«Η ΕΡΤ είναι τραγική όπως είναι, είναι τριτοκοσμική αυτή τη στιγμή και γενικά δεν υπάρχει κανένας τηλεοπτικός σταθμός που να κάνει πρωτογενή έρευνα, δεν υπάρχει καμία εφημερίδα που να κάνει σοβαρή αρθρογραφία», ανέφερε χαρακτηριστικά και αποκάλεσε μερίδα δημοσιογράφων «εξευτελισμένους και μισογύνηδες».
 
Αιτία για τη δυσμενή αυτή εξέλιξη της δημοσιογραφίας και των μέσων, κατά τον κύριο Ξυδάκη είναι «η δημοσιογραφία του κουτσομπολιού» η οποία ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του '80 και «συμπαρέσυρε τις κυριακάτικες εφημερίδες, αποβλακώνοντας τους δημοσιογράφους με αποτέλεσμα σήμερα να μην είναι σε θέση να πετύχουν τους στοιχειώδεις όρους αναπαραγωγής».
 
Νωρίτερα κατά την εναρκτήρια ομιλία του στο πάνελ που συντόνιζε η Νόνη Καραγιάννη, γενική διευθύντρια του Αθήνα 9,84, ο πρώην υπουργός Πολιτισμού και Εξωτερικών επιχείρησε μια αναδρομή στη δημοσιογραφία από την δεκαετία του '80 ως την φούσκα του '90 και την κρίση του 2017, κάνοντας λόγο για ένα φαινόμενο διαρκούς κατάρρευσης και μιντιακής υπερέκτασης που οδήγησε τα περισσότερο ενημερωτικά μέσα αρχικά στο χρηματιστήριο και στη συνέχεια στη χρεοκοπία.
 
Εκτενή αναφορά έκανε και στον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν σήμερα οι κολοσσοί των social media, που συγκεντρώνουν και το 1/3 της διαφημιστικής δαπάνης καθώς και στις ψευδείς ειδήσεις που αυξάνονται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια.
 
Σε έναν διαχωρισμό πληροφόρησης και ενημέρωσης προχώρησε κατά την ομιλία της η Μαριέττα Γιαννάκου, πρώην υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, εφιστώντας την προσοχή στην έλλειψη υπευθυνότητας που παρατηρείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα κατά την διάχυση της πληροφορίας.
 
Παράλληλα υπογράμμισε πως «η ισχύς των μέσων μαζικής ενημέρωσης μπορεί να είναι μεγάλη μέσα στη δημοκρατία, μπορεί όμως να γίνει υπερβολικά μεγάλη όταν δεν λειτουργεί με βάση έναν κώδικα δεοντολογίας». Χαρακτηρίζοντας τα μέσα ενημέρωσης ως αυτόνομα που δεν λογοδοτούν στο κοινό, σε αντίθεση με τους πολιτικούς, οι οποίοι κρίνονται κι εκλέγονται κάθε τέσσερα χρόνια, η κ. Γιαννάκου χαρακτήρισε εξέχουσας σημασίας την οργάνωσή τους και απευκτέα συνθήκη τη συγκέντρωση της εξουσίας τους σε λίγους.
 
«Χαοτική» χαρακτήρισε από πλευράς του την κατάσταση των ΜΜΕ ο Ροδόλφος Μορώνης, αντιπρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, τονίζοντας πως τα παραδοσιακά μοντέλα καταρρέουν και υπάρχει επιτακτική ανάγκη για αναζήτηση νέων.
 
Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό τους ρόλο που ήταν να διασφαλίζουν ότι οι κυβερνήσεις λογοδοτούν, ο κ. Μορώνης πρόσθεσε πως «η τέταρτη εξουσία πληρώνει το γεγονός πως κατάπιε τις άλλες τρεις, είτε γιατί τις υπονόμευε ακούσια κι εκούσια είτε γιατί εκείνες στάθηκαν ανίκανες να αντιδράσουν».
 
Παράλληλα έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τη δυσκολία επιβίωσης της δημοσιογραφίας σε μια αγορά που έχει επενδύσει στον εντυπωσιασμό και υπογράμμισε πως είναι απαραίτητο να σφυρηλατηθεί εκ νέου η εμπιστοσύνη μεταξύ δημοσιογράφων και κοινού.
 
Ιστορική αναδρομή από την εποχή των σταυροφόρων και τα ταχυδρομικά περιστέρια μέχρι σήμερα επιχείρησε από πλευράς του ο Θοδωρής Ρουσόπουλος, κυβερνητικός εκπρόσωπος την περίοδο 2004- 2008, σε μια προσπάθεια να εξηγήσει το πώς κανείς προστατεύει αλλά και προστατεύεται από την τέταρτη εξουσία. «Η προστασία της τέταρτης εξουσίας είναι πρώτα από όλα υπόθεση της ίδιας και της σημασίας που δίνει στο λειτούργημά της» κατέληξε ο κ. Ρουσόπουλος.
 
Την αλλαγή του σκηνικού, όχι μόνο στον παραδοσιακό,αλλά και στον ηλεκτρονικό τύπο, επιχείρησε να περιγράψει ο Δημήτρης Μάρης, πρόεδρος του ομίλου 24Media Group και της Ένωσης Εκδοτών Διαδικτύου, τονίζοντας πως η Ελλάδα χρειάζεται μέσα οικονομικά και λειτουργικά αυτοτελή και ανεξάρτητα, μοντέρνα, προσαρμοσμένα στις σύγχρονες ανάγκες». Ο πρόεδρος της ΕΝΕΔ τόνισε πως πλέον το περιεχόμενο καθορίζεται από την τεχνολογία που θα χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή και διάδοσή του, σε μια προσπάθεια να δώσει τον ορισμό του τεχνολογικού ντετερμινισμού.

«Τα μέσα ενημέρωσης αποτελούν έναν πυλώνα εξουσίας, ο οποίος μπορεί να απειλήσει την ισορροπία του πολιτικού συστήματος από την υπερσυγκέντρωση, γι' αυτό και ζητούμενο είναι η αποτροπή των ολιγοπωλίων», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Πάνος Πολυζωίδης, σύμβουλος του SKAI Group, κατηγορώντας την κυβέρνηση για προσπάθεια δημιουργίας ολιγοπωλίων μέσω του πρόσφατου αποτυχημένου διαγωνισμού των τηλεοπτικών αδειών.

Τα «αξιώματα», με βάση τα οποία λειτουργούν οι NYT ανέλυσε από πλευράς του ο Αχχιλέας Τσάλτας, αντιπρόεδρος των New York Times Conferences, χαρακτηρίζοντας ως «άγιο δισκοπότηρο» την ποιότητα της ενημέρωσης. Η διασφάλιση της ποιότητας βέβαια, όπως σημείωσε, επιτυγχάνεται με την ουδετερότητα, το σωστό επιχειρηματικό μοντέλο, τον διαχωρισμό της ενημέρωσης από την αρθρογραφία και την ανεξάρτητη λειτουργία των δημοσιογραφικών οργανισμών, ακόμα κι από τους επιχειρηματίες εκδότες τους.
 
Παράλληλα αναφέρθηκε στην μάχη των νέων και των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης, υπογραμμίζοντας πως δεν πρέπει να δαιμονοποιήσουμε, αλλά να αγκαλιάσουμε τα social media, ώστε να βρεθεί η χρυσή ισορροπία μεταξύ τους.

Στην ανάγκη αλλαγής του επιχειρηματικού μοντέλου στάθηκε ο Δημήτρης Ξενάκης, ιδρυτής του Inside Story, σημειώνοντας πως ο λόγος της παρακμής τους είναι η ανεξαρτητοποίησή τους από τον αναγνώστη και η εξάρτησή τους από τον διαφημιζόμενο.