του Κώστα Εφήμερου

Αυτό το κλάμα υπάρχει ακόμα μέσα μου. Είναι πολύ εντυπωσιακό ότι ενώ ο ανθρώπινος εγκέφαλος μαθαίνει να ξεχνάει το κλάμα για να μπορεί να συνεχίζει να ζει, έχει ένα ειδικό κουτάκι που αποθηκεύει τα κλάματα που έρχονται από χαρά ή περηφάνια. Αυτά σκεφτόμουν σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά, τώρα που η πίκρα έχει αντικαταστήσει την χαρά για την επαναλειτουργία της ΕΡΤ.

Στα χρόνια που πέρασαν από εκείνο το συγκλονιστικό βράδυ χάθηκαν και κερδήθηκαν μια σειρά από μάχες. Άνθρωποι που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της αντίστασης στο «μαύρο» θυμήθηκαν τις παλιές τους συνήθειες, άλλοι παραιτήθηκαν, άλλοι παραγκωνίστηκαν και άλλοι απλά φιμώθηκαν. Κοιτάζοντας τη σημερινή δημόσια τηλεόραση και ραδιοφωνία βρίσκω λίγες στιγμές ικανοποίησης. Η ΕΡΤ μου φαίνεται κυβερνητική, ανούσια, αδιάφορη.

Δεν ανήκα ποτέ σε αυτούς που ήθελαν τη μετατροπή της ΕΡΤ σε ένα ERTOPEN μετά την επαναλειτουργία. Για μένα η ΕΡΤ είναι ο πιο καλά χρηματοδοτημένος δημοσιογραφικός οργανισμός της χώρας και οφείλει να προστατέψει την δημοσιογραφική δεοντολογία. Δεν είναι επαναστατικός μηχανισμός. Πιστεύω ότι η σωστή και πολύπλευρη ενημέρωση είναι η τροφή της δημοκρατίας. Αν σήμερα η ορθή δημοσιογραφική λειτουργία ακούγεται επαναστατική είναι γιατί δεν λειτουργεί η δημοκρατία.

Νιώθω περήφανος για τη μάχη ενάντια στο «μαύρο» που ξεκίνησε σαν σήμερα πριν από τέσσερα χρόνια. Δεκαέξι μέρες συνεχόμενες σχεδόν χωρίς ύπνο μέχρι να αναλάβει η EBU τη μετάδοση του σήματος. Έφυγα από το κτίριο με ασθενοφόρο. Δεν ήμουν ο μόνος. Η επαναλειτουργία της ΕΡΤ βάφτηκε με αίμα.

Νιώθω περήφανος για τους ανθρώπους που γνώρισα εκείνες τις ημέρες. Ξέρουν πολύ καλά ποιοι είναι αυτοί. Με κάποιους μιλάμε ακόμα πότε-πότε. Με άλλους χαθήκαμε τελείως.

Αναρωτιέμαι σήμερα πώς να νιώθουν αυτοί που κράτησαν την ΕΡΤ ανοιχτή και σήμερα βλέπουν το αποτέλεσμα της μάχης τους. Φαντάζομαι όχι χαρούμενοι. Πρέπει να έγραψα πάνω από 10 φορές κάτι για την σημερινή εικόνα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Κείμενα γεμάτα πίκρα και απογοήτευση. Δεν τα ανάρτησα όμως. Κάτι μέσα μου έλεγε ότι δεν πρέπει. Πριν από λίγους μήνες μίλησα με την Μαρίνα. Μια από τις γυναίκες του αγώνα που με σημάδεψαν τότε. Αυτή με βοήθησε να καταλάβω τι ήταν αυτό που με κρατούσε.

Σήμερα ξέρω ότι όλοι όσοι έδωσαν τη μάχη εκείνες τις ημέρες, αυτοί οι ήρωες, αξίζουν τον «σεβασμό της στιγμής». Χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσαμε σήμερα να μιλάμε για το πόσο απογοητευτήκαμε από την κατάληξη. Χωρίς τις θυσίες τους δεν θα ξέραμε ότι γίνεται να αντισταθείς. Όπως η εξέγερση του 2008 μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου ήταν η μαγιά για τους αγανακτισμένους του 2011. Όπως οι αγανακτισμένοι ήταν η μαγιά για την αντίσταση στο μαύρο. Όπως η αντίσταση στο μαύρο ήταν η μαγιά για την κατάρρευση του δικομματικού μοντέλου και την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι όλα όσα παθαίνουμε ως κοινωνία που αναζητά ένα καλύτερο αύριο γίνονται μαθήματα για την επόμενη κρίσιμη στιγμή. Και καμία επόμενη απογοήτευση, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να αμαυρώνει τις μεγαλειώδεις στιγμές της μάχης που κερδήθηκε για να φτάσουμε ως εκεί.

Σαν σήμερα πριν από τέσσερα χρόνια κοίταζα το παράθυρο από τον 3ο όροφο στο κτίριο της Μεσογείων και έκλαιγα. Δεν δάκρυσα, έκλαψα κανονικά με λυγμούς. Μετά περπάτησα το δαιδάλωδες κτίριο και κοίταζα τους ανθρώπους στους διαδρόμους. Στις τρεις περίπου τα χαράματα μια κοπέλα ήρθε και μου είπε αν μπορούσα να βγω στην εκπομπή της Αγλαΐας Κυρίτση που εξέπεμπε εκείνη τη στιγμή ζωντανά. Θυμάμαι που από την αίθουσα σύνταξης προσπαθούσα να μη λιποθυμήσω στον αέρα και αν κάποιος ψάξει και βρει το βίντεο από εκείνο το βράδυ θα δει ότι όσο περίμενα να μου μιλήσει η Αγλαΐα μουρμούριζα χωρίς φωνή ένα ποίημα για να κρατήσω το μυαλό μου σε λειτουργία. Στους μήνες που ακολούθησαν γνώρισα υπέροχους ανθρώπους. Ήρωες. Έμαθα να περπατάω το κτίριο και ακόμα και σήμερα όταν περνάω από έξω το κοιτάζω και σκέφτομαι περήφανα ότι μπορώ να το περπατήσω με κλειστά τα μάτια.

Οι ήρωες εκείνης της περιόδου σήμερα μπορεί να μη είναι ήρωες. Μπορεί να είναι και λιποτάκτες. Από εκείνο το βράδυ κρατάω τον ενθουσιασμό. Από το τέλος του 2013 και έπειτα θυμάμαι αμυδρά μόνο απογοητεύσεις. Λυπήθηκα όταν στην επαναλειτουργία της δεν με κάλεσε κανείς, παρά μόνο η Μαρίνα φρόντισε να υπάρχει μια δήλωσή μου σε ένα τρίλεπτο ρεπορτάζ για το δελτίο. Στεναχωρήθηκα πολύ όταν το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του Γιώργου Αυγερόπουλου για το «Χαμένο σήμα της Δημοκρατίας» δεν ασχολήθηκε καθόλου με το ότι το διαδίκτυο και μια χούφτα ανθρώπων έδωσε τη δυνατότητα στους χιλιάδες εργαζόμενους της ΕΡΤ να συνεχίζουν να εκπέμπουν από το πρώτο δευτερόλεπτο του «μαύρου». Απογοητεύτηκα από την σημερινή εικόνα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης που δεν είναι ούτε δημόσια, αλλά μερικές φορές, ούτε καν ραδιοτηλεόραση.

Ακόμα όμως και αν οι ήρωες εκείνης της περιόδου δεν είναι σήμερα ήρωες, αυτό δεν κάνει λιγότερο ηρωική την μάχη που έδωσαν τότε. Γιατί όπως ακριβώς οι μεγάλοι ήρωες ήταν οι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που ξενυχτούσαν τις πρώτες ημέρες στο προαύλιο της ΕΡΤ συμμετέχοντας στο μεγαλύτερο σε διάρκεια φεστιβάλ της σύγχρονης Ελλάδας έτσι και σήμερα οι ίδιοι είναι επίσης μέρος της ήττας.

Ίσως δηλαδή αν και εμείς παραμέναμε εκεί να είχαν μεγαλύτερα ψυχικά αποθέματα και αυτοί που βρίσκονταν μέσα στο κτίριο.

Και με αυτές τις σκέψεις σας αφήνω με μια ελπίδα: Να μη ξεχάσουμε τι έγινε τότε. Ίσως μια μέρα να χρειαστεί να αναζητήσουμε αυτό το συναίσθημα ως εφόδιο σε μια επόμενη μάχη.