Συγκεκριμένα, ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες της γερμανικής Διαφαίνεται Handelsblatt κάνουν λόγο για συμβιβασμό μεταξύ του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλγφκγανκ Σόιμπλε και του ΔΝΤ.
 
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα χωρίς να κατονομάσει τις πηγές της πληροφόρησης, για το περιεχόμενο της ενδεχόμενης συμφωνίας έγινε ήδη συζήτηση κατά τη συνάντηση των Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών στο Eurogroup.
   
Σύμφωνα με την υπό συζήτηση λύση, το ΔΝΤ θα δηλώσει σύντομα ότι θα παραμείνει μεν στο τρέχον πρόγραμμα για την Ελλάδα, αλλά θα συμμετάσχει οικονομικά στο τέλος του, όταν θα υποβάλει την τελική του ανάλυση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
   
H λύση αυτή θεωρείται πως θα διασώσει το γόητρο τόσο του Β. Σόιμπλε όσο και του ΔΝΤ, αφού ο μεν υπουργός Οικονομικών θα μπορεί να παραπέμπει στην παραμονή του δεύτερου, ενώ το ΔΝΤ θα συμμετέχει χωρίς να καταβάλει χρήματα.
 
Στην περίπτωση αυτή ο ESM θα κατέβαλε την τρίτη δόση στην Ελλάδα και τους επόμενους μήνες οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ θα προσπαθήσουν να διευθετήσουν τη διαμάχη για την ελάφρυνση του χρέους, ώστε τελικά να συμμετάσχει και οικονομικά το ΔΝΤ.
 

Τα τρία σενάρια αέναης λιτότητας του ESM

 
Μία ημέρα νωρίτερα, το πρακτορείο Reuters δημοσίευσε την Τετάρτη ένα εμπιστευτικό και εξόχως αποκαλυπτικό έγγραφο για τις λύσεις που εξετάστηκαν στο τελευταίο Eurogroup, με ένα από τα σενάρια να μην περιλαμβάνει καν την ελάφρυνση χρέους.
 
Μάλιστα, σε αυτό ο ESM δεν διστάζει να θέσει ως παράδειγμα χώρας που καταφέρνει για πολλά χρόνια πρωτογενή πλεονάσματα τη Δανία, τη στιγμή που η σκανδιναβική χώρα δεν χρησιμοποιεί το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα.
 
Συγκεκριμένα, στο έγγραφο που επιχείρησε να θέσει το πλαίσιο της συνεδρίασης της περασμένης Δευτέρας περιγράφονται τρία σενάρια για την περίπτωση της Ελλάδας.
 
Στο πρώτο σενάριο, ο ESM τονίζει πως στην περίπτωση που στην Ελλάδα διατηρηθούν πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 3% για 20 χρόνια, η χώρα μπορεί να ακόμα και να «αποφύγει» την ελάφρυνση χρέους από τις χώρες της Ευρωζώνης, προβλέπει εμπιστευτικό έγγραφο του ESM.
 
Συγκεκριμένα, στη μελέτη του ESM γίνεται υπόθεση ότι δεν θα χρειαστεί ελάφρυνση χρέους, εάν η Αθήνα διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον 3,5% ως το 2032 και πάνω από το 3% ως το 2038. Η ΕΚΤ, σύμφωνα με το Reuters, αναφέρει ότι μεγάλες περίοδοι υψηλών πλεονασμάτων δεν είναι πρωτοφανείς: Η Φινλανδία είχε πρωτογενές πλεόνασμα 5,7% επί 11 χρόνια την περίοδο 1998-2008 και η Δανία 5,3% για 26 χρόνια, από το 1983 ως το 2008.
 
Όπως αναφέρεται, στο πλαίσιο αυτού του σεναρίου εξετάζεται και η περίπτωση διασφάλισης της ανώτατης δυνατής ελάφρυνσης χρέους που συμφωνήθηκε κατά το Eurogroup του περσινού Μαΐου, με το έγγραφο να αναφέρει πως η Ελλάδα θα έπρεπε σε αυτή την περίπτωση να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ως το 2022, αλλά μετά θα μπορούσε να το μειώσει περίπου στο 2% ως τα μέσα της δεκαετίας του 2030 και στο 1,5% ως το 2048, με μέσο πλεόνασμα της περιόδου 2023-2060 στο 2,2%.

Σε αυτή την περίπτωση προβλέπεται και η εξαγορά των δανείων ύψους 13 δισ. ευρώ του ΔΝΤ από τον ESM, με τις συνολικές παρεμβάσεις να αναμένεται να καταφέρνουν να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ως το 2022, αλλά μετά θα μπορούσε να το μειώσει περίπου στο 2% ως τα μέσα της δεκαετίας του 2030 και στο 1,5% ως το 2048, με μέσο πλεόνασμα της περιόδου 2023-2060 στο 2,2%.

Σύμφωνα με το έγγραφο του ESM, το δεύτερο σενάριο βασίζεται στις προβλέψεις του ΔΝΤ για μέση ανάπτυξη 1% και επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα 1,5% από το 2023, μετά από πέντε χρόνια με πλεονάσματα 3,5%. Βάσει αυτού του σεναρίου, το χρέος θα αυξάνεται από το 2022 και έπειτα, φτάνοντας το 226% το 2060.
 
Σύμφωνα με το δεύτερο σενάριο, οι τράπεζες θα έπρεπε να ανακεφαλαιοποιηθούν ξανά, και οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα ανέρχονταν στα τέλη της δεκαετίας του 2020 πάνω από το «ταβάνι» του 15% του ΑΕΠ για το οποίο έχουν δεσμευτεί οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης, ξεπερνώντας το 50% το 2060.
 
Όπως γίνεται κατανοητό, ένα τέτοιο σενάριο κρίνεται πως θα επέβαλε βαθύτερη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, και σε κάθε περίπτωση, θα συνέχιση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων και ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους που να δείχνει πως απαιτείται τέτοια παρέμβαση.

Στο τρίτο σενάριο περιγράφεται ένας συμβιβασμός ανάμεσα στα δύο πρώτα συνέρια, υποθέτοντας ότι ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης θα φτάνει το 1,25%, και το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ως το 2022, υποχωρώντας στη συνέχεια στο 1,8% αντί του 2,2%, για την περίοδο 2023-2060.

Βάσει του σεναρίου αυτού, το ελληνικό χρέος θα μπορούσε να καταστεί βιώσιμο με την επέκταση των μέσων ωριμάνσεων των ευρωπαϊκών δανείων κατά 15 χρόνια, με χρονικό ορίζοντα το 2080, με σταθερό επιτόκιο στο 1% μέχρι το 2050 και «ταβάνι» απόσβεσης στο 0,4% του ΑΕΠ.