Η απόφαση του ΣτΕ δικαιώνει πλήρως την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας, η οποία διευκρινίζει πως η παύση της θητείας και η αντικατάστασή των Γιαννόπουλου και Μπίτα «έγινε σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοικήσεως και της καλής πίστης».
 
Επιπλέον, όπως σημειώνεται «δεν προκύπτει ότι η αντικατάσταση των κ.κ. Γιαννόπουλου και Μπίτα έγινε σκοπίμως από τον Αναπληρωτή Υπουργό Υγείας κ. Πολάκη, επειδή αρνήθηκε να εκτελέσει τις εντολές του Αναπληρωτή για την ολοκλήρωση του διαγωνισμού του ΚΕΕΛΠΝΟ και συνεπώς ουδεμία κατάχρηση εξουσίας υπήρξε».
 
Με τις οι υπ' αριθμ. 2051/2017 και 2052/2017 αποφάσεις του το ΣτΕ έκρινε ότι οι αποφάσεις πρόωρης λήξης της θητείας και αντικατάστασης των Γιαννόπουλου και Μπίτα είναι απολύτως νόμιμες, καθώς «υπήρξε πλημμελής άσκηση καθηκόντων» του μεν πρώτου ως προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του ΚΕΕΛΠΝΟ και του δεύτερου ως μέλους του, «που συνίσταται στην απουσία διασφάλισης της ομαλής διεξαγωγής των ελέγχων των αρμόδιων ελεγκτικών αρχών».
 
Στην απόφαση σημειώνεται επίσης πως η απομάκρυνση των δύο προσώπων αοπ την ΚΕΕΛΠΝΟ θεωρούνται νόμιμες καθώς «εκκρεμούσε η χορήγηση εγγράφων για τη διενέργεια του διαχειριστικού ελέγχου από το Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας (Σ.Ε.Υ.Υ.Π), όπως ιδίως η χορήγηση βασικών στοιχείων σχετικά με τον τρόπο διεξαγωγής της ταμειακής διαχείρισης του φορέα και την κίνηση των τραπεζικών λογαριασμών που διατηρούσε». Ακόμα, σύμφωνα με το ΣτΕ διότι «η πλημμελής αυτή συμπεριφορά οδήγησε τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης στην συγκρότηση μικτού κλιμακίου ελέγχου για την κατάσχεση των στοιχείων που δεν είχαν διαβιβασθεί από το αρμόδιο Τμήμα Οικονομικής Διαχείρισης του ΚΕΕΛΠΝΟ».
 
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας τονίζει πως εχόντων των πραγμάτων «αναδεικνύει την τεράστια σημασία της διερεύνησης των γνωστών φαινομένων κακοδιαχείρισης και διαφθοράς στο ΚΕΕΛΠΝΟ και της θεσμικής και λειτουργικής εξυγίανσης αυτού του κρίσιμου φορέα για την προστασία της Δημοσίας Υγείας».