μικτή τεχνική
Έργο του Γιώργου Μικάλεφ

Η οικογένεια Καβάφη νοικιάζει μεγάλη οικία που ανήκει στο Στέφανο Ζηζίνια κοντά στον Ανατολικό Λιμένα και πάνω στην Πλατεία των Προξένων κατοπινή Μοχάμεντ Άλι. Ο πατέρας του, Πέτρος-Ιωάννης Καβάφης, εισάγει υφάσματα από το Μάντσεστερ ενώ ίσως έκανε εξαγωγή σιτηρών, μπαμπακιού, και ακατέργαστων βουβαλοδερμάτων.

Στα Μίνια της Άνω Αιγύπτου ιδρύει κλάδο της επιχείρησής του όπου αξιοποιεί τα σιτηρά της περιοχής. Κατά την παραμονή στην Αίγυπτο η οικογένεια αποκτά και άλλα παιδιά. Το 1851 γεννιέται ο δεύτερος γιος ο Πέτρος Ιωάννης, το 1853 ο Αριστείδης, το 1855 η Ελένη, η μόνη κόρη της οικογένειας, η οποία πεθαίνει οκτώ μηνών. Ακολουθούν ο Αλέξανδρος, ο Παύλος που πεθαίνει έντεκα μηνών, στα 1860 άλλο αγόρι το οποίο επίσης θα ονομάσουν Παύλο, στα 1861 ο Τζων, και στα 1863 ο Κωνσταντίνος. Στα 1860 μετακομίζουν στην οδό Σερίφ, στον αριστοκρατικό δρόμο των βαμβακάδων.

Το βιωτικό επίπεδο της οικογένειας είναι υψηλό: «Εζούσεν ο Πέτρος Ιωάννου Καβάφης μεγάλα[…] Τα έπιπλά του, τ' αμάξια, τ'ασημικά, τα υαλικά ήσαν με λούσο σπάνιο τότε μεταξύ των Γραικών». Για τον Τσίρκα ο εμπορικός οίκος Καβάφη μεταξύ 1864 και 1870 ήταν μέσα στους τέσσερις-πέντε πρώτους σε κύκλο εργασιών. Το 1869 ο Πέτρος Ι. Καβάφης παρασημοφορείται με το Μετζιδιέ 3ης Τάξεως για τη συμβολή στην ανάπτυξη του εμπορίου και της βιομηχανίας. Στις 10 Αυγούστου 1870 πεθαίνει ο πατέρας του ποιητή σε ηλικία πενήντα έξη ετών. Στην Αλεξάνδρεια ο Kαβάφης διδάχτηκε Αγγλικά, Γαλλικά και Ελληνικά με οικοδιδάσκαλο και συμπλήρωσε τη μόρφωσή του για ένα-δύο χρόνια στο Ελληνικό Εκπαιδευτήριο της Αλεξάνδρειας.

Μετάβαση στην Αγγλία

Μετά το θάνατο του πατέρα του και τη σταδιακή διάλυση της οικογενειακής επιχείρησης, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αγγλία (Λίβερπουλ και Λονδίνο) όπου έμεινε μέχρι το 1876. Πριν εγκαταλείψουν την Αίγυπτο μεταφέρουν την κινητή περιουσία τους σε ένα διαμέρισμα της οδού Ραμλίου με πιο προσιτό ενοίκιο. Το 1877 γίνεται η οριστική εκκαθάριση της εταιρείας. Κατά την εκεί διαμονή του δεν γνωρίζουμε αν φοίτησε σε κάποιο σχολείο ή αν έλαβε τη μόρφωσή του με ιδιαίτερα μαθήματα.

Eπιστροφή στην Αλεξάνδρεια

Ύστερα από παρότρυνση των μεγαλύτερων αδερφών του, ο Καβάφης το 1885 γύρισε στην αγαπημένη του Αλεξάνδρεια. Εργάστηκε σαν δημοσιογράφος σε αλεξανδρινές εφημερίδες και ως βοηθός ενός αδερφού του σε χρηματιστηριακή εταιρία.

Έπειτα από ραντεβού προσλαμβάνεται στην Υπηρεσία Αρδεύσεων της Αλεξάνδρειας. Δεν του άρεσε η θέση και η ρουτίνα του γραφείου, αλλά παρέμεινε εκεί 30 χρόνια μέχρι που τελικά παραιτήθηκε το 1922. Σιχαινόταν την δουλειά του δημόσιου υπάλληλου και εργαζόταν μόνο για βιοποριστικούς λόγους.

Tο πρώτο ταξίδι που έκανε στην Ελλάδα

Τα χρόνια που έζησε μόνος επικεντρώθηκε στην συγγραφή ποιημάτων. Ίσως λόγω της φύσης ορισμένων ποιημάτων του, που ήταν ερωτικά με ομοφυλοφιλικά υπονοούμενα, ο Καβάφης προτίμησε να μην τα εκδώσει. Αρκέστηκε στο να τα διαβάζει και να τα διανέμει σε λίγους φίλους και αγαπημένα του πρόσωπα. Στο πρώτο ταξίδι που έκανε στην Ελλάδα γνώρισε τον συγγραφέα Γρηγόρη Ξενόπουλο και ανέπτυξαν μια δυνατή φιλία.

Ο Καβάφης του έστελνε ταχυδρομικά τα ποιήματά του. Το 1903 ο Γρηγόριος Ξενόπουλος δημοσιεύει ένα άρθρο στην εφημερίδα «Παναθήναια» σχετικά με το ποιητικό έργο του Καβάφη. Τον συστήνει στην ελληνική διανόηση που αμέσως αναγνωρίζει το ταλέντο και την αυθεντικότητα των ποιημάτων του, καθώς δε μιμείται κανένα γνωστό ποιητικό στυλ. Τα ποιήματά του έχουν μια εξαιρετική δύναμη. Ο ποιητής γίνεται ευρέως γνωστός στην Ελλάδα και αρκετά σημαντικά πρόσωπα της λογοτεχνίας, έπειτα από την ανάγνωση του άρθρου, ταξίδεψαν στην Αλεξάνδρεια στο σπίτι του συγγραφέα για να συζητήσουν και να τον δουν από κοντά.

Κάποιοι έκριναν τον Καβάφη για την ομοφυλοφιλία του. Ο ποιητής όμως δεν έγραψε μόνο ποιήματα ερωτικά. Άλλωστε, η ποιητική του συλλογή είναι χωρισμένη σε ποιήματα Φιλοσοφικά, Ερωτικά και Ιστορικά. Ο Καβάφης υπήρξε λάτρης της ιστορίας κυρίως της ελληνικής και της ρωμαϊκής. Αυτή η γνώση αποτυπώνεται και σε αρκετά ποιήματά του όπως είναι οι Θερμοπύλαι, Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον και Περιμένοντας τους βαρβάρους.

Το σώμα των ποιημάτων περιλαμβάνει: Τα 154 ποιήματα που αναγνώρισε ο ίδιος (τα λεγόμενα Αναγνωρισμένα), τα 37 Αποκηρυγμένα ποιήματά του, τα περισσότερα νεανικά, σε ρομαντική καθαρεύουσα, τα οποία αργότερα αποκήρυξε, τα Ανέκδοτα, δηλαδή 75 ποιήματα που βρέθηκαν τελειωμένα στα χαρτιά του, καθώς και τα 30 Ατελή, που βρέθηκαν στα χαρτιά του χωρίς να έχουν πάρει την οριστική τους μορφή.

Τύπωσε ο ίδιος το 1904 μια μικρή συλλογή με τον τίτλο Ποιήματα, στην οποία περιέλαβε τα ποιήματα: Φωνές, Επιθυμίες, Κεριά, Ένας γέρος, Δέησις, Οι ψυχές των γερόντων, Το πρώτο σκαλί, Διακοπή, Θερμοπύλες, Τα παράθυρα, Περιμένοντας τους βαρβάρους, Απιστία και Τα άλογα του Αχιλλέως. Η συλλογή, σε 100-200 αντίτυπα, κυκλοφόρησε ιδιωτικά.

Το 1910 τύπωσε πάλι τη συλλογή του, προσθέτοντας αλλά επτά ποιήματα: Τρώες, Μονοτονία, Η κηδεία του Σαρπηδόνος, Η συνοδεία του Διονύσου, Ο Βασιλεύς Δημήτριος, Τα βήματα και Ούτος εκείνος. Και αυτή η συλλογή διακινήθηκε από τον ίδιο σε άτομα που εκτιμούσε.

Το 1932, ο Καβάφης, άρρωστος από καρκίνο του λάρυγγα, πήγε για θεραπεία στην Αθήνα, όπου παρέμεινε αρκετό διάστημα, εισπράττοντας μια θερμότατη συμπάθεια από το πλήθος των θαυμαστών του. Επιστρέφοντας όμως στην Αλεξάνδρεια, η κατάστασή του χειροτέρεψε. Εισήχθη στο Νοσοκομείο της Ελληνικής Κοινότητας, όπου και πέθανε στις 29 Απριλίου του 1933, τη μέρα που συμπλήρωνε 70 χρόνια ζωής.

Ο Ν. Καζαντζάκης γράφει για τον Κωνσταντίνο Καβάφη

Σώμα και ψυχή στα τραγούδια του είναι ένα. Σπάνια στην ιστορία της φιλολογίας μας μια τέτοια ενότητα υπήρξε τόσο οργανικά τέλεια. Ο Καβάφης είναι από τα τελευταία άνθη ενός πολιτισμού. Με διπλά, ξεθωριασμένα φύλλα, με μακρό ασθενικό κοτσάνι, δίχως σπόρο.


Χειρόγραφο του Κ. Π. Καβάφη από το ποίημα «Φωνές»