Η δικογραφία αφορά τρεις συμβάσεις που καταρτίστηκαν το 1999, μεταξύ του ΟΣΕ και της Siemens για την προμήθεια υλικού. Σύμφωνα με στοιχεία που έχει προσκομίσει στην Δικαιοσύνη ο ΟΣΕ, επικαλούμενος πραγματογνωμοσύνη που διενεργήθηκε, οι επίδικες συμφωνίες προκάλεσαν ζημιά, καθώς, μεταξύ άλλων, υπήρξε καθυστέρηση στην παράδοση του τροχαίου υλικού.
 
Σύμφωνα με τον φάκελο της υπόθεσης οι κατηγορούμενοι φαίνεται να έλαβαν από τη Siemens πληρωμές ύψους 2 εκατομμυρίων ευρώ για να μην ενεργοποιηθούν οι ρήτρες για τις καθυστερήσεις παράδοσης του υλικού.
 
 
Ο εμπλεκόμενος στην υπόθεση του ΟΣΕ και γενικός διευθυντής Συγκοινωνιών και Ηλεκτροτεχνικών Έργων της «Siemens» φέρεται να είχε απευθυνθεί μετά το 2001 στον συγκατηγορούμενό του Bryno Norbert Flad, στέλεχος της μητρικής το επίμαχο διάστημα, προκειμένου να του ζητήσει να γίνουν «πληρωμές» για τις καθυστερήσεις με τις συμβάσεις.
 
Τον ισχυρισμό αυτό έχει προβάλει ο ίδιος ο κ. Flad σε κατάθεσή του, λέγοντας μάλιστα πως δεν τον εξέπληξε το αίτημα του συναδέλφου του, γιατί ήξερε πως αυτά συνέβαιναν στην Ελλάδα. Ωστόσο, το περιστατικό το έχει αρνηθεί το στέλεχος της ελληνικής εταιρείας.
 
Εντός ολίγων ημερών θα αποφανθεί αν το Συμβούλιο Εφετών θα παραπέμψει η όχι τους κατηγορούμενους στην υπόθεση.

Παραπομπή Χριστοφοράκου και άλλων 17 «χωρίς απάτη» για το C4I
 

Στις 27 Σεπτεμβρίου, το Συμβούλιο των Εφετών με βούλευμα του είχε διατάξει την παραπομπή 18 στελεχών της Siemens σε δίκη, με βασικό κατηγορούμενο τον εκλεκτό της γερμανικής εταιρείας, Μιχάλη Χριστοφοράκο, για την υπόθεση της ανάθεσης και παραλαβής του συστήματος C4I, που κόστισε εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ στο ελληνικό Δημόσιο, χωρίς ποτέ να χρησιμοποιηθεί.
 
Το βούλευμα διαπίστωνε δωροδοκίες δημοσίων υπαλλήλων επί έξι χρόνια, που αναγνώριζε στον φυγά πρώην στέλεχος της Siemens σημαίνοντα ρόλο στην υπόθεση, τον οποίο όμως απάλλαξε από την κατηγορία της απάτης από κοινού, κατά συρροή και κατ΄ εξακολούθηση σε βάρος του ελληνικού Δημοσίου, με το έτερο μεγαλοστέλεχος της εταιρείας, Διονύση Δενδρινό.