του Glenn Greenwald για το The Intercept

Ο ίδιος ο υπουργός Αμύνης του Τραμπ, ο στρατηγός Τζέιμς Ματίς, είπε, όταν ο Τραμπ υποστήριξε για πρώτη φορά την απαγόρευση των μουσουλμάνων από τη χώρα τον Αύγουστο, ότι «έχουμε χάσει την πίστη μας στη λογική», προσθέτοντας: «αυτά τα πράγματα μας προκαλούν μεγάλη ζημιά αυτήν τη στιγμή και έτσι προκαλούνται κύματα αναταραχής στο διεθνές σύστημα».

Η μοναδική δήθεν λογική πίσω από αυτήν την απαγόρευση- το ότι είναι απαραίτητο να κρατήσουμε μακριά τους μουσουλμάνους εξτρεμιστές- διαλύεται  μετά από τον πιο απλό έλεγχο. Οι χώρες από όπου έχουν προέλθει και αυτές που έχουν υποστηρίξει το μεγαλύτερο αριθμό των αντιαμερικανικών τρομοκρατών- η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα- εξαιρούνται από τον απαγορευτικό κατάλογο, διότι τα τυραννικά καθεστώτα που ισχύουν σε αυτές τις χώρες είναι στενοί σύμμαχοι των ΗΠΑ. Αντίθετα, από τις χώρες που περιλαμβάνονται στην απαγόρευση- η Συρία, το Ιράκ, η Λιβύη, η Σομαλία, το Ιράν, το Σουδάν και η Υεμένη- δεν έχει προέλθει σχεδόν κανένας  τρομοκράτης.

Όπως το τεκμηρίωσε το Cato Institute την Παρασκευή το βράδυ: «Οι αλλοδαποί από αυτά τα επτά έθνη δεν έχουν σκοτώσει κανέναν αμερικάνο σε τρομοκρατικές επιθέσεις στο έδαφος των ΗΠΑ από το 1975 μέχρι και το τέλος του 2015». Μάλιστα, όπως προκύπτει από μια μελέτη του 2015 από το ερευνητικό κέντρο New America, οι θάνατοι που προκλήθηκαν από την τρομοκρατία των δεξιών εθνικιστών μετά την 11η Σεπτεμβρίου, έχουν υπερβεί σημαντικά εκείνους από μουσουλμάνους εξτρεμιστές.

Ο Τραμπ υποστήριξε την Παρασκευή το βράδυ σε ένα χριστιανικό τηλεοπτικό δίκτυο ότι το να δώσει προτεραιότητα στους χριστιανούς πρόσφυγες σε βάρος των άλλων είναι απλά βλάσφημο: Η ίδια η ιδέα του να καθορίζει ποιος αξίζει καταφύγιο αναλόγως των θρησκευτικών πεποιθήσεών του, αποτελεί μισαλλοδοξία στην πιο καθαρή έννοια του όρου. Πέρα από το ηθικό ζήτημα, είναι σχεδόν σίγουρα αντισυνταγματικό σε μια χώρα που υποστηρίζει τη «ελεύθερη άσκηση της θρησκείας». Στους New York Times το πρωί του Σαββάτου, ο αναλυτής του Cato, Ντέιβιντ Μπίερ υποστήριξε επίσης με πειστικό τρόπο ότι η πολιτική αυτή είναι παράνομη βάσει διατάξεων του νόμου.

Αυτό που το κάνει ακόμα χειρότερο είναι ο κεντρικός ρόλος που έπαιξε η κυβέρνηση των ΗΠΑ στη φρίκη από την οποία πολλοί τώρα από αυτούς τους αποκλεισμένους ανθρώπους τρέπονται σε φυγή. Η ιδέα ότι ο Τραμπ προστατεύει τις χώρες με τις οποίες συνεργάζεται είναι εξωφρενική. Η πραγματικότητα είναι ότι ο εξαιρετικά επιλεκτικός κατάλογός του αντανακλά τη μακροχρόνια πολιτική των ΗΠΑ: Μάλιστα, ο Ομπάμα περιόρισε το δικαίωμα βίζας  για πολίτες από τις ίδιες αυτές επτά χώρες, ενώ τα καθεστώτα στο Ριάντ και το Κάιρο έχουν λάβει ειδική προστασία από τις ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες, πολύ πριν από τον Τραμπ.

Πέρα από την υποστήριξη των ΗΠΑ προς τα χειρότερα καθεστώτα του κόσμου, αυτό που διαμορφώνει κατά κύριο λόγο τη λίστα του Τραμπ είναι οι επιθέσεις των ΗΠΑ: Πέντε από τις επτά μουσουλμανικές κυρίως χώρες στη λίστα του Τραμπ ήταν αυτές που βομβαρδίστηκαν από τον Ομπάμα, ενώ οι άλλες δύο (το Ιράν και το Σουδάν) τιμωρήθηκαν με βαριές κυρώσεις. Έτσι, ο Τραμπ αποκλείει τους μετανάστες από τις ίδιες  χώρες στων οποίων την καταστροφή και την αποσταθεροποίηση η κυβέρνηση των ΗΠΑ – και υπό τους ρεπουμπλικάνους και τους δημοκρατικούς- έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο. Όπως σημείωσε ο δημοκρατικός γερουσιαστής Κρις Μέρφι, με εκπληκτική ειλικρίνεια:

«Βομβαρδίζουμε τη χώρα σας δημιουργώντας έναν ανθρωπιστικό εφιάλτη και μετά σας κλειδώνουμε εκεί μέσα. Αυτή είναι ταινία τρόμου, όχι εξωτερική πολιτική».

Η αναγνώριση και η καταπολέμηση των ιδιαίτερων στοιχείων του εξτρεμισμού του Τραμπ είναι ζωτικής σημασίας, αλλά το ίδιο είναι και η αναγνώριση ότι ένα σημαντικό μέρος του εξτρεμισμού έχει τις ρίζες του στις πολιτικές και πολιτιστικές εξελίξεις που υπήρξαν πολύ καιρό πριν από αυτόν. Οι ιστορίες τρόμου γύρω από τη μετανάστευση- συμπεριλαμβανομένων των οικογενειών που διασπάστηκαν- δεν είναι κάτι καινούργιο. Όπως σημείωσε το ABC News τον περασμένο Αύγουστο «Η κυβέρνηση Ομπάμα έχει απελάσει περισσότερους ανθρώπους από οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση στην ιστορία. Στην πραγματικότητα, έχουν απελαθεί περισσότεροι από το άθροισμα των απελαθέντων από όλους τους προέδρους του 20ού αιώνα».

Ο λόγος που ο Τραμπ είναι σε θέση να αξιοποιήσει τόσο εύκολα τον αντι-μουσουλμανικό φόβο και τη μισαλλοδοξία είναι επειδή αυτά έχουν καλλιεργηθεί εδώ και 16 χρόνια ως η κεντρική κινητήρια δύναμη του πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Υπάρχουν παρατάξεις τόσο στην κεντροαριστερά όσο και στη δεξιά που είναι κυρίως αφιερωμένες στη δαιμονοποίηση των μουσουλμάνων και του Ισλάμ. Μια κυβέρνηση μπορεί να μείνει ατιμώρητη για βομβιστικές επιθέσεις, εισβολές και πυραύλους προς την ίδια ομάδα ανθρώπων για περισσότερα από 15 χρόνια μόνο μέσω της συνεχόμενης δαιμονοποίησης και της αποκτήνωσης αυτής της ομάδας και μέσω της διατήρησης υψηλών επιπέδων φόβου, αυτό ακριβώς που έχουν κάνει οι ΗΠΑ κατά τη διάρκεια δύο διαδοχικών κυβερνήσεων. Τόσο η κυβέρνηση του Μπους όσο και του Ομπάμα εγκαινίασαν νέες, εντελώς ακραίες μειώσεις των πολιτικών ελευθεριών που έχουν ως στόχο κατά κύριο λόγο, αν όχι αποκλειστικά, τους μουσουλμάνους.

Ο Τραμπ δεν εμφανίστηκε από το πουθενά. Είναι η πιο λογική και πιο γκροτέσκα έκφραση μιας ποικιλίας τάσεων που έχουμε δει να ενισχύονται: ο ατελείωτος πόλεμος, μια ουσιαστικά παντοδύναμη προεδρία, η απεριόριστη πολεμική εξουσία, από την κατασκοπία ως τη φυλάκιση χωρίς δίκαιη δίκη, τα βασανιστήρια και τις δολοφονίες, οι επαναλαμβανόμενες μειώσεις των πολιτικών ελευθεριών στο όνομα των απατηλών εγγυήσεων για ασφάλεια και η συνεχής δαιμονοποίηση των μουσουλμάνων ως τρομακτικοί, πρωτόγονοι, ιδιαίτερα βίαιοι Άλλοι.
Μια χώρα που εμπλέκεται σε ατελείωτους πόλεμους εναντίον πολλών χωρών όχι μόνο σκοτώνει πολλούς ανθρώπους, αλλά αποδομεί τη δική της κοινωνία. Ο Τραμπ είναι το σαπισμένο φρούτο που βγαίνει αναπόφευκτα από τέτοιες βρόμικες ρίζες.

Ο Τραμπ δεν είναι ένα ρωσικό φαινόμενο, ούτε ένα ιταλικό, ούτε ένα λατινοαμερικάνικο: είναι ένα ξεκάθαρα και απόλυτα αμερικάνικο φαινόμενο, απλώς στην πιο ακραία μορφή του από τον ατέλειωτο πόλεμο της Αμερικής κατά της τρομοκρατίας και της τάσης της προς την ολιγαρχία μετά το 2008. Η προσποίηση ότι ο Τραμπ είναι κάποια μεγάλη απόκλιση, κάποια ριζική απομάκρυνση από την ιστορία και τις αξίες των ΗΠΑ, είναι απλώς ένας παραπλανητικός τρόπος να ωραιοποιήσουμε αυτά που έχουμε εγκρίνει και επιτρέψει συλλογικά.

Έτσι, γίναμε μάρτυρες την προηγούμενη βδομάδα πολλών που συμπεριφέρονταν λες και τα σχέδια του Τραμπ για τους σκοτεινούς τρόπους λειτουργίας της CIA, τα βασανιστήρια και τις παραδόσεις κρατουμένων ήταν σοκαριστικές αποκλίσεις του φαινομένου-Τραμπ, ακόμα και αν πολλοί από αυτούς που κατήγγειλαν τα σχέδια αυτά ήταν εκείνοι που υποστήριζαν ή εφάρμοζαν ήδη αυτές τις πολιτικές ή προστάτευαν αυτούς που τις έκαναν από ποινικές διώξεις. Η καταγγελία και η αντίθεση κατά του Τραμπ δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να κρύψει τα αμαρτήματα του πρόσφατου παρελθόντος ή να συγκαλύψει τους σπόρους που φυτεύτηκαν πριν από αυτόν και που του έδωσαν την ευκαιρία να τους ανθίσει. Η αντίθεση στην επίθεση του Τραμπ κατά των βασικών ελευθεριών απαιτεί μια σαφή κατανόηση του πλαισίου που μας οδήγησε σε αυτήν.

Αλλά αυτός ο αποκλεισμός των μουσουλμάνων- τόσο στην πράξη όσο και στη θεωρία- αποτελεί παρόλα αυτά κάτι το διαφορετικό σε σημασία αν όχι και σε είδος. Παρά τα όσα συνέβησαν πριν από αυτό, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Τραμπ οδηγεί τώρα τις ΗΠΑ σε σκοτεινά και δυσοίωνα μέρη που είναι ένα βήμα πέρα από όπου έχουν πάει ακόμη και οι τελευταίοι πρόεδροι, στο όνομα της προστασίας κατά των μουσουλμάνων. Μια επίσημη και απόλυτη κωδικοποίηση αυτής της αντι-μουσουλμανικής υπόθεσης είναι εγγενώς επικίνδυνη, καθώς είναι πιθανό να εμποτίσει περαιτέρω τα εκατομμύρια των αμερικάνων με την ιδέα ότι οι μουσουλμάνοι είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνοι και απειλητικοί.

Από εκεί και πέρα, οι ανθρωπιστικές φρικαλεότητες που δημιουργήθηκαν αμέσως με την απαγόρευση της μετανάστευσης του Τραμπ δεν χρειάζεται να μεγαλοποιηθούν. Το ότι αμέτρητοι πρόσφυγες πολέμου, που προσπαθούν να ξεφύγουν από την καταστροφή που οι ΗΠΑ βοήθησαν να δημιουργηθεί, τώρα έχουν αποκλειστεί από την εύρεση καταφυγίου, με πολλούς να οδηγούνται στο θάνατο, είναι αυτονόητο. Οι παραλληλισμοί με το πώς οι Εβραίοι πρόσφυγες που γλύτωναν από τη ναζιστική δίωξη μεταχειρίστηκαν στη δεκαετία του 1930 και του 1940 είναι προφανείς. Αυτός ο νέος λογαριασμός στο τουίτερ περιγράφει μεμονωμένους Εβραίους των οποίων η είσοδος με  πλοίο απαγορεύτηκε από την κυβέρνηση του Ρούσβελτ το 1939, καθώς έφευγαν από τους Ναζί, για να καταλήξουν να πεθαίνουν στο Άουσβιτς και σε άλλα στρατόπεδα.

Όπως ο συνάδελφός μου, Λι Φανγκ σημείωσε το 2015, η επικρατούσα ρητορική περί μουσουλμάνων προσφύγων είναι η ίδια με αυτή που χρησιμοποιήθηκε για να δαιμονοποιήσει τους Εβραίους κατά τη διάρκεια της εποχής του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Πράγματι, η γελοιογραφία της δεξιάς εφημερίδας Daily Mail το 2015 που απεικονίζει τους μουσουλμάνους πρόσφυγες σαν αρουραίους (πάνω σχέδιο, παρακάτω) ακολουθεί τέλεια το παράδειγμα μιας γελοιογραφίας του 1939 σε μια βιεννέζικη εφημερίδα που απεικονίζει τους Εβραίους με τον ίδιο τρόπο (κάτω σχέδιο, παρακάτω):


Αλλά όπως έχω ξαναπεί, είναι συχνά πιο πεζές, λιγότερο δραματικές οι αδικίες που έχουν απήχηση, όταν πρόκειται για παραβιάσεις των πολιτικών ελευθεριών. Το άρθρο στο McClatchy την Παρασκευή, για παράδειγμα, αφηγείται την ιστορία του Μουρτάντα Αλ-Ταμέεμι, ενός εικοσιτετράχρονου προγραμματιστή στο Facebook που έχει γεννηθεί στο Ιράκ και έπρεπε να φύγει επειγόντως από τον Καναδά, όπου είχε επισκεφθεί την οικογένειά του αυτήν την εβδομάδα, προκειμένου να φτάσει γρήγορα πίσω στις ΗΠΑ πριν τεθεί σε ισχύ η απαγόρευση από τον Τραμπ, και τώρα δεν μπορεί πλέον να τους επισκεφτεί λόγω του (δικαιολογημένου) φόβου ότι δεν θα είναι σε θέση να επιστρέψει. Σε αυτό το άρθρο, ο Αλ-Ταμέεμι περιγράφει την κακομεταχείριση και τις ταπεινώσεις που αντιμετωπίζει εδώ και καιρό ως μουσουλμάνος μετανάστης στις ΗΠΑ, αλλά τώρα βρίσκεται αντιμέτωπος με μια πλήρης και απόλυτη απαγόρευση εισόδου στη χώρα.

Παράλληλα, η εφημερίδα New York Daily News ανέφερε το Σάββατο  ότι πολλοί μουσουλμάνοι και Άραβες που έχουν από καιρό βίζα για τις ΗΠΑ έχουν αποκλειστεί σε αεροδρόμια και αποκλείονται από την είσοδο στα αεροπλάνα. Ακόμη πιο σημαντικός, αν και δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί, είναι ο έντονος φόβος που έχουν αρκετά δικαιολογημένα οι μουσουλμάνοι-αμερικάνοι και οι μετανάστες για το πού θα οδηγήσουν όλα αυτά, τόσο από την άποψη των πολιτιστικών προτύπων όσο και των πρόσθετων πολιτικών. Ακριβώς όπως άλλαξε η στάση απέναντι σε LGBT αμερικάνους όταν οι προσωπικές τους ιστορίες έγιναν πιο γνωστές, έτσι έχουν καίρια σημασία και αυτού του είδους οι ιστορίες για το πώς απλοί μουσουλμάνοι βλέπουν τα βασικά τους δικαιώματα να καταπατώνται χωρίς αιτιολογία, για την ανάδειξη του πόσο καταχρηστικές είναι αυτές οι πολιτικές.

Ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους σε αυτές τις τάσεις είναι η σταθερή ικανότητα των ομάδων για την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων των μουσουλμάνων-αμερικάνων να λειτουργούν ελεύθερα και αποτελεσματικά. Η μεγαλύτερη τέτοια ομάδα, το Συμβούλιο για τις Αμερικανο-Ισλαμικές Σχέσεις (CAIR), έχει βρεθεί εδώ και καιρό στο στόχαστρο της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Η κυβέρνηση Μπους χαρακτήρισε την ομάδα ως έναν ατιμώρητο «συνωμότη» σε μια υπόθεση τρομοκρατίας, διασφαλίζοντας την κηλίδωσή της, αλλά παραμένει χωρίς τη δυνατότητα να υπερασπιστεί τον εαυτό της στο δικαστήριο. Όπως αναφέρθηκε το 2014, ο εκτελεστικός διευθυντής της ομάδας είχε γίνει ο στόχος μιας επεμβατικής, εξαιρετικά εξατομικευμένης ηλεκτρονικής παρακολούθησης από την NSA.

Το CAIR έχει τώρα έναν κρίσιμο ρόλο στην άμυνα των μουσουλμάνων-αμερικάνων και των μεταναστών από αυτές τις επιθέσεις στις προσωπικές ελευθερίες τους. Η ομάδα έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα καταθέσει αγωγή αμφισβητώντας τη συνταγματικότητα και τη νομιμότητα της απαγόρευσης του Τραμπ. Οι μουσουλμάνοι που δεν έχουν πού αλλού να στραφούν, συχνά υπερασπίζονται από το CAIR όταν τα βασικά δικαιώματά τους δέχονται επίθεση και αυτό θα γίνεται τώρα ακόμα περισσότερο.