Ζωγραφικό έργο μικτής τεχνικής του Γιώργου Μικάλεφ

Κείμενο του Μηνά Κωνσταντίνου
 

«Δεν νομίζω ότι μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο καλύτερο απλά πιστεύω ότι μπορούμε να μην τον κάνουμε χειρότερο». 

 
Ο Χένρι Τσαρλς Μπουκόβσκι (Henry Charles Bukowski) γεννήθηκε στις 16 Αυγούστου του 1920 στη γερμανική πόλη Άντερναχ. Νωρίς ωστόσο, στα δύο του χρόνια, η Γερμανίδα μητέρα του και ο Πολωνο-Αμερικανός πατέρας του μετακόμισαν στο Λος Άντζελες.
 
Οι τεταμένες σχέσεις με τον βίαιο πατέρα του θα τον οδηγήσουν γρήγορα να εγκαταλείψει το πατρικό του σπίτι και να βρεθεί σε μια παράγκα στην Ατλάντα, με το Λος Άντζελες να αποτελεί πάντα, ωστόσο, το καταφύγιό του, μεταξύ των περιπλανήσεών που συχνά θα έκανε τα επόμενα χρόνια.
 
Η φιγούρα του πατέρα του είχε δυναμική παρουσία εξίσου στα γραπτά του, εκτός από την πραγματική ζωή, την οποία εν πολλοίς καθόρισε με τη στάση του. Σύμφωνα με αρκετές αναφορές, ο πατέρας του ξεσπούσε συχνά στον Μπουκόβσκι κατά την παιδική του ηλικία, δημιουργώντας του σε σχετικά μικρή ηλικία ένα αίσθημα εγκατάλειψης, το οποίο προέταξε προς το σύνολο της κοινωνίας μέσα από τα γραπτά του. Αξίζει να σημειωθεί, πως ο πατέρας του είναι «παρών» ακόμα και στα τελευταία του ποιήματα στο κρεβάτι του νοσοκομείου, στιγμές πριν πεθάνει.
 
Η συγγραφική καριέρα του ξεκίνησε αρκετά νωρίς, με τα παιδικά του χρόνια να τον βρίσκουν να διαβάζει πολύ. Μετά την αποφοίτησή του γράφτηκε στο κολέγιο του Λος Άντζελες για να σπουδάσει δημοσιογραφία και λογοτεχνία, έχοντας πάντα στο μυαλό του τον προορισμό του συγγραφέα. Η αντιμετώπιση που είχε από τη μητέρα του, που όταν ανακάλυψε κάποια γραπτά του φέρεται να τα κατέστρεψε με τη μηχανή του γκαζόν, θα προδιέγραφε την πορεία που θα ακολουθούσε και την ματιά μέρους της κοινωνίας για το έργο του, τουλάχιστον όσο βρισκόταν εν ζωή.
 
Οι πιέσεις φίλων και οικογένειας τον οδήγησαν να καταταγεί στον στρατό για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά γρήγορα βρέθηκε να περιπλανιέται σε διάφορα μέρη ως άστεγος. Στα 24 του καταλήγει στη Νέα Υόρκη, όπου δημοσιεύει το πρώτο του διήγημα «Aftermath of a Lengthy Rejection Slip» στο περιοδικό «Story Magazine». Δύο χρόνια αργότερα, το διήγημά του «20 Tanks From Kasseldown» θα δημοσιευτεί στο «Portofolio III».
 
Ο χώρος των εκδόσεων, ωστόσο, και η αργή διαδικασία που ακολουθούσε, τον απογοήτευσε και τον ανάγκασε να απέχει από τη συγγραφή για περίπου μία δεκαετία. Την περίοδο αυτή έκανε διάφορες δουλειές και έζησε μία περιθωριακή ζωή, με τις αρχές της δεκαετίας του '50 να τον βρίσκει να πιάνει προσωρινά δουλειά ως ταχυδρόμος για δύο χρόνια. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1955, θα μπει στο νοσοκομείο με αιμορραγία από έλκος στομάχου που παραλίγο να τον σκοτώσει, «παράσημο» της «άσωτης» ζωής που ζούσε.
 
Η περιπέτεια με την υγεία του μοιάζει να τον επαναφέρει στα γραπτά του, με τον Μπουκόβσκι να ξεκινάει να γράφει ποίηση, χωρίς όμως να συγκεντρώσει ουσιαστικό ενδιαφέρον από τα έντυπα της εποχής. Το 1957 παντρεύεται την Μπάρμπαρα Φράι, η οποία εξέδιδε το ποιητικό περιοδικό «Harlequin» και δημοσιεύει δουλειές του Μπουκόβσκι. Δύο χρόνια αργότερα, το ζευγάρι θα χωρίσει, ο Τσαρλς θα επιστρέψει στο ποτό, αλλά και το ταχυδρομείο για τα επόμενα δώδεκα χρόνια.
 

«Όλες οι γυναίκες είναι διαφορετικές. Γενικά, φαίνεται πως είναι συνδυασμός του καλύτερου και του χειρότερου. Μαγικές και τρομακτικές. Αλλά είμαι ευχαριστημένος που υπάρχουν» έγραψε «υμνώντας» το γυναικείο φύλο, χωρίς ποτέ να μασά τα λόγια του.
 
«Ενώ οι άνδρες ασχολούνται με το ποδόσφαιρο ή την μπύρα ή κάτι άλλο, αυτές οι γυναίκες μας σκέφτονται: Εστιάζουν την προσοχή τους πάνω μας, μας μελετούν και αποφασίζουν τι θα κάνουν: να μας δεχτούν, να μας δώσουν μια κλωτσιά, να μας ανταλλάξουν με κάτι καλύτερο ή απλά να μας σκοτώσουν».

 
Η πρώτη του ποιητική συλλογή «Flower, Fist and Bestial Wail» εκδόθηκε το 1959 σε ένα φυλλαδιάκι σε 200 αντίτυπα, ενώ η δουλειά του κέντρισε το ενδιαφέρον του Τζον Έντγκαρ Γουέμπ, ο οποίος εξέδιδε το περιοδικό «The Outsider», που άρχισε να δημοσιεύει δουλειές του. Αφιέρωσε μάλιστα ένα ολόκληρο τεύχος στον Μπουκόβσκι με τίτλο «Outsider of the Year», και τελικά αποφάσισε να εκδώσει μια συλλογή της ποίησης του Μπουκόβσκι.

Έτσι, ο Μπουκόβσκι άρχισε να αποκτά φήμη σε underground περιοδικά και εφημερίδες, ενώ απέκτησε και μια στήλη στην εφημερίδα «Open City» του Λος Άντζελες, με το όνομα «Σημειώσεις ενός πορνόγερου» («Notes of a Dirty Old Man»). Τα κείμενα της στήλης αυτής εκδόθηκαν αργότερα σε ξεχωριστό βιβλίο.
 
«Έχω μία από τις δύο επιλογές — να παραμείνω στο ταχυδρομείο και να τρελαθώ… ή να μείνω εκεί έξω, να το παίξω συγγραφέας και να πεθάνω της πείνας. Αποφάσισα να πεθάνω της πείνας» έγραψε στα 49 του στο «Ταχυδρομείο» που εκδόθηκε το 1971. Δύο χρόνια νωρίτερα, ο εκδότης των «Black Sparrow Press», Τζον Μάρτιν, τον «σώζει» από τη μιζέρια του ταχυδρομείου, δίνοντάς του 100 δολάρια κάθε μήνα για το υπόλοιπο της ζωής του, με αντάλλαγμα να ασχοληθεί μόνο με τη συγγραφή.
 
Πέντε χρόνια αργότερα, θα βρεθεί στον δρόμο του η Λίντα Λι Μπέιγκλ, με την οποία θα μετακομίσει στο ανατολικό Χόλλυγουντ, θα παντρευτούν το 1985 και θα ζήσουν μαζί μέχρι τον θάνατό του το 1994.
 
Στο μνήμα του, είναι χαραγμένες οι λέξεις «Μην προσπαθείς» (Don't Try), που σύμφωνα με τη Λίντα κρύβουν το νόημα των παρακάτω φράσεων: «Εάν σπαταλάς όλη σου την ώρα προσπαθώντας, τότε το μόνο που πράττεις είναι να προσπαθείς. Γι' αυτό μην προσπαθείς. Πράξε».

Παρακολουθήστε το σπάνιο βίντεο με τον ποιητή να διαβάζει ο ίδιος ποιήματά του: