Η παραδοχή της γερμανικής εταιρίας τον Σεπτέμβριο του 2015 ότι χρησιμοποίησε λογισμικό για να χειραγωγεί τους ελέγχους εκπομπής ρύπων στις ΗΠΑ έθεσε επίσης στο επίκεντρο τους χαλαρούς ευρωπαϊκούς κανονισμούς για τα οχήματα, οδηγώντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο να προτείνει αυστηρότερους κανόνες ελέγχου.

Μεταξύ των κανόνων αυτών περιλαμβάνεται η ανάληψη του κόστους για τις δοκιμές ρύπων από τις κυβερνήσεις και όχι τις αυτοκινητοβιομηχανίες καθώς και η δυνατότητα να επιβάλλουν οι Βρυξέλλες πρόστιμα στις εταιρίες για τις όποιες παραβιάσεις.

Ωστόσο, έγγραφο που παρουσιάζει τις γερμανικές θέσεις και το οποίο περιήλθε στην κατοχή του Reuters δείχνει ότι το Βερολίνο αντιτίθεται στο να επιτραπεί στις Βρυξέλλες να επιβάλλουν πρόστιμα στις αυτοκινητοβιομηχανίες ύψους έως 30.000 ευρώ ανά όχημα. Σύμφωνα με το έγγραφο, η Γερμανία θέλει επίσης να διατηρήσει το σύστημα βάσει του οποίου οι αυτοκινητοβιομηχανίες είναι αυτές που πληρώνουν τους φορείς που διεξάγουν τις δοκιμές.

Σύμφωνα με την πρόταση της Κομισιόν, τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα πρέπει να χρηματοδοτούν τα κέντρα που θα διενεργούν δοκιμές στις εκπομπές ρύπων, αν και μπορούν να επιβάλλουν τέλη στις αυτοκινητοβιομηχανίες προκειμένου να καλύπτουν το κόστος αυτό.

Στο γερμανικό έγγραφο αναφέρεται ότι η χειραγώγηση μπορεί να αποτραπεί μέσω υποχρεωτικών ελέγχων από ανεξάρτητες αρχές σε ό,τι αφορά την εποπτεία της αγοράς για τα επίπεδα μόλυνσης των οχημάτων, άσχετα από το πώς χρηματοδοτούνται αυτές οι δοκιμές.

Η Γερμανία δεν είναι η μόνη που κωλυσιεργεί. Έρευνα του ευρωκοινοβουλίου έχει επιρρίψει ευθύνες στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις – μεταξύ των οποίων της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Ισπανίας – ότι επανειλημμένα καθυστερούν την υιοθέτηση αυστηρότερων δοκιμών για τις εκπομπές ρύπων, παρότι υπάρχουν στοιχεία ότι αυτό έχει επιτρέψει η ρύπανση να ξεπεράσει τα νόμιμα όρια.

Ενώ τα κράτη-μέλη της ΕΕ συνεχίζουν να συζητούν την πρόταση της ΕΕ, αναμένοντας να καταλήξουν σε μια τελική θέση έως τα τέλη Μαΐου, το ευρωκοινοβούλιο έχει επικυρώσει το νομοσχέδιο της Κομισιόν. Η τελική ρύθμιση θα καθοριστεί κατά τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των τριών νομοθετικών σωμάτων της ΕΕ.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ