του Jaroslav Fiala για το Political Critique

Νιώθετε πιεσμένοι στη δουλειά; Νιώθετε την ανάγκη να αποδώσετε τα μέγιστα και να αποδείξετε κάτι στον εαυτό σας όλη την ώρα; Ή μήπως δεν κάνετε καθόλου τέτοιες ερωτήσεις; Δεν πειράζει. Όλοι βρισκόμαστε στην ίδια βάρκα που βουλιάζει, όλοι ζούμε στην εποχή της γενικής εξάντλησης που προκαλείται από τη συνεχή πίεση για ανάπτυξη και εργασιακή αποδοτικότητα. Ο διάσημος Κορεάτης-Γερμανός φιλόσοφος Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν γράφει γι’ αυτά στο εξαιρετικό βιβλίο του Η Κοινωνία της Κόπωσης (The Burnout Society), κάνοντας μια πετυχημένη διάγνωση της δικής μας σύγχρονης υποδούλωσης.

Το να είσαι το καταπιεστικό αφεντικό του εαυτού σου

«Αυτοί οι άνθρωποι φαίνονται φοβερά κουρασμένοι και στρεσαρισμένοι, πρέπει να είναι υπό τεράστια πίεση», σημείωσαν δύο Γάλλοι, κοιτάζοντας τους συνεπιβάτες τους σε ένα τραμ στην Πράγα. Υπάρχει κάτι σε αυτήν τη δήλωση: οι Τσέχοι είναι κατά παράδοση επικεντρωμένοι στη δουλειά και ξοδεύουν περισσότερο χρόνο στη δουλειά από ό,τι απαιτείται, παρά το εντελώς αστείο εισόδημά τους. Παρόλο που μας αρέσει να φανταζόμαστε απεριόριστες δυνατότητες, στην πραγματικότητα έχουμε γίνει απλά τα εργαλεία ενός ασταμάτητου κυνηγητού του κέρδους και της οικονομικής ανάπτυξης. Έτσι υποτίθεται ότι μοιάζει η ελευθερία που τόσο επιθυμούσαμε; Δύσκολα.

Γιατί λοιπόν ακολουθούμε την πεπατημένη; Γιατί δεν ξεσηκωνόμαστε ενάντια στην τρέλα της υποδούλωσης στη δουλειά; Ο φιλόσοφος Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν προσφέρει μια αξιοπρόσεκτη απάντηση: απλά βρίσκουμε τη δύναμη που στηρίζει τη συνέχεια του συστήματος πολύ δελεαστική. Βασιζόμαστε σε αυταπάτες τόσο έντονες που απλά δεν μπορούμε να τους αντισταθούμε: την πεποίθηση ότι μπορούμε να «κάνουμε τη διαφορά», να «κάνουμε καριέρα και να γίνουμε κάποιοι» ή ακόμα και να «πλουτίσουμε». Μα γιατί;

Η σημερινή κοινωνία είναι πιο περίπλοκη από ό,τι κατά την εποχή του βιομηχανικού καπιταλισμού. Ο σύγχρονος καπιταλισμός κατέρριψε τα ξεκάθαρα όρια μεταξύ του εκμεταλλευόμενου και του εκμεταλλευτή.Αυτές οι αυταπάτες πηγάζουν από το γεγονός ότι η κοινωνία μας έχει τόση εμμονή με την ατομική απόδοση. Η κατάστασή μας είναι διαφορετική από αυτήν των εργατών των εργοστασίων κατά την εποχή του βιομηχανικού καπιταλισμού, τους οποίους εκμεταλλεύτηκαν συλλογικά οι ιδιοκτήτες των εργοστασίων. Τότε ήταν προφανές ποιος είναι ο κοινός εχθρός, κάτι το οποίο οδήγησε σε αντίσταση, απεργίες και ταραχές. Αλλά η σημερινή κατάσταση είναι πιο περίπλοκη. Ο σύγχρονος καπιταλισμός κατέρριψε τα ξεκάθαρα όρια μεταξύ εκμεταλλευόμενων και εκμεταλλευτών. Συχνά τα κέντρα εξουσίας και οι εχθροί που θα έπρεπε να πολεμάμε δεν είναι ξεκάθαρα- κάποιοι θεωρούν ότι είναι ακόμα και οι «Βρυξέλλες» ή οι «πρόσφυγες».

Ο Χαν ισχυρίζεται ότι η ουσία του θέματος είναι αλλού: ο χειρότερος εχθρός του καθενός είναι στην ουσία ο ίδιος του εαυτός. Η κοινωνία μας είναι έντονα ατομικιστική- όλοι ανταγωνίζονται όλους τους άλλους για πόρους, ενώ προσπαθούν να επιτύχουν την μέγιστη επίδοση. Οι άνθρωποι έχουν γίνει επιχειρηματίες στη δουλειά του εαυτού τους- και δεν έχουν καν να επιμείνουν για την εκμετάλλευσή τους. Έχουμε γίνει σκλάβοι της ψηφιακής εποχής, σκλάβοι που δεν χρειάζονται καν το μαστίγιο των ανωτέρων τους: τα σλόγκαν σχετικά με την ατομική προσπάθεια, την ανάπτυξη και τα κίνητρα αποδείχτηκαν περισσότερο από αρκετά για να μας κάνουν να οδηγούμε τον εαυτό μας προς την εξάντληση.

Το απατηλό αίσθημα της ελευθερίας

Ο Χαν γράφει ότι μια κοινωνία που βασίζεται στην επίδοση σημαίνει την καθημερινή κακοποίηση του εαυτού μας. Έχουμε γίνει ταυτόχρονα εκμεταλλευτές και δούλοι- θύματα και θύτες ταυτόχρονα. Συχνά, απλά δεν μπορούμε να χειριστούμε τον όγκο των δραστηριοτήτων που μας βαραίνουν και καταλήγουμε σε πόλεμο με τον εαυτό μας, κυνηγώντας το αδύνατο ιδεώδες: θέλουμε να είμαστε καλοί στη δουλειά, να επιτύχουμε κάτι, να είμαστε σπουδαίοι γονείς και συνεργάτες, να είμαστε ευτυχισμένοι… Όλα μαζί. Και όσο περισσότερο προσπαθούμε, τόσο περισσότερη πίεση ασκούμε στον εαυτό μας. Αντί του ιδεώδους, αποκτούμε μόνο φόβο και υστερία.

Ένας άνθρωπος, από μόνος του, είναι ένα χάμστερ στον τροχό του, πιστεύοντας ότι θα φτάσει «κάπου», προχωρώντας από το ένα πρότζεκτ στο άλλο, μέχρι την αναπόφευκτη κατάρρευση.Αντί να αντιμετωπίσουμε την ζωή με ηρεμία και καθισιό, συνεχίζουμε να επιταχύνουμε. Και υπάρχει πάντα ο εκμεταλλευτής μέσα μας, η εσωτερική φωνή πάντα μας λέει: φυσικά και μπορείς να το κάνεις αυτό και μετά αυτό και αυτό… Η πίεση που ασκείται από εμάς στους εαυτούς μας είναι πολύ πιο αποτελεσματική από αυτήν που προέρχεται από κάποιον άλλο. Εξάλλου, δεν αντιστεκόμαστε στον εαυτό μας και εξακολουθούμε να διατηρούμε αυτό το πολύτιμο- απατηλό- αίσθημα ελευθερίας. Ένας άνθρωπος, από μόνος του, είναι ένα χάμστερ στον τροχό του: πιστεύοντας ότι θα φτάσει «κάπου», απλά συνεχίζει να προχωράει από το ένα πρότζεκτ στο άλλο μέχρι την αναπόφευκτη κατάρρευση.

Η ελευθερία έχει μετατραπεί σε καταναγκασμό, κάθε ένας από εμάς είναι και φυλακισμένος και φύλακας στο πανταχού παρόν στρατόπεδο εργασίας. Τι συμβαίνει εάν οι μισθοί μας είναι παράλογα χαμηλοί; Δεν έχει σημασία: όλα είναι δικό μας λάθος έτσι κι αλλιώς, οπότε υπάρχει μόνο ένα πράγμα που πρέπει να κάνουμε, να μειώσουμε το κόστος της ζωής μας. Τι γίνεται, αν δεν φτάσουμε πουθενά στην ζωή μας; Σταματήστε να κλαψουρίζετε- αυτό είναι λάθος. Ο καπιταλισμός, σε αντίθεση με τη θρησκεία, δεν προσφέρει άφεση αμαρτιών. Μόνο χρέος.

Η χαμένη εμπιστοσύνη

Συχνά ακούμε τη φράση «όσοι θέλουν, μπορούν». Μας κάνει να αφήσουμε τις αναστολές μας, μας διδάσκει να είμαστε όσο πιο ασύδοτοι γίνεται και μας κάνει να ευχόμαστε «μια όμορφη μέρα» σε ανθρώπους που κανονικά ούτε θα φτύναμε απλώς και μόνο γιατί θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν κάπου στη δουλειά. Και η κουλτούρα του διαδικτύου και των κοινωνικών δικτύων το τονίζει αυτό παραπάνω, κάνοντάς μας να ρισκάρουμε για τα πάντα: ο καθένας κρίνει τους πάντες όλη την ώρα, δεν υπάρχουν πια μυστικά ή απαραβίαστες κρυψώνες. Αυτό που παραμένει είναι η αισχρότητα- τα πρόσωπά μας έχουν γίνει εμπόρευμα που εκτίθεται στο Facebook, όλα απαιτούν άμεση αντίδραση και όλοι θέλουν να παρακολουθούν όλους τους άλλους.

Μια κοινωνία με διαφάνεια είναι μια κοινωνία με δυσπιστία και υποψία, που αντικαθιστά την εμπιστοσύνη με τον έλεγχο.Η «διαφάνεια» έχει γίνει μια περιβόητη λέξη που χρησιμοποιείται υπερβολικά πολύ. Ο καθένας την απαιτεί, αλλά πρόκειται απλώς για ένα λεπτό στρώμα χρυσού που καλύπτει ένα άλλο τεράστιο πρόβλημα: η απαίτηση της πλήρους διαφάνειας σηματοδοτεί την εξαφάνιση της εμπιστοσύνης από την κοινωνία. Αρνούμαστε να εμπιστευτούμε το οτιδήποτε και τον οποιονδήποτε και γι’ αυτό πρέπει να παραμένουμε συνεχώς ενήμεροι- όλα πρέπει να είναι προβλέψιμα και υπό στενή παρακολούθηση. «Μια κοινωνία με διαφάνεια είναι μια κοινωνία με δυσπιστία και υποψία, που αντικαθιστά την εμπιστοσύνη με τον έλεγχο. Η έντονη απαίτηση για διαφάνεια δείχνει ότι τα ηθικά θεμέλια της κοινωνίας καταρρέουν, ότι οι ηθικές αξίες της τιμής και της ειλικρίνειας χάνουν το νόημά τους», γράφει ο Χαν.

Τι να (μην) κάνετε;

Ο Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν έχει πιάσει στα πράσα τη σύγχρονη κοινωνία. Και η διάγνωσή του τον οδηγεί σε ένα ριζοσπαστικό συμπέρασμα: το σχέδιο για την ατομική ελευθερία, στο οποίο βασίστηκε η δυτική κοινωνία, απλώς απέτυχε. Ενώ μπορούμε να πιστεύουμε ότι είμαστε ελεύθεροι, απλά εκμεταλλευόμαστε και καταστρέφουμε τον εαυτό μας. Αν κάποιος εξακολουθεί να αναρωτιέται για την αιτία των επιτυχιών του Ντόναλντ Τραμπ και άλλων ακροδεξιών, χάνει την ουσία: αυτοί οι πολιτικοί απλώς- με τον δικό τους τρόπο- αποκαλύπτουν την πραγματική βάση του συστήματός μας, με όλη τη σκληρότητα και τη βία του.

Το προφανές ερώτημα είναι το πώς θα βγούμε από αυτό. Οι σύμβουλοι προσωπικής ανάπτυξης θα σας πουν να μοιράσετε καλύτερα το φόρτο εργασίας σας και να ανάψετε ένα αρωματικό ξυλάκι για χαλάρωση. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό. Ίσως μια καλή αρχή θα ήταν απλώς να κάνετε λιγότερα. Είναι πολύ πιθανό η αυξανόμενη αυτοματοποίηση της εργασίας να χρησιμεύσει μόνο για την αύξηση της πίεσης για αποδοτικότητα, οπότε δεν έχει νόημα να προσπαθούμε να φτάσουμε την ταχύτητα των υπολογιστών και των ρομπότ. Έτσι, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τον χρόνο που κερδίζουμε με πολύ καλύτερο τρόπο- για χαλάρωση, εσωτερική αναζήτηση, πράγματα που απολαμβάνουμε. Και ίσως για τη δημιουργία μιας εντελώς διαφορετικής κοινωνίας, χωρίς δουλεία και εξουθένωση.