*Η συνέντευξη αποτελεί μέρος του αφιερώματος του TPP: ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ 2015 – Η μεγάλη στιγμή, δυο χρόνια μετά

Ο Ρούντι Ρινάλντι, που είναι επίσης εκδότης της εφημερίδας «Δρόμος της Αριστεράς» χαρακτηρίζει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ως «ένα όχι στα τελεσίγραφα και τους εκβιασμούς. Ένα όχι αξιοπρέπειας του λαού». Αναφερόμενος σε όσους διαφώνησαν και αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζει ότι «δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων», προσθέτοντας ότι αποφεύγεται η αυτοκριτική. Αναφέρεται σε «χρόνιες παθογένειες» της Αριστεράς και την ανάγκη επανεξέταστασης της κατάστασης και των παγκόσμιων καπιταλιστικών προκλήσεων.

«Ένα τεράστιο Όχι αξιοπρέπειας και αποδοκιμασίας των εκβιασμών»

Τι πιστεύετε για το ερώτημα του δημοψηφίσματος; Το γεγονός πως δεν περιέγραφε τι θα ακολουθούσε το “ΟΧΙ” εκτιμάτε ότι περιείχε τον σπόρο της μεταστροφής που ακολούθησε;

Δεν έπαιξε ρόλο η διατύπωση του ερωτήματος. Σχεδόν κανείς δεν έδωσε σημασία στο πώς ακριβώς ήταν διατυπωμένο το ερώτημα. Σε συνθήκες ακραίας πίεσης τόσο από τις δυνάμεις της ευρωκρατίας όσο και της εσωτερικής αντίδρασης που συσπειρώθηκε γύρω από το «Ναι», με κλειστές τις τράπεζες, ένα τεράστιο «Όχι» αξιοπρέπειας και αποδοκιμασίας των μνημονιακών εκβιασμών έφτασε από κάθε γωνιά της χώρας. Ήταν η φωνή του λαού. Η μεταστροφή που ακολούθησε δεν έχει να κάνει με τον τρόπο που διατυπώθηκε το ερώτημα.

Ποια ήταν η πρώτη σας σκέψη όταν ο Αλέξης Τσίπρας ανήγγειλε το δημοψήφισμα;

Καταρχάς ότι πρόκειται για τυχοδιωκτισμό γιατί δεν ήθελε να κερδίσει. Η απόφαση δεν εντασσόταν σε μια στρατηγική ρήξεων αλλά ήταν ένα τερτίπι για την τελική συνθηκολόγηση που ήρθε μέσα σε μια βδομάδα. Δεύτερο, δεν γίνονται δημοψηφίσματα με μια βδομάδα μόνο προετοιμασίας. Ο λαϊκός παράγοντας ήταν απροετοίμαστος για όσα θα γίνονταν και για όσα συνέβαιναν εκείνες τις κρίσιμες μέρες. Μέχρι την Τετάρτη πριν το δημοψήφισμα εξυφαίνονταν βυζαντινές μηχανορραφίες και αμφίσημα μηνύματα εκπέμπονταν από το Μαξίμου. Η αλήθεια είναι ότι ο λαός, ο ριζοσπαστισμός, σήκωσε στην πλάτη του το δημοψήφισμα. Κινήθηκε αποφασιστικά και δραστήρια και από Τετάρτη βράδυ άρχισε να αλλάζει το κλίμα. Την Παρασκευή με την συγκλονιστική συγκέντρωση στο Σύνταγμα ήταν φανερό ότι το «ΟΧΙ» θα νικήσει. Κυριακή μεσημέρι στην γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ μας ενημέρωναν ότι ίσως νικήσει το «ΟΧΙ» με 1% διαφορά… Το 63% ξάφνιασε και τρόμαξε πολύ τον Τσίπρα, που αλλιώς τα είχε δρομολογήσει. Ένα σκορ 48-52% θα του έλυνε τα χέρια για την συνθηκολόγηση.

Τι νιώσατε και τι πιστέψατε ότι θα συμβεί τη βραδιά της νίκης του “ΟΧΙ”; Την επομένη;

Ήταν καταιγιστικός ο ρυθμός γεγονότων. Το ίδιο βράδυ απολύθηκε ο Βαρουφάκης –που είχε δηλώσει ότι θα παραιτηθεί σε περίπτωση που νικήσει το «ΝΑΙ»- και αναγγέλθηκε η σύνοδος των αρχηγών για Δευτέρα πρωί που καταλάβαμε ότι ήταν προαποφασισμένη ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Η υπόθεση βρωμούσε έντονα. Η σύνοδος των αρχηγών ακύρωσε σε 24 ώρες το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Το σοκ είχε αρχίσει να παίρνει εφιαλτικές διαστάσεις.

Αν αναλογιστούμε όλη την πορεία της διαπραγμάτευσης και της πραγματικής συμπεριφοράς του μορφώματος ΣΥΡΙΖΑ, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι μαζί με τον υπόλοιπο πολιτικό κόσμο και την ευρωκρατία ο στόχος ήταν να θρυμματίσουν την αντίσταση του λαού, να τον κάμψουν, γιατί αυτό ήταν απαραίτητος όρος για την επιβολή του μνημονιακού ημι-αποικιακού καθεστώτος. Ο ΣΥΡΙΖΑ από επικίνδυνος παράγοντας βαφτίζονταν στη μνημονιακή κολυμβήθρα ματαιώνοντας ενσυνείδητα και σε πλήρη συνεννόηση με την αντίδραση την λαϊκή ελπίδα.

«Ο ΣΥΡΙΖΑ ποδηγετούσε τον ριζοσπαστισμό»

Πιστεύετε πως όσοι ψήφισαν “ΟΧΙ” ήταν αποφασισμένοι να προχωρήσει η χώρα σε ρήξη με τους δανειστές ή απέρριψαν απλώς την προτεινόμενη συμφωνία;

Ήταν ένα «όχι» στα τελεσίγραφα και τους εκβιασμούς. Ένα όχι αξιοπρέπειας του λαού. Η προετοιμασία του κόσμου ήταν εντελώς λειψή για μια σύγκρουση με την ευρωκρατία. Υπήρχε η διάθεση, δεν υπήρχαν οι πολιτικοί όροι. Με ποια έννοια; Ο λαϊκός ριζοσπαστισμός του 2010-2012 είχε κάνει βήματα πίσω, είχε υποβιβαστεί σε μια ανάθεση προς ένα κόμμα, τον ΣΥΡΙΖΑ, που ίσως να έβαζε τέρμα στον μνημονιακό κατήφορο. Το κόμμα αυτό υποσχόταν το τέλος των μνημονίων μέσω μιας «διαπραγμάτευσης» και ακύρωνε το ρόλο του λαϊκού κινήματος. Ποδηγετούσε όλη την περίοδο 2012-2014 τον ριζοσπαστισμό στους ακίνδυνους δρόμους του κυβερνητισμού. Το ιδεολόγημα ότι αρκεί να έρθει μια άλλη κυβέρνηση για να σταματήσει ο κατήφορος έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην διάβρωση και νόθευση του λαϊκού ριζοσπαστισμού. Επομένως, είμαστε δικαιολογημένοι να αντιληφθούμε το «ΟΧΙ» σαν μια ύστατη πολιτική κραυγή αξιοπρέπειας του ριζοσπαστισμού προς τους ευρωκράτες και την εσωτερική αντιπολίτευση κι όχι μια στιγμή ανοδική και με συνέχεια.

Πού είναι ο κόσμος του “ΟΧΙ” σήμερα; Πρόκειται για σύγκρουση με την πραγματικότητα, που διέλυσε οριστικά τις αυταπάτες που καλλιεργήθηκαν την περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπολιτευόταν ή για προσωρινή υποχώρηση αυτών των αιτημάτων;

Βασικά σιωπά. Η διάλυση των αυταπατών δεν έγινε με εξαγωγή βασικών συμπερασμάτων. Αυτό είναι αρκετά οδυνηρό και γίνεται με όρους υποστροφής και διαλυτισμού. Άκρατου υποκειμενισμού. Η ανυπαρξία ουσιαστικού απολογισμού και αυτοκριτικής δυναμώνουν την απογοήτευση, τη σύγχυση και τον αποπροσανατολισμό. Κατά την άποψή μου αυτό είναι το κυριότερο προς αντιμετώπιση ζήτημα, το κύριο χαρακτηριστικό της συγκυρίας, ή έστω ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της.

Ο κόσμος απομακρύνεται από το πολιτικό πεδίο, αποσύρεται σε άλλες σφαίρες που θεωρεί πιο πρόσφορες ή δημιουργικές, κρατά αποστάσεις και καθόλου καλάθι (ούτε καν μικρό καλάθι). Θα ήταν μια θετική ένδειξη αν είχε συνείδηση των ορίων των αυταπατών. Γιατί ναι μεν ο Τσίπρας πρόδωσε, αλλά πρόδωσε μια αυταπάτη. Έχει σημασία η κατανόηση αυτού του γεγονότος. Ο Τσίπρας κάνει την δουλειά του. Αντί να καταγγέλλουμε την «προδοσία» του θα χρειάζονταν μια χειραφετητική κριτική – αυτοκριτική που θα μας απάλλασσε ουσιαστικά από τις αυταπάτες που είχαν καλλιεργηθεί.

Η Ελλάδα έλαβε δια του δημοψηφίσματος μια απόφαση που κρίθηκε ουσιαστικά ως αδιάφορη από τους δανειστές. Εκτός από τις συναισθηματικές διαμαρτυρίες για την καταπάτηση της λαϊκής βούλησης, τι πιστεύετε ότι θα μπορούσε να έχει κάνει η ελληνική πλευρά για να υπερασπιστεί την απόφαση του δημοψηφίσματος;

Δεν γίνονται όλα την τελευταία εβδομάδα και μάλιστα όταν έχει δρομολογηθεί και στρωθεί η συνθηκολόγηση. Το ζήτημα για την κυβέρνηση ήταν πώς θα «προσπεραστεί» το δημοψήφισμα και όχι πώς θα χρησιμοποιηθεί ως όπλο.

Παρ' όλα αυτά, τα δημοψηφίσματα στις συνθήκες της μεταδημοκρατίας μπορεί να εκφράσουν μια δυναμική, μπορεί να αποτελέσουν όπλα των υποτελών στρωμάτων και των λαών. Τέλος, δείχνει ότι υπήρχαν δυνατότητες για μια διαφορετική πορεία ρήξεων αν συνειδητά υπήρχε συνδυασμός κινήσεων σε κυβερνητικό επίπεδο με την εκφρασμένη και έμπρακτα εκδηλωμένη δράση του λαϊκού παράγοντα. Είναι φανερό ότι η συριζαίικη «διαπραγμάτευση χωρίς ρήξη με τους θεσμούς» ήταν σε άλλη τροχιά.

Υποστηρίζετε ότι η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ ήταν προδιαγεγραμμένη από πολύ νωρίτερα. Πώς μπορεί κανείς να προστατευτεί από έναν καινούργιο κύκλο ματαιωμένων ελπίδων και διαψεύσεων σήμερα;

Δεν υπάρχουν σίγουρες προστασίες για πολλούς λόγους. Κι αυτό ίσως να είναι καλό και όχι κακό. Καλό γιατί κάθε προσπάθεια πρέπει να πάει μακρύτερα και να έχει συνείδηση των σκοπών που θέτει και των προϋποθέσεων που χρειάζονται. Δεν μπορεί να καλούνται οι άνθρωποι να αγωνιστούν χωρίς οι ίδιοι να ορίζουν τον αγώνα τους και τους στόχους με έναν συνειδητό τρόπο. Δεν μπορεί η ανάθεση και η αντιπροσώπευση να τα απορροφήσουν όλα και να μην υπάρχει κανένας ρόλος για τους πραγματικούς ανθρώπους που μπαίνουν σε διαδικασίες και κινήματα. Χάθηκαν επαναστάσεις και τεράστια κινήματα. Η ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια παρωνυχίδα. Χρειάζεται μια ποιοτικά άλλη αντίληψη για την πολιτική και την συμμετοχή από αυτά που προτείνονται σήμερα και κυριαρχούν ως fare politica (κάνω πολιτική).

«Οι παθογένειες της Αριστεράς έχουν γίνει χρόνιες και μόνιμες, είναι καταστατικές»

Υπήρχε κάτι που μέχρι την επόμενη του δημοψηφίσματος, όπου επιβεβαιώθηκε η πορεία προς τον συμβιβασμό, σας έδινε μια ελπίδα πως θα υπάρξει διαφορετική εξέλιξη; Είχατε δεσμεύσεις από το Μέγαρο Μαξίμου;

Όχι. Θέλω να τονίσω ότι το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ και η γραμματεία είχαν καταργηθεί από καιρό. Δεν υπήρχε καμία ενημέρωση και καμιά διαδικασία. Η ΚΕ που έγινε μετά την συνθηκολόγηση (30 Ιουλίου 2015) για μισή μέρα, Πέμπτη απόγευμα, είχε σαν μοναδικό θέμα αν θα πάμε σε τακτικό ή διαρκές συνέδριο. Τέτοιο δούλεμα. Στη συνεδρίαση αυτή μια ομάδα μελών της ΚΕ παραιτήθηκε καταγγέλλοντας τη συνθηκολόγηση. Ήμουν ανάμεσα στα 17 μέλη που παραιτήθηκαν ενώ μία βδομάδα πριν είχα παραιτηθεί από τη Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ.

Συνολικά πάντως, επειδή γίνεται λόγος, καμία αντιπολίτευση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Όλοι ανεξαιρέτως στάθηκαν πολύ πιο κάτω από το ύψος που χρειάζονταν και από αυτό το σημείο πρέπει να αρχίζει κάθε απολογισμός και κάθε αυτοκριτική τοποθέτηση. Με λύπη βλέπω ότι πολλοί που αντιστάθηκαν στην στροφή του ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγουν να κάνουν την παραμικρή αυτοκριτική.

Ποια είναι τα πεδία στα οποία πιστεύετε ότι θα πρέπει να εστιάσει η θεωρητική επεξεργασία της σημερινής συνθήκης από την Αριστερά;

Η αριστερά πιθανόν να μην μπορεί να αυτο-ιαθεί. Το «πιθανόν» λέγεται γιατί δεν πρέπει να είμαστε απόλυτοι. Όμως οι παθογένειες της Αριστεράς έχουν γίνει χρόνιες και μόνιμες, είναι καταστατικές. Χωρίς ανατροπή όλων των στερεοτύπων που κυριαρχούν δεν μπορεί να γίνει επαναθεμελίωση και μάλιστα καταστατική. Δηλαδή να εξεταστούν τα θεμελιακά ζητήματα, χωρίς προκαταλήψεις και με μια ανοικτότητα με στόχο να αναμετρηθεί με τις σύγχρονες μεταμορφώσεις του αντίπαλου κόσμου (του καπιταλισμού) και να προάγει λύσεις και εναλλακτικές που να έχουν στο επίκεντρο την ελευθερία και την χειραφέτηση.

Η σύγχρονη καπιταλιστική μετανεωτερική πραγματικότητα παρουσιάζει μια τάχα ποικιλία και διαφοροποίηση, έναν άκρατο ατομισμό και μια πολυμορφία που διαφημίζεται ως ελευθερία και δικαιώματα. Το μοντέλο αυτό διαχέεται στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον σαν γενική αξία, αλλά αυτό γίνεται με απίστευτες καταστροφές στην φύση και στην κοινωνία και η επιβολή του αποτελεί έναν απίστευτο περιορισμό δυνατοτήτων και άρνηση της ζωής σε όλες τις εκφάνσεις της.

Ένα άλλο σχέδιο οφείλει να αντιστρατευτεί την παγκοσμιοποίηση υπό αυτόν τον μανδύα και να θέσει στη θέση της μια ανάγκη μεγαλύτερης ποικιλίας δρόμων και πειραμάτων για μια χειραφετητική πορεία. Ένα σχέδιο απελευθέρωσης πρέπει να συνιστά παράλληλα μεγαλύτερο κοινωνικό πλούτο και πλουραλισμό δρόμων ώστε να υπάρξει μια νέα κοσμοπολιτεία χωρίς αυτοκρατορικούς κοσμοπολιτισμούς και καταναγκασμούς. Ένα αναγκαίο στάδιο πρέπει να είναι η ύπαρξη ενός πολυπολικού κόσμου με ελεύθερες χώρες και ελεύθερους λαούς και με ποιοτικά αναβαθμισμένη την δημοκρατία. Φυσικά μέσα σε μια νέα σχέση ανάμεσα σε ατομικό – συλλογικό – κοινωνικό. Όλα αυτά είναι ελάχιστα φωτισμένα από την θεωρία και τα προγράμματα που κυριαρχούν .

Η απελευθέρωση της Ελλάδας από τους ζυγούς στους οποίους υπόκειται, όλων των τύπων, πρέπει να τεθεί σε μια ευρύτερη βάση, σε ένα πιο γενικό σχέδιο, σε μια ευρύτερη στρατηγική. Αναζητείται ένα στρατηγικό σχήμα απελευθέρωσης και αυτό δεν προκύπτει απλά από την «ρήξη», την «ανατροπή» ή την «ανυπακοή».

Εκτός αν συρρικνώσουμε όλες αυτές τις ανάγκες στον στόχο «να μπει το κόμμα μας στην Βουλή». Μεροδούλι μεροφάι, δεν βγαίνει.