του Μηνά Κωνσταντίνου

Όταν ένας πρώην πρωθυπουργός παραχωρεί τηλεοπτική συνέντευξη 13 χρόνια μετά τη λήξη της θητείας του, αποτελεί είδηση. Ειδικά όταν είναι τόσα πολλά τα ζητήματα για τα οποία θα περίμενε κανείς να απολογηθεί. Εύλογα, λοιπόν, το «κοινό», όπως χαρακτήρισε τους πολίτες, ανέμενε μία σειρά απαντήσεων σε πλήθος καυτών θεμάτων που τον αφορούν.
 
Όμως ο Κώστας Σημίτης δεν εμφανίστηκε στην τηλεόραση του Σκάι για να μιλήσει για το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου και το κόστος που φορτώθηκαν χιλιάδες φορολογούμενοι. Ούτε για το πάρτι των εξοπλιστικών, τα σημάδια του οποίου μπορεί κανείς να βρει ανεξίτηλα στο τεράστιο δημόσιο χρέος. Ούτε για τα «μαύρα ταμεία» του Τσουκάτου, ούτε για τον Μαντέλη και τα 450.000 μάρκα της Siemens. Ούτε φυσικά για την υπόθεση Τσοχατζόπουλου.
 
Ο πρώην πρωθυπουργός δεν εμφανίστηκε μετά από 13 χρόνια «τηλεοπτικής σιωπής» για να μιλήσει για την κατάσταση στην οποία παρέδωσε την οικονομία στον Κ. Καραμανλή. Ούτε και για να επιρρίψει ευθύνες στον Γ. Παπανδρέου για την «καθυστέρηση» του να ζητήσει βοήθεια από τους εταίρους, η οποία σύμφωνα με τον κ. Σημίτη, οδήγησε στο μνημόνιο που «δεν ήταν μονόδρομος».
 
Η επανεμφάνιση του Κ. Σημίτη στην παρούσα συγκυρία, με τις Αρχές να εμφανίζονται να ξεκοκκαλίζουν τους λογαριασμούς του συνεργάτη του, Γ. Παπαντωνίου, και να οδηγούν μέχρι και σε παραίτηση την Εισαγγελέα Διαφθοράς, συνοψίζεται σε μία του και μόνο αποστροφή.

Αφού ευλόγισε τη διαφθορά ως «κοινωνικό φαινόμενο», γνήσιο παιδί του δόγματος του «μαζί τα φάγαμε», ο πρώην πρωθυπουργός προχώρησε σε μία δραματική προειδοποίηση.
 
«Η καταπολέμηση της διαφθοράς δεν γίνεται με καταγγελίες. Δεν γίνεται με μισαλλοδοξία. Δεν γίνεται με εξεταστικές επιτροπές. Δεν γίνεται με εχθρότητα» απάντησε στις προκλητικές δηλώσεις του Αλ. Τσίπρα στο πρόσωπό του, για να καταλήξει σε μία απειλή, που δεν απευθύνεται μόνο στο πρόσωπο του πρωθυπουργού.
 
«Γιατί όποιος καλλιεργεί εχθρότητα παράγει εχθρότητα» προειδοποίησε ο πρώην πρωθυπουργός. Όλο και κάποια συνάφεια με την δρομολογούμενη εξεταστική θα έχει η αναφορά του.

Πράγματι, οι εξεταστικές της κυβέρνησης δεν… φημίζονται για τις επιτυχίες τους (εάν κρίνουμε από την περιβόητη για τα δάνεια των ΜΜΕ και των κομμάτων). Όμως η απαίτηση για άπλετο φως στο ζοφερό σκοτάδι των τελευταίων δεκαετιών είναι λαϊκή και καθολική.

Ποιος πολίτης δεν θέλει να γίνει εξεταστική για τα εκατομμύρια των εκατομμυρίων στα εξοπλιστικά; Ποιος δεν απαιτεί να αποδοθεί δικαιοσύνη για το πάρτυ των τραπεζών, το άλλο φαγοπότι στον χώρο της Υγείας; Στην υπόθεση της Siemens ή της Novartis;

Όταν, λοιπόν, απειλεί ο πρώην πρωθυπουργός της χώρας με «παραγωγή εχθρότητας» από την σπορά των εξεταστικών επιτροπών της Βουλής για πιθανά αδικήματα στελεχών των κυβερνήσεών του, ποιον ακριβώς απειλεί; Τίνος τη σιωπή ζητάει;