Γράφει η Silvia Giulini
 
Η μεταρρύθμιση που ζήτησαν χιλιάδες άνθρωποι που ζουν στην Ιταλία προσπαθεί να αλλάξει το νόμο του 1992 σχετικά με την ιταλική ιθαγένεια. Ο νόμος αυτός ορίζει πως για να γίνει Ιταλός κάποιος που γεννήθηκε στη χώρα από μετανάστες γονείς, πρέπει να διαμένει νόμιμα στην Ιταλία χωρίς καμία διακοπή από τη γέννησή του, με τη δυνατότητα να υποβάλει αίτημα μόνο μεταξύ του 18ου και του 19ου έτους της ζωής του.
 
Η αναγκαιότητα μιας μεταρρύθμισης προτάθηκε αρχικά από την Cécile Kyenge, η οποία έφθασε στην Ιταλία από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στην ηλικία των 18 ετών και ορίστηκε Υπουργός Ενσωμάτωσης στο πλαίσιο της κυβέρνησης Letta του Δημοκρατικού Κόμματος (2013-14). Το νομοσχέδιο εγκρίθηκε με πολλές αλλαγές σε ένα από τα δύο Επιμελητήρια του Ιταλικού Κοινοβουλίου το 2015.
 
Η μεταρρύθμιση όμως, με την εισαγωγή του λεγόμενου «Ius Soli Temperato» και του «Ius Culturae», μπλοκαρίστηκε στη Γερουσία, με ισχυρή αντίδραση από τα κυριότερα ιταλικά δεξιά και ακροδεξιά κόμματα που παρουσίασαν 40.408 τροπολογίες.
 
Ωστόσο, αυτή η μεταρρύθμιση δεν θα ήταν επαναστατική για το ιταλικό σύστημα ιθαγένειας, καθώς στην ουσία αποτελεί ένα πιο «ελαφρύ» Ius Soli, το οποίο δεν είναι αυτόματο και δεν επιτρέπει σε όλα τα παιδιά που γεννιούνται στην Ιταλία να γίνουν Ιταλοί πολίτες. Αντίθετα, οι απαιτούμενες προϋποθέσεις είναι πολύ αυστηρές. Οι κάτοικοι που επιτρέπεται να υποβάλουν αίτηση για ιθαγένεια σύμφωνα με το Ius Culturae είναι μόνο εκείνοι που γεννήθηκαν ή έφθασαν στην Ιταλία πριν από τα 12α γενέθλιά τους, οι οποίοι παρακολούθησαν και ολοκλήρωσαν επιτυχώς το σχολείο ή είχαν τουλάχιστον για πέντε έτη επαγγελματική εκπαίδευση.
 
Σύμφωνα με τη μεταρρύθμιση, για την απόκτηση της ιθαγένειας, ένα παιδί που γεννήθηκε στην Ιταλία πρέπει να έχει τουλάχιστον έναν γονέα με άδεια μόνιμης διαμονής ή ευρωπαϊκή άδεια διαμονής επί μακρόν (και στις δύο περιπτώσεις η άδεια πρέπει να αποκτηθεί τουλάχιστον πριν από τη γέννηση του μωρού), και οι γονείς πρέπει επίσης να αποκτήσουν την υπηκοότητα του παιδιού πριν από τα 18α γενέθλιά του. Εναλλακτικά, για εκείνους που είναι ήδη 18 ετών, η μεταρρύθμιση παρέχει τη δυνατότητα απόκτησης της ιθαγένειας εντός δύο (και όχι πλέον ενός) ετών από τα 18α γενέθλια. Αλλά οι προϋποθέσεις για την απόκτηση αυτών των αδειών παραμονής είναι δύσκολο να εκπληρωθούν. Για παράδειγμα, για την απόκτηση άδειας διαμονής επί μακρόν, το άτομο πρέπει να έχει ήδη άδεια διαμονής τουλάχιστον για τα τελευταία 5 χρόνια, με μισθό που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο κοινωνικό επίδομα, να ζει σε κατοικία σύμφωνα με τους ιταλικούς νόμους περί στέγασης και να περάσει ένα τεστ ιταλικής γλώσσας. Επιπλέον, το παιδί πρέπει να ζει νόμιμα στην Ιταλία χωρίς διακοπή μέχρι τα 18α γενέθλιά του.
 
Ο κύριος στόχος αυτής της μεταρρύθμισης ήταν να δώσει την υπηκοότητα σε εκείνους που έχουν περάσει όλη τους τη ζωή ή το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στην Ιταλία, οι οποίοι έχουν σπουδάσει στην Ιταλία και πολλές φορές δεν έχουν πάει ποτέ στη χώρα καταγωγής των γονέων τους. Ο κόσμος του πολιτισμού έχει δείξει την υποστήριξή του στη μεταρρύθμιση, αλλά η πρόσφατη απόφαση της Γερουσίας να διαγράψει τη συζήτηση από την ατζέντα της, με την υπόσχεση να την επαναφέρουν σε κάποια καλύτερη περίοδο, αντικατοπτρίζει το ιταλικό εκλογικό κλίμα.
 
Μια χαμένη ευκαιρία για όλους εκείνους τους ανθρώπους και τα παιδιά μεταναστευτικής καταγωγής, που ζουν στην Ιταλία ολόκληρη τη ζωή τους, δουλεύουν στην και για την Ιταλία, έχουν δημιουργήσει όλες τους τις αναμνήσεις στην Ιταλία, μιλάνε τέλεια Ιταλικά, ακόμη και τις τοπικές διαλέκτους με έντονη προφορά, έχουν Ιταλούς φίλους και ιταλική κουλτούρα. Μια χαμένη ευκαιρία για όλους μας, ένα βήμα πίσω που δείχνει την ανικανότητα να κατανοήσουμε (ή τη βούληση να αρνηθούμε;) πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι θεμελιώδη και ενεργά μέρη αυτής της κοινωνίας, ζητώντας μόνο να αναγνωριστούν για αυτό που είναι: Ιταλοί.

*Αναδημοσίευση από το Generation 2.0