Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9FM», ο Πάνος Σκουρλέτης αναφέρθηκε στην στάση της αντιπολίτευσης τις τελευταίες μέρες, εξαπολύοντας επίθεση και καταλογίζοντας της «ανευθυνότητα χωρίς προηγούμενο».
 
«Εκείνο το οποίο είπαμε από την πρώτη στιγμή είναι ότι δεν χρειάζεται λαϊκισμός, ούτε μια επιχείρηση πολιτικής κερδοσκοπίας» είπε ο υπουργός και συνέχισε: «Παρόλα αυτά φαίνεται ότι αυτό δεν το υιοθέτησε η αντιπολίτευση. Πολύ δε περισσότερο δεν το υιοθέτησαν και εκείνα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που τη συνδράμουν τα τελευταία χρόνια. Εδώ είδαμε ρεπορτάζ τα οποία λες και ήταν έτοιμα από καιρό, τα οποία διαψεύδονταν από την ίδια την πραγματικότητα. Έβγαλαν υπουργούς να είναι εκτός Αθηνών, ενώ σε λίγα λεπτά είχαν παρουσία και στο κέντρο των επιχειρήσεων. Παρόλα αυτά είδατε ρεπορτάζ τα οποία ήταν έτοιμα, σχόλια τα οποία οτιδήποτε και να γίνεται έβρισκαν πάντοτε κάτι αρνητικό να πουν. Πρόκειται για μια ανευθυνότητα χωρίς προηγούμενο και, εν πάση περιπτώσει, ορισμένα πράγματα καταντούν αστεία και είναι και επικίνδυνα. Και φοβάμαι πάρα πολύ ότι ένα μεγάλο μέρος της αντιπολίτευσης χαρακτηρίζεται από υπερβολική δόση ενός επικίνδυνου λαϊκισμού και μιας επικίνδυνης ανευθυνότητας».


Το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής 

«Το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής επιβεβαιώνεται στις πυρκαγιές που είναι σε εξέλιξη στις άλλες χώρες της Μεσογείου και κυρίως στην Πορτογαλία. Εμείς έχουμε και μια ιδιαιτερότητα παραπάνω, διότι οι συγκεκριμένες πυρκαγιές στην Αττική ήταν σε πευκοδάση που ξέρουμε -και έχουμε πλέον αυτή την εμπειρία- ότι είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί, ιδίως όταν πνέουν άνεμοι» είπε ο υπουργός και πρόσθεσε: «Αν αυτό κανείς το επισημάνει, συν το γεγονός των διαχρονικών αδυναμιών στον μηχανισμό αντιμετώπισης -και αναφέρομαι σε προβλήματα που έχουν υπάρξει τα τελευταία χρόνια λόγω της περιστολής των δαπανών, οι οποίες είχαν το αποτύπωμά τους και σ' αυτόν τον τομέα- όλα αυτά δημιουργούν κάποιες αντίξοες συνθήκες. Παρ' όλα αυτά είχαμε μια αντιμετώπιση, η οποία χαρακτηρίζεται από έναν σωστό συντονισμό των διαθέσιμων μέσων και δυνάμεων. Δεν είναι αλήθεια πολλά απ' αυτά που ακούστηκαν ότι χάθηκε χρόνος, είναι τα χαρακτηριστικά αυτής καθαυτής της πυρκαγιάς που κατέστησαν πολύ δύσκολη την αντιμετώπισή της».


Επιβεβλημένη η αφορά νέων πτητικών μέσων


Παράλληλα, χαρακτήρισε επιβεβλημένη την αγορά νέων πτητικών μέσων, επισημαίνοντας ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο των τελευταίων ετών αλλά έχει επιταθεί από την περιστολή των δαπανών. «Βρισκόμαστε σε ένα τέτοιο οριακό σημείο που επιβάλλεται και η προμήθεια νέων πτητικών μέσων είτε αεροπλάνων πυροσβεστικών είτε ελικοπτέρων. Δεν έχει μπει ούτε καρφί, ούτε βίδα καινούργια από το 2000 και μετά. Άρα δεν μιλάμε μόνο για ένα πρόβλημα των πολύ τελευταίων ετών. Έχει επιταθεί βέβαια λόγω αυτής της ισοπεδωτικής περιστολής των δαπανών, που αναδεικνύουν ακριβώς τα τελευταία γεγονότα πόσο παράλογη είναι αυτή η λογική» ανέφερε ο υπουργός.

Σημείωσε δε ότι «οι δαπάνες αυτή τη στιγμή που θα χρειαστούμε για την αποκατάσταση των ζημιών σε ορισμένες περιπτώσεις ίσως είναι πολύ μεγαλύτερες από όσα θα έδινε η χώρα για να έχει τα κατάλληλα μέσα» και το ίδιο συμβαίνει και με το προσωπικό. «Όταν εμείς συζητάμε και να βρούμε τρόπους για να παρακάμψουμε τα μνημόνια που θέτει η μνημονιακή πολιτική είτε στο θέμα των πυροσβεστών είτε στο θέμα των προσλήψεων, τότε κατηγορούμαστε, όχι μόνο απ' έξω αλλά και από την εγχώρια αντιπολίτευση, ότι φτιάχνουμε νέο κομματικό στρατό. Βέβαια, αυτά τα ξέχασαν τώρα. Υποκριτικά μίλησαν για τις πραγματικά υπεράνθρωπες συνθήκες, μέσα στις οποίες λειτουργούν οι πυροσβέστες μας, αλλά αυτό δείχνει το μέγεθος της αφερεγγυότητας και της Νέας Δημοκρατίας και της υπόλοιπης αντιπολίτευσης» υπογράμμισε ο Π. Σκουρλέτης.

Αναφορικά με τον σχεδιασμό σε θέματα πυροπροστασίας, σημείωσε: «Ο σχεδιασμός σε σχέση με τα θέματα πυροπροστασίας είναι ετήσιος και σε καθημερινή βάση. Προηγουμένως έχουν υπάρξει σκέψεις, στην αρχή της περιόδου, έχουν εγκριθεί χρήματα προς τους δήμους για να πάρουν τα αναγκαία μέτρα. Προφανώς πρέπει να δούμε την αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων και κατά πόσο και εκείνοι οι οποίοι είχαν αναλάβει την υποχρέωση, ήταν συνεπείς».