της Δανάης Καρυδάκη

Εν αρχή ην η ψήφος

Πριν από τρία περίπου χρόνια, ο Βρετανός Συντηρητικός πρωθυπουργός David Cameron, παρατηρούσε τη δεξιά ευρωσκεπτικιστική πτέρυγα (βλέπε Βρετανούς εθνικιστές, βαμμένους βασιλικούς –καθοδηγούμενους ενίοτε από την God-save-the-queen Λίζυ – και νοσταλγούς της Βρετανικής Αυτοκρατορίας όπου ο ήλιος δεν δύει ποτέ και μούμπλε μούμπλε) να κερδίζει ολοένα έδαφος μέσα στο κόμμα του. Η εκλογική πρωτιά του ευρωσκεπτικιστικού και ξενοφοβικού UKIP, του κόμματος δηλαδή του οποίου ηγούνταν τότε ο Nigel Farage, στις Ευρωεκλογές του 2014, που άφησε τους Tories τρίτους και καταϊδρωμένους, επιβεβαίωσε τους φόβους του ότι μια άνευ όρων φιλοευρωπαϊκή ρητορική υπό τη σκιά της αυξανόμενης κρίσης στην Ευρωζώνη πλήττει το (προσωπικό και κομματικό) προφίλ του Cameron εν όψει των εθνικών εκλογών του Μαΐου του 2015. Αποφάσισε, λοιπόν, πως η καλύτερη προεκλογική τακτική ήταν να τάξει στον λαό πως, αν κερδίσει τις εκλογές από το αντίπαλο δέος των Εργατικών, θα προκηρύξει άμεσα δημοψήφισμα για την παραμονή στην ΕΕ.

Κατά την προσφιλή του συνήθεια να αποκρύπτει ζουμερές λεπτομέρειες της ζωής του, όπως το φλογερό ειδύλλιο με ένα γουρουνάκι στα φοιτητικά του χρόνια, ο Cameron τήρησε προεκλογική σιγή ιχθύος ως προς τη στάση που θα κρατήσει στο εν λόγω δημοψήφισμα. Κέρδισε όμως το βραχυπρόθεσμο στόχο του και τις εκλογές με αυτοδυναμία. Τα ροδαλά καλοταϊσμένα μαγουλάκια του ετοιμάστηκαν για άλλη μια λαμπρή πενταετία διαμονής στο νούμερο 10 της Downing Street του
κεντρικού Λονδίνου, γαρνιρισμένης με επιβολή σκληρής λιτότητας στην ανόητη πλέμπα που τον πίστεψε και διάλυση όποιων ψηγμάτων κράτους πρόνοιας είχαν απομείνει.

Μετά από διαπραγματεύσεις με την – πιεσμένη από εσωτερικές ενστάσεις για το προσφυγικό ζήτημα και οσία προστάτιδα του εκτός Γερμανίας νεοφιλελευθερισμού – Angela Merkel, που περιελάμβαναν κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων από τα αγαπημένα του (γερμανικά) ζελεδάκια Haribo, ο Cameron πέτυχε την επ’ αόριστον παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου σε κατάσταση μη ενσωμάτωσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη διατήρηση σπέσιαλ προνομίων, όπως το εθνικό
νόμισμα (βρετανική λίρα) και η μη ένταξη των Channel Islands στην ΕΕ.

Έτσι λοιπόν, περήφανος και καμαρωτός, μπήκε ο Cameron στον αγώνα του επονομαζόμενου Bremain. Οι Εργατικοί, που τον Σεπτέμβριο του 2015 ανέδειξαν ως ηγέτη τον πολύ αριστερό για τα δεδομένα τους (αρκετά μισητό στο εσωτερικό του Πασοκοποιημένου Εργατικού κόμματος όπως φάνηκε και από το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του την επαύριο του δημοψηφίσματος, αλλά με πλατιά αποδοχή στη βάση) Jeremy Corbyn, στήριξαν κι αυτοί την παραμονή, αν και κάπως
πιο χλιαρά από πλευράς ηγεσίας και με αίτημα «remain and reform», δηλαδή παραμονή και αναμόρφωση. Την παραμονή στήριξαν επίσης οι Φιλελεύθεροι (Lib.Dem), οι Οικολόγοι (Green Party) και το Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP), με άλλα λόγια όλο το επίσημο κομματικό και κοινοβουλευτικό σύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου. Από την άλλη πλευρά, με το αίτημα του Brexit συντάχθηκαν το UKIP, η δεξιά πτέρυγα των Tories με μπροστάρη τον πρώην (αποτυχημένο) δήμαρχο του Λονδίνου και συν-οικότροφο του πρώην πρωθυπουργού από τα μαθητικά χρόνια
Boris Johnson (που εκ του αποτελέσματος μάλλον προσέβλεπε σε οριακή νίκη του Bremain ώστε να πιέζει εκ του ασφαλούς να κάτσει στην πρωθυπουργική καρέκλα), ένα μέρος της Αριστεράς όπως το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα που υποστήριζε το ευρέως αγνοημένο αίτημα του Leftist Exit ή Lexit, και…η βασίλισσα.

Μ’ ένα όνειρο τρελό, όνειρο απατηλό

Στο δημοψήφισμα του Ιουνίου λοιπόν, η πλειοψηφία του Βρετανικού λαού γύρισε την πλάτη στο μεγαλύτερο σύνολο των κομμάτων και στην προεκλογική καμπάνια του Bremain που βασίστηκε στην ανθηρότητα της οικονομίας εντός της ΕΕ και στην καταστροφή της εκτός, και επέλεξε την έξοδο της Βρετανίας από την Ένωση. Χωρίς να μπορούμε φυσικά να μιλήσουμε για μια ομοιογενή ψήφο, δεν μπορούμε να αψηφήσουμε συγκεκριμένα γεωγραφικά, ταξικά και ηλικιακά χαρακτηριστικά. Το Brexit λοιπόν το επιθύμησαν οι πιο ηλικιωμένοι, πιο φτωχοί κάτοικοι αγροτικών
περιοχών και όχι αστικών κέντρων. Το τι σημαίνουν αυτά τα δημογραφικά στοιχεία δεν είναι όμως τόσο ξεκάθαρο. Οι πιο ηλικιωμένοι μπορεί να θέλησαν την έξοδο από την ΕΕ διότι νοσταλγούν είτε τον παλιό καλό καιρό της Βρετανικής αποικιοκρατίας είτε το προ-Thatcher σύντομο καλοκαίρι της Βρετανικής σοσιαλδημοκρατίας και του κοινωνικού κράτους. Οι πιο φτωχοί μπορεί είτε να έχουν ταξική συνείδηση και να γνωρίζουν ότι η νεοφιλελεύθερη ΕΕ δεν δρα προς το ταξικό συμφέρον τους είτε διότι νανούρισαν την ταξική τους συνείδηση και είδαν σαν εχθρό τον μαύρο, μουσουλμάνο, Πολωνό, τον ξένο εργάτη. Οι κάτοικοι αγροτικών περιοχών μπορεί είτε να θέλουν να δείξουν τη δύναμή τους στο αιμοβόρικο City του Λονδίνου είτε, εξαιτίας της μικρότερης μετανάστευσης στη
Βρετανική επαρχία, να φοβούνται περισσότερο τον Άλλο άγνωστο ξένο από τους κατοίκους της πρωτεύουσας που συγχρωτίζονται καθημερινά με ανθρώπους από όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.

Φευ όμως και, εκεί που σαρανταπέντε μάστορες κι εξήντα μαθητάδες πάσχιζαν να καταλάβουν το αποτέλεσμα, οι χρήστες του Ελληνικού Facebook έδειξαν από την πρώτη στιγμή ότι είχαν έτοιμες όλες τις απαντήσεις. Οι μεν του φιλελευθέρου μετώπου «κοινής λογικής» έκλαιγαν και ωρύονταν για το κακό που βρήκε την πατρίδα μας την Ευρώπη και έψεγαν τα «λευκά σκουπίδια», δηλαδή τους λευκούς Άγγλους εργάτες, για την ηλιθιότητά τους την ώρα της κάλπης. Οι δε του αριστερού
φάσματος πανηγύριζαν σαν να μην υπάρχει αύριο για τη μεγάλη επανάσταση του κυρίαρχου Βρετανικού προλεταριάτου έναντι του ευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού, αναπολώντας το δίχως άλλο την ετεροτοπία των δυο καλοκαιρινών εβδομάδων του 2015 που ένα ΟΧΙ έμοιασε να σημαίνει κάτι πριν βυθιστούμε γρήγορα πάλι στη λήθη της ήττας μας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι και οι δύο μοιάζουν να μην έλαβαν υπόψη το σημαντικότερο μεθοδολογικό εργαλείο της ιστορίας, δηλαδή την εξέταση των υλικών και ψυχοκοινωνικών συνθηκών της απόφασης του Βρετανικού λαού.

Από τη μία, η «Ευρωπαϊκή πατρίδα μας» αναγνωρίζει σαν πολίτες μάλλον μόνο τους προνομιούχους κατοίκους της. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας, η αίσθηση ότι το κοινωνικό κράτος διαλύεται σταδιακά ενώ η ελίτ πλουτίζει με ρυθμό ανάλογο με αυτόν που φτωχαίνει η εργατική τάξη και η παρακμή του εκπαιδευτικού συστήματος σε μια μηχανή αναπαραγωγής κοινωνικών ανισοτήτων μοιάζουν να έχουν γίνει συνώνυμα του φερέλπιδος πολιτικού και οικονομικού project της Γηραιάς Ηπείρου. Ακόμα και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που υιοθετήθηκε το 1950 και αποτελεί θεμέλιο λίθο της 70χρονης Pax Europaea, μοιάζει να λειτουργεί σε δυο ταχύτητες και να ευνοεί τους πολίτες πρώτης κατηγορίας, εν περιλήψει τους λευκούς χριστιανούς βορειοευρωπαίους μεσοαστούς έναντι όσων δεν έχουν στον (προνομιακό) ήλιο μοίρα. Η απαίτηση λοιπόν των φιλελεύθερων να συμμορφωθεί η εργατική τάξη με το συμφέρον της άρχουσας, ούτως ώστε να παραμείνουν τα πράγματα ως έχουν, αν όχι να γίνουν ακόμα πιο άδικα γι’ αυτούς, μοιάζει ιδιαίτερα παράλογη από άτομα που αρέσκονται να καλούν εαυτούς ως τιμητές της λογικής.

Από την άλλη, η θέαση του Brexit σαν κοινωνική επανάσταση απέναντι στα δεσμά της καπιταλιστικής ΕΕ, μοιάζει επίσης προβληματική. Πρώτον, είτε δεν λαμβάνει υπόψη το, μολονότι όχι ολοκληρωτικό παρόλα αυτά κυρίαρχο, εθνικιστικό και αντιμεταναστευτικό πρόσημο της καμπάνιας του Leave, είτε το λαμβάνει αλλά κάνει τα στραβά μάτια διότι τα προσωπικά συμφέροντα δεν θίγονται από την αντιμεταναστευτική ρητορική. Ίσως αν ήταν Ιρλανδή γυναίκα που επιθυμούσε να κάνει έκτρωση, Έλληνας διεμφυλικός που επιθυμούσε να ζει και να εργάζεται
χωρίς κοινωνικό στίγμα, Ιταλός εργάτης από την Καλαβρία όπου όλες οι μπίζνες ελέγχονται από τη μαφία ή Γαλλίδα φοιτήτρια που επιθυμούσε να φοράει τη μαντήλα της στο πανεπιστήμιο, να ξανασκεφτόταν τι μπορεί να σήμαινε η ελαφρά τη καρδία αποπομπή του από τη Βρετανία επειδή δεν είναι αρκετά «ανταγωνιστικός».

Δεύτερον, όπως δείχνουν περίτρανα οι σημερινές δηλώσεις της
Βρετανίδας πρωθυπουργού, το Brexit όχι απλά δεν είναι ένας προάγγελος κοινωνικής ισότητας για τον Βρετανικό λαό, αλλά μάλλον περαιτέρω επιβολή του σκληρού νεοφιλελεύθερου μοντέλου που επινόησε η πρώτη διδάξασα Σιδηρά Κυρία Margaret Thatcher τη δεκαετία του ’80 και το οποίο πασχίζουν να αντιγράψουν οι ηγέτες της ΕΕ σήμερα. Ας δούμε λοιπόν πιο αναλυτικά τις
πολυαναμενόμενες δηλώσεις της.

Η μικρή Τερέζα πάτησε το Τέζα

Αρχικά, η σημειολογία της ομιλίας της Theresa May μοιάζει εξίσου ενδιαφέρουσα με το περιεχόμενο των λόγων της. Φορώντας ταγέρ σε αναγνωρίσιμο Σκωτσέζικο μοτίβο, παρουσιάστηκε σε λευκό φόντο με το μονολεκτικό μότο «A Global Britain» χαραγμένο πάνω στο υδατογράφημα του εμβλήματος του Ηνωμένου Βασιλείου (Λιοντάρι-Μονόκερως, σημειώσατε Χ και για έπαθλο ένα βασιλικό στέμμα). Ακόμα κι αν το σχέδιο διαπραγματεύσεων δεν είχε διαρρεύσει νωρίτερα, η πρώτη εντύπωση θα δήλωνε ξεκάθαρα την επιδίωξη ενός σκληρού Brexit, με την – πρώτα θα
καταργηθεί η μοναρχία στο σκάκι και μετά στη – Βρετανία κυρίαρχη, παγκόσμια δύναμη έξω από την ΕΕ να παρακαλεί, όμως, γονυπετής την Σκωτία να μην αποχωρήσει.

Το ρητορικό τρίπτυχο του λόγου της ξεκάθαρο, εκφρασμένο σε ήρεμο, φαινομενικά φιλικό, τόνο: «Θέλουμε μια Βρετανία δυνατότερη (stronger), δικαιότερη (fairer), και παγκόσμια (global)». Το «δυνατότερη» σημαίνει, σύμφωνα με τη May, επιστροφή της κυριαρχίας και της νομοθετικής εξουσίας από τις Βρυξέλλες στο Λονδίνο σε (παραδοξολογικό) συνδυασμό με την ενότητα μεταξύ Αγγλίας, Ουαλίας, Σκωτίας και Βόρειας Ιρλανδίας και την παραμονή της κεντρικής εξουσίας στο Westminster. Κάτω ο ξενόφερτος ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός, ζήτω ο παλιός καλός αγγλικός
ιμπεριαλισμός ή ιμπεριαλισμός με το μέτρο.

Το «δικαιότερη», μας πληροφορεί η May, αφορά τον έλεγχο της μετανάστευσης από την ΕΕ, δηλαδή την παραμονή μονάχα των «εξυπνότερων, καλύτερων, υψηλών προσόντων» Ευρωπαίων πολιτών (που ‘σαι Καιάδα μου όταν σε χρειαζόμαστε), αλλά και τη διασφάλιση του στάτους των Βρετανών υπηκόων που ζουν στην ΕΕ (καθότι η Βρετανία εξάγει μόνο κρυπτονικά υπερ-όντα ενώ οι
άλλες χώρες παράγουν αδαείς τεμπελχανάδες). Αυτό θα πει κοινωνική δικαιοσύνη.
Και ερχόμαστε τώρα στο «παγκόσμια», δηλαδή την επιδίωξη που εξέφρασε η May να πάρει η Βρετανία τον ρόλο ενός παγκόσμιου παίκτη στον οικονομικό χάρτη, απαλλαγμένη από τους κανόνες που διέπουν την ενιαία αγορά και την υποχρέωση να συμβάλλει οικονομικά στο κοινό ταμείο, συνάπτοντας νέες συμφωνίες με την «Κίνα, τη Βραζιλία, τις Αραβικές χώρες» αλλά και τις ΗΠΑ, όπου «ο οσονούπω [σεβασμιότατος] Πρόεδρος Trump δήλωσε ότι η Βρετανία βρίσκεται στην
πρώτη γραμμή». Για την Εθνική Υπηρεσία Υγείας (NHS) που βρίσκεται στο χείλος της κατάρρευσης και που σύμφωνα με έγκριτο κόκκινο λεωφορείο θα χρηματοδοτούνταν από τα λεφτά που έδινε η Βρετανία στην ΕΕ κάθε βδομάδα, ούτε λόγος. Α ναι, οι οικονομικοί δείκτες, λέει πάνε καλύτερα από το αναμενόμενο, πάρτυ κάνει ο κοσμάκης με τις μορταδέλες που έστειλε ο κυρ-Στέφανος. Αν αυτό
δεν θεωρείται διεθνιστική κομμουνιστική επανάσταση των λαών, τότε τι θεωρείται;

Στην τούρτα της «δυνατότερης, δικαιότερης και παγκόσμιας Βρετανίας» έρχονται να προστεθούν δυο κερασάκια ή αλλιώς δυο επιθετικά a la Trump βότσαλα στη λίμνη της φαινομενικής της συγκαταβατικότητας: πρώτον, μια υπόγεια απειλή προς τους (κακούς) δημοσιογράφους να σταματήσουν τα δημοσιεύματα που ασκούν κριτική στην πολιτική της και δεύτερον, μια ανοιχτή απειλή προς τους Ευρωπαίους να παίξουν με τους δικούς της όρους, καθώς το να φύγει η Βρετανία χωρίς συμφωνία είναι προτιμότερο γι’αυτήν από μια κακή, τιμωρητική συμφωνία.

Όπως όλα δείχνουν, λοιπόν, το Brexit θα γίνει και δεν θα οδηγήσει στη διάλυση της ΕΕ, που τρέμουν οι φιλελεύθεροι και ονειρεύονται οι αριστεροί στην Ελλάδα. Το Brexit θα γίνει και η φτωχοποίηση της εργατικής τάξης στη Βρετανία, την Ελλάδα και στις άλλες χώρες θα συνεχίσει ανενόχλητη τον χαβά της. Το Brexit θα γίνει και η οικονομική ελίτ θα έχει κερδίσει άλλη μια νίκη ταΐζοντας τον λαό μουσταλευριά φτηνού εθνικισμού και μισαλλοδοξίας. Αν δεν ξυπνήσουμε, έστω και τώρα, για να διεκδικήσουμε ενωμένοι και αλληλέγγυοι την αλλαγή των όρων του παιχνιδιού,
μακριά από μεσσίες, πατέρες και μάν(ν)ες εξ ουρανού, το Brexit θα γίνει μια υποσημείωση στα μελλοντικά βιβλία της ιστορίας, στα οποία μονάχα ελάχιστοι θα έχουν πια πρόσβαση.