του Κώστα Εφήμερου

Τον Σεπτέμβριο του 2014 ο Θοδωρής Δρίτσας ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ είχε κάνει λόγο για

«φόρο που θα έπρεπε να καταβάλλουν οι τράπεζες και τους χαρίσθηκε γιατί υπήρξαν οι περικοπές του PSI. Όμως πέρα από τις περικοπές του PSI υπήρξε και η χρηματοδότησή τους με τα χρήματα του ελληνικού λαού. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι χρηματοδοτήσεις είναι μονόπαντες. Δεν μπορώ να μη σκεφτώ ότι στον πανικό τους ότι δεν θα είναι πολύ καιρό στην εξουσία τελειώνουν με ότι υπάρχει». 

Αρκετά βαριά λόγια. Ας δούμε λοιπόν περί τίνος πρόκειται:

Τι είναι ο αναβαλλόμενος φόρος

Ο Νόμος προβλέπει ότι τα ποσά που θα γλιτώσουν οι τράπεζες μπορούν να τα εγγράψουν στους ισολογισμούς τους ως κεφάλαια. Έτσι τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν διπλό κέρδος, αφενός επειδή δεν χρειάζεται να πληρώνουν φόρους προς το κράτος, και αφετέρου επειδή εμφανίζουν ενισχυμένες κεφαλαιακές δυνατότητες, συνυπολογίζοντας τα χρήματα των πελατών τους. Με αυτό τον τρόπο μειώνουν την υποχρέωση των μετόχων να προβαίνουν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Να σημειωθεί ότι τα κεφαλαιακά διαθέσιμα χρησιμοποιούνται από τις τράπεζες ως εγγυήσεις για την χαμηλότοκη δανειοδότησή τους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Δηλαδή αυτά τα ποσά που δεν θα χρειαστεί να δώσουν στους Έλληνες πολίτες χρησιμοποιούνται για την εισροή ζεστού χρήματος.

Το πραγματικά πρωτότυπο οικονομικό τέχνασμα που εισήγαγε όμως ο Νόμος του 2014 και ο οποίος ξεμπλοκάρεται τώρα είναι η εγγύηση του ελληνικού δημοσίου. Με απλά λόγια το κράτος εγγυάται ότι οι τράπεζές θα έχουν κερδοφορία για τα επόμενα 30 χρόνια και αναλαμβάνει την ευθύνη να προσφέρει σε μετρητά τα κεφάλαια στην περίπτωση που οι τράπεζες δεν τα καταφέρουν, αυξάνοντας έτσι την αξιοπιστία των τραπεζικών εγγυήσεων για την δανειοδότησή τους.

Εξαιτίας του αναβαλλόμενου φόρου και της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών με χρήματα των πολιτών, οι τράπεζες μεταφέρουν τις ζημιές τους στις πλάτες των φορολογούμενων. Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι ο Αναβαλλόμενος Φόρος καλύπτει μόνο τις απώλειες των τραπεζών από το PSI, και όχι των ασφαλιστικών ταμείων ή των μικροομολογιούχων. Αυτοί θα πρέπει να πληρώνουν κανονικά τους φόρους τους τα επόμενα 30 χρόνια.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας οι τράπεζες θα διευκολυνθούν για τις ζημιές στους ισολογισμούς τους που αφορούν διαγραφές οφειλών λόγω των ρυθμίσεων και οι οποίες, στο βαθμό που σχηματίζουν αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση από το δημόσιο, θα μπορούν να μετρούν τα εποπτικά τους κεφάλαια. Δηλαδή οι τράπεζες δεν θα χάνουν από την ρύθμιση των κόκκινων δανείων, αφού το κόστος θα το αναλαμβάνει το κράτος και άρα οι Έλληνες πολίτες.

Πρόκειται για ένα μηχανισμό μεταφοράς των ζημιών στους πολίτες με τους τραπεζίτες ως ενδιάμεσους να ενισχύουν για μια ακόμη φορά τη θέση τους.