Μεικτή τεχνική: Λάδι σε χαρτί και ηλεκτρονική επεξεργασία 20×15 εκ. του Γιώργου Μικάλεφ
Επιμέλεια: Δημήτρης Λαμπρόπουλος

Λάτρης της ποιητικής παράδοσης, ο γεννημένος στη Ζάκυνθο ποιητής, πρωτοπόρησε καλλιεργώντας τη δημοτική γλώσσα και συνδυάζοντάς τη με την Κρητική Λογοτεχνία και το δημοτικό τραγούδι. Πολυγραφότατος, αποτελεί και ως ο Εθνικός μας ποιητής τεράστιο κεφάλαιο για τον πολιτισμό του τόπου, ωστόσο, ήταν ο ίδιος που έλεγε, πως η αναγνώριση του Ύμνου εις την Ελευθερία, λειτούργησε σε βάρος των άλλων σπουδαίων έργων του.

Φαίνεται εξάλλου πως τόσο τον επηρέασε η συγγραφή του ποιήματος που έμελλε να γίνει ο Εθνικός μας ύμνος, που σχεδόν κανένα από τα έργα που έγραψε μετά δεν ολοκληρώθηκε και δεν δημοσιεύθηκε από τον ίδιο.

Το γεγονός πως η υιοθέτηση του Ύμνου εις την Ελευθερία επισκίασε το υπόλοιπο συγγραφικό του έργο, μπορεί κανείς να το διαπιστώσει μελετώντας έργα του όπως η «Η Γυναίκα της Ζάκυθος», με το οποίο επιχειρεί να εκθέσει και να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο η τοπική κοινωνία αντιμετώπισε την έξοδο του Μεσολογγίου. Ακούστε το έργο από το Πρώτο Πρόγραμμα το 1982, σε απαγγελία από τον Μάνο Κατράκη, την Ελένη Χατζηαργύρη, τη Μαρία Σκούντζου και τον Φοίβο Ταξιάρχη.

Εξίσου αδικημένα και  άλλα έργα του, όπως οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», «ο Πόρφυρας», ο «Λάμπρος».
 
Ειδικά το τελευταίο, αποτελεί έκπληξη για κάθε αναγνώστη, αφού μέσα από αυτό περιγράφεται μία έκφανση της οπτικής και της φαντασίας του ποιητή που έρχεται σε αντίθεση με την παγιωμένη αντίληψη που έχουμε για τον εθνικό μας ποιητή. Όπως σημειώνουν μελετητές του έργου του, διαπιστώνεται στο συγκεκριμένο πως ο Δ. Σολωμός ήταν εμφανώς επηρεασμένος από τον Δον Ζουάν του λόρδου Μπάιρον, καθώς και από την ίδια της ζωή του Βρετανού.

Σε πολύ μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και το 1808 έφυγε για σπουδές στην Ιταλία, με τη συνοδεία του ιταλού δασκάλου του Ρώσση. Επτά χρόνια αργότερα πήρε το απολυτήριο από το Λύκειο της Κρεμόνας και γράφτηκε στο πανεπιστήμιο της Πάβιας, απ' όπου πήρε το πτυχίο της Νομικής. Παράλληλα με τις σπουδές του, άρχισε να γράφει στίχους στα ιταλικά και ήρθε σε επαφή με εξέχοντες φιλόσοφους, φιλόλογους και λογοτέχνες της εποχής.

«Το άγιο βήμα της ψυχής»

Το 1818 επέστρεψε στη Ζάκυνθο, όπου παρέμεινε για δέκα χρόνια και με την τεράστια επιρροή που άσκησε πάνω του η «Ελληνική Επανάσταση», εμπνεύστηκε τα αριστουργήματά του, γράφοντας πλέον στα ελληνικά.

Σε αντίθεση με άλλους ποιητές που χρειάστηκε να παρουσιάσουν πλήθος έργων τους έως την καταξίωση, ο Σολωμός την πέτυχε πολύ νωρίτερα. Τον Μάιο του 1823, ολοκληρώνει τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν», απόσπασμα του οποίου καθιερώθηκε ως Εθνικός μας Ύμνος, εμπνευσμένος από την ελληνική επανάσταση του 1821. Το ποίημα δημοσιεύεται στην Ελλάδα το 1824 και ένα χρόνο μετά στην Ευρώπη. Η φήμη του Σολωμού εξαπλώνεται σε όλη τη χώρα και στην αλλοδαπή.

Από το 1828 και μετά, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Κέρκυρα. Συνέχισε να γράφει ποιήματα, όντας σχεδόν απομονωμένος. Γι’ αυτό άλλωστε λέγεται πως επέλεξε την Κέρκυρα, ώστε να προσφέρει στον μοναχικό και κάπως ιδιότροπο χαρακτήρα του, την αίσθηση της απομόνωσης, που την χρειαζόταν. Τα επόμενα χρόνια ήταν τα πιο ευτυχισμένα της ζωής του, αφού απομονώθηκε και μελέτησε εντατικά την γερμανική ρομαντική φιλοσοφία και ποίηση, ενώ συγχρόνως έγραψε και τελειοποίησε το έργο του «Η γυναίκα της Ζάκυθος».

Ύστερα από την περιπέτεια της δίκης που είχε με τον ετεροθαλή αδελφό του (από την πλευρά της μητέρας του) για την πατρική περιουσία και παρόλο που δικαιώθηκε, ο Σολωμός επηρεάστηκε πολύ αρνητικά απ’ όλα αυτά. Ωστόσο δεν σταμάτησε ποτέ να γράφει. Είχε φτάσει αισίως στην πιο ώριμη συγγραφική του εποχή.

Δεν επισκέφτηκε ποτέ την ελεύθερη Ελλάδα. Δεν ήθελε όπως είχε πει να «θεατρίζει στο εθνικό του φρόνημα αλλά μες το άγιο βήμα της ψυχής». Το 1849, παρασημοφορήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος, γιατί με την ποίησή του «διέγειρε τα αισθήματα του λαού στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία».

Πέθανε στις 9 Φεβρουαρίου του 1857 στην Κέρκυρα, ύστερα από αλλεπάλληλες εγκεφαλικές συμφορήσεις. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1865 στη Ζάκυνθο και τοποθετήθηκαν αρχικώς σ' ένα μικρό μαυσωλείο στον τάφο του Κάλβου.