Το χάσμα που υπάρχει μεταξύ των θέσεων της ελληνικής κυβέρνησης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου χαρακτηρίζεται «τεράστιο», ενώ σημειώνεται πως οι διαφορές με τους εκπροσώπους των ευρωπαϊκών θεσμών διαπιστώνονται  μικρότερες. 
 
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές που επικαλείταο το Αθηναϊκό Πρακτορείο, η ελληνική πλευρά συνεχίζει να υπερασπίζεται τη θέση της ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτελούν κομμάτι των βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών. Για τις ομαδικές απολύσεις, σύμφωνα πάντα με τις ίδιες πηγές, οι δανειστές εμμένουν στην πλήρη απελευθέρωση, ενώ η ελληνική πλευρά υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να υπάρξει καμία αλλαγή στα όρια και το καθεστώς της προέγκρισης.
 
Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως όπως προέκυψε νωρίτερα, παρότι το ΔΝΤ εμφανιζόταν από την κυβέρνηση ως «ακραίος παίκτης», στο θέμα των ομαδικών απολύσεων φαίνεται να συντάσσονται μαζί του και οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών.
 
Οι δανειστές θεωρούν πως το υπάρχον νομικό πλαίσιο δεν «συμβαδίζει» με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και ζητούν να αυξηθεί το μηνιαίο ποσοστό των απολύσεων από το 5% που ισχύει σήμερα στο 10%. Στο τραπέζι βρίσκεται το ενδεχόμενο να υπάρξει λύση προς την κατεύθυνση της συμφωνίας που είχαν το 2014 οι δανειστές με την κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ.
 
Συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για την ανάδειξη του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ), ως της ανεξάρτητης αρχής που θα έχει τον προεγκριτικό λόγο επί των ομαδικών απολύσεων, αλλά στη ισχύουσα συμφωνία οι δανειστές ζητούν να μην υπάρχει το «βέτο» του υπουργού Εργασίας.
 
Παράλληλα, όπως αναφέρεται, η πλευρά του ΔΝΤ επιμένει στη θέσπιση του lock out (ανταπεργία), με το υπουργείο να σημειώνει πως δεν συζητάει επαναφορά του lock out, αλλά και καμία αλλαγή στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο που αφορά το δικαίωμα στην απεργία. Σημειώνεται πως αυτό που προτείνει είναι μικρές παρεμβάσεις στον συνδικαλιστικό νόμο, με απόλυτο, όμως, σεβασμό στη συνδικαλιστική ελευθερία, όπως, για παράδειγμα, τη δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου στις συνδικαλιστικές οργανώσεις.
 
Η διαπραγμάτευση θα συνεχιστεί, σύμφωνα με την ίδια πηγή, το επόμενο διάστημα μέσω τηλεδιασκέψεων.