (Ομοσπονδιακή Καγκελαρία της Αυστρίας)
 
Υποδοχή από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο της Αυστρίας, κ. Κρίστιαν Κερν
 
11:30
 
Συνεδρία εργασίας
 
12:45
 
Οικογενειακή φωτογραφία
 
13:00
 
Γεύμα εργασίας
 
Δηλώσεις προς τα ΜΜΕ
 
Ολοκλήρωση της Συνόδου

«Πρέπει να βοηθήσουμε την Ελλάδα»

Η Ελλάδα είναι ακόμη σε θέση να ανταπεξέρχεται στο προσφυγικό, όμως η πίεση θα γίνει μεγαλύτερη και αυτό πρέπει να το λάβουμε υπόψη και να δούμε πώς θα βοηθήσουμε, τονίζει σε σημερινή συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα “Ντερ Στανταρντ” ο Αυστριακός καγκελάριος, σημειώνοντας πως στη Σύνοδο θα καταβληθεί προσπάθεια για επιτάχυνση της διαδικασίας αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα πρέπει, από κοινού, να καθοριστεί πώς θα πρέπει να πραγματοποιείται η αυστηρή διασφάλιση των συνόρων, και αυτό όχι μόνον στην Ελλάδα.

Όπως προσθέτει, στόχος του θα ήταν επίσης, μία ακριβής έκθεση ως προς τί συμβαίνει σε επί μέρους τμήματα των συνόρων και ποιο είδος υποστήριξης απαιτείται εκεί, ενώ σε μία δεύτερη φάση πρέπει να συζητηθεί το πώς μπορούν να βοηθηθούν οι χώρες, οι οποίες πλήττονται ιδιαίτερα και φυσικά η Ελλάδα.

Αλλά και οι συμμετέχοντες στη Σύνοδο της Βιέννης, θα πρέπει να κατανοήσουν πως, εάν αυτή η προσπάθεια που συντελείται στην Ελλάδα αποτύχει, οι μόνοι κερδισμένοι σε όλη την Ευρώπη θα είναι οι πλέον ξενοφοβικές, εθνικιστικές και ακροδεξιές δυνάμεις που καταγράφουν πρωτοφανή ποσοστά σε εκλογές και δημοσκοπήσεις, στην ίδια την Αυστρία και στις γειτονικές της χώρες.

Η παρουσία της Γερμανίδας καγκελαρίου στη Σύνοδο, φαίνεται πως ενισχύει τις -συγκλίνουσες με τις δικές της- θέσεις του Αυστριακού ομολόγου της, Κρίστιαν Κερν, στην προσφυγική πολιτική και αυτό φαίνεται να ισχύει τόσο απέναντι στην ακραία αντιπροσφυγική στάση που τηρεί το αυστριακό αντιπολιτευόμενο ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων, όσο και απέναντι στην εξαιρετικά σκληρή γραμμή που επιδιώκει να επιβάλει στην κυβέρνηση ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών, Σεμπάστιαν Κουρτς, του συγκυβερνώντος, με τους Σοσιαλδημοκράτες, συντηρητικού Λαϊκού κόμματος.

Πέραν τούτου, ο Αυστριακός καγκελάριος, με τη σύγκληση της Συνόδου Κορυφής για το Προσφυγικό, φαίνεται να αφαιρεί από τον υπουργό Εξωτερικών την πρωτοβουλία για επανάληψη της αμφιλεγόμενης “Διάσκεψης για τα Δυτικά Βαλκάνια”, την οποία είχαν συγκαλέσει τον περασμένο Φεβρουάριο, ερήμην της άμεσα ενδιαφερόμενης Ελλάδας, ο Σεμπάστιαν Κουρτς, με την τότε υπουργό Εσωτερικών, Γιοχάνα Μικλ-Λάιτνερ, επίσης του Λαϊκού κόμματος, προσκαλώντας τους ομολόγους τους από εννέα βαλκανικές χώρες, με αντικείμενο το συντονισμό τους για τη μείωση των προσφυγικών ροών.

Στη Διάσκεψη -η οποία, λόγω του εξωθεσμικού χαρακτήρα της είχε προκαλέσει τις έντονες διαμαρτυρίες, όχι μόνον της Αθήνας, αλλά επίσης των Βρυξελλών και του Βερολίνου- είχε αποφασιστεί το κλείσιμο της Διαδρομής των Βαλκανίων, που είχε ως συνέπεια τον εγκλωβισμό χιλιάδων προσφύγων στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στα σύνορα με την ΠΓΔΜ, με όλες τις δραματικές εξελίξεις.

Στην ιδιαίτερα αυστηρή κριτική του στη συμπεριφορά αυτή, της Βιέννης, ο πρωθυπουργός είχε επισημάνει τότε πως “η Ελλάδα δεν μπορεί, παρά να απαιτήσει από εδώ και στο εξής, από τους εταίρους μας, να συμπεριφέρονται υπεύθυνα, ακριβώς όπως υπεύθυνα συμπεριφερόμαστε κι εμείς σε μια κρίση η οποία έχει φορτώσει μια μικρή χώρα με βάρος μεγαλύτερο από αυτό που της αναλογεί”.
Ο Σεμπάστιαν Κουρτς, είχε απορρίψει τις αντιδράσεις της Ελλάδας στη μη πρόσκλησή της στη Διάσκεψη -αντιδράσεις που είχαν εκφραστεί, τόσο με διάβημα διαμαρτυρίας όσο και με την αργότερα ανάκληση στην Αθήνα για διαβουλεύσεις, της πρέσβειρας της Ελλάδας στην Αυστρία- κατηγορώντας εκ νέου την Ελλάδα για έλλειψη βούλησης από μέρους της, να συνεργαστεί για τον περιορισμό της προσφυγικής ροής.

Πρόσφατα, ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών, ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση την υιοθέτηση του “αυστραλιανού μοντέλου” στο προσφυγικό ζήτημα και την μετατροπή της Λέσβου και της Λαμπεντούζα, σε στρατόπεδα κράτησης προσφύγων, κάτι που προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών από πολλές πλευρές.