Την πρόταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την αναθεώρηση των διατάξεων του Κανονισμού του Δουβλίνου, σχετικά με την παροχή ασύλου, παρουσίασε η εισηγήτρια του Ευρωκοινοβουλίου για το συγκεκριμένο ζήτημα, ευρωβουλευτής, Σεσίλια Βίκστρομ, ενώπιον θεσμικών εκπροσώπων και φορέων, στην Αθήνα. Πρόκειται για εκδηλώσεις διαλόγου με την ονομασία «Stakeholders dialogue» που αφορούν μια σειρά νομοθετικών προτάσεων του Ευρωκοινοβουλίου, με στόχο την ευρύτερη δυνατή διαβούλευση, πριν από την τελική έγκριση μιας πρότασης νομοθετικού περιεχομένου.


«Κείμενο αλληλεγγύης»

 
Όπως ανέφερε η Σεσίλια Βίκστρομ «έχουμε ένα κείμενο αλληλεγγύης, όπου κάθε κράτος μέλος θα έχει μερίδιο ευθύνης και οι αιτούντες άσυλο δεν θα μπορούν να έχουν διεθνή προστασία, παρά μόνο εντός του συστήματος». Σύμφωνα με το σχέδιο που παρουσίασε η ίδια, η ανάθεση ευθύνης θα βασίζεται σε δεσμούς του αιτούντος άσυλο με ένα κράτος μέλος, όπως η οικογένεια, η προηγούμενη κατοικία ή οι σπουδές. Εάν δεν υπάρχουν τέτοιοι δεσμοί, οι αιτούντες άσυλο θα ανατίθενται αυτόματα σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ, σύμφωνα με ένα σταθερά προκαθορισμένο ποσοστό καταμερισμού, βασισμένο στο ΑΕΠ και τον πληθυσμό της χώρας.
 
Στους αιτούντες θα δίνεται η δυνατότητα να μετεγκαθίστανται μαζί με συγγενείς ή φίλους, σε ομάδες μέχρι 30 ατόμων. Επιπλέον, θα τους δίνεται και κάποιο περιθώριο σχετικής επιλογής ανάμεσα σε τέσσερις χώρες, οι οποίες έχουν λάβει τον χαμηλότερο αριθμό αιτούντων.
 
Όμως, σε αυτή την περίπτωση, οι χώρες θα έχουν «ρήτρα της διακριτικής ευχέρειας», δηλαδή τη δυνατότητα να αρνηθούν να αναλάβουν έναν αιτούντα ο οποίος ζήτησε να πάει εκεί. Διευκρίνισε, ότι «το άτομο μπορεί να ζητήσει, αλλά δεν μπορεί να υποχρεώσει μια χώρα να τον δεχτεί. Όμως, καθώς τρέχει ο μηχανισμός υποχρεωτικής κατανομής, κάποιοι θα θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη». Μάλιστα, η Σ. Βίκστρομ παρομοίασε αυτή τη διαδικασία με την εφαρμογή γνωριμιών Tinder, όπου λες «ναι» ή «όχι» στη γνωριμία με ένα άλλο άτομο.
 
Η πρόταση του Ευρωκοινοβουλίου προβλέπει επίσης, υποχρεωτική καταγραφή όλων των αιτούντων άσυλο και ταχεία αξιολόγηση της επιλεξιμότητάς τους στη χώρα άφιξης, χωρίς ωστόσο οι χώρες πρώτης γραμμής να κάνουν πλέον έλεγχο παραδεκτού-απαραδέκτου και χωρίς να είναι αυτόματα υπεύθυνες για τους αιτούντες άσυλο. Το κόστος της διαδικασίας αυτής των ελέγχων θα καλύπτεται από κονδύλια της ΕΕ.
 
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι προτείνεται περιορισμός της πρόσβασης στα ευρωπαϊκά κονδύλια για τις χώρες της ΕΕ που αρνούνται να συμμετάσχουν στο σύστημα μετεγκατάστασης. «Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι τράπεζα και τα κράτη μέλη δεν μπορούν να ζητούν χρήματα και να μην αναλαμβάνουν καμία άλλη ευθύνη» σχολίασε η κ. Βίκστρομ. Πάντως, σε περίπτωση που μια χώρα δηλώσει ότι δεν έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει την κατάσταση, προτείνεται μια μεταβατική περίοδος τριών ετών.
 
Ωστόσο, το σχέδιο για το νέο Κανονισμό του Δουβλίνου δεν ασχολείται με τις επιστροφές. Όπως εξήγησε η Σ. Βίκστρομ, η Κομισιόν επεξεργάζεται παράλληλο σχέδιο για τις επιστροφές, ενώ η ίδια θεωρεί ότι «ο ευρωπαϊκός φορέας ασύλου που θα δημιουργηθεί σύμφωνα με το νέο Κανονισμό, θα πρέπει ενδεχομένως να κάνει και επιστροφές».


Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την επόμενη εβδομάδα

 
Το συγκεκριμένο ζήτημα αναμένεται συζητηθεί στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου την ερχόμενη εβδομάδα, στο Στρασβούργο. Το κείμενο αυτό θα αποτελέσει επίσης την διαπραγματευτική εντολή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εν όψει της έναρξης των συνομιλιών με τα κράτη μέλη στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
 
Η Σ. Βίκστρομ ήταν ιδιαίτερα επικριτική για την στάση του Συμβουλίου, λέγοντας ότι «στο Συμβούλιο δεν μπόρεσαν να τα βρουν 28 υπουργοί που κάθισαν στο ίδιο τραπέζι. Αυτοί οι 28 δεν κάνουν τίποτα εδώ και ενάμιση χρόνο. Το Συμβούλιο δεν είναι υπέρ σε τίποτα, είναι υπέρ της διατήρησης της τρέχουσας κατάστασης».
 
Το Συμβούλιο, όπως και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ζητάει η ανακατανομή των αιτούντων να γίνεται μόνο σε περιπτώσεις κρίσης, ωστόσο όπως τόνισε «για εμάς είναι κόκκινη γραμμή και ποτέ δεν θα συμφωνήσουμε σε συμβιβασμό, όπου η αλληλεγγύη και ο μηχανισμός ανακατανομής θα ξεκινάει από τα κράτη μέλη, γιατί αυτό δεν θα συμβαίνει στην πράξη ποτέ. Θεωρούμε ότι η αλληλεγγύη πρέπει να εφαρμόζεται πάντα και στις δύσκολες και στις εύκολες συνθήκες».


«Φτωχότερο των προσδοκιών μας»


Το τελικό κείμενο της νομοθετικής πρότασης του Ευρωκοινοβουλίου «είναι φτωχότερο από τις προσδοκίες μας και φτωχότερο από το κείμενο που η ίδια η κ. Βίκστρομ επεξεργαζόταν» σχολίασε ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Γιάννης Μουζάλας.
 
Ο ίδιος πρόσθεσε: «Είναι ένα κείμενο που μπορεί να μπει στο τραπέζι, αλλά το ζητούμενο για εμάς είναι να μπορεί να εφαρμοστεί και σε περιόδους κρίσεων. Το να καταπέσει σε περίοδο κρίσης δεν συμφέρει την Ευρώπη».
 
Ο Γ. Μουζάλας ανέδειξε ως θετικό σημείο της νομοθετικής πρότασης το γεγονός ότι «αλλάζει μια κάκιστη πρόβλεψη του Κανονισμού που επεξεργάζονται η Κομισιόν και το Συμβούλιο των υπουργών, για ενεργοποίηση του μηχανισμού ανακατανομής σε περίπτωση κρίσεων και αφού πρώτα συγκληθεί το Συμβούλιο και πλέον κάνει αυτόματο και υποχρεωτικό τον μηχανισμό ανακατανομής».
 
Επίσης, ότι «παύει να είναι υπεύθυνη εσαεί η χώρα πρώτης υποδοχής και γίνεται προσπάθεια ελάφρυνσής της από τις υποχρεώσεις που το παλιό Δουβλίνο και οι σκέψεις της Κομισιόν της είχαν φορτώσει». Ωστόσο, η βασική αντίρρηση της ελληνικής κυβέρνησης, είναι «το γεγονός ότι όλοι οι παράνομοι μετανάστες μένουν στη χώρα πρώτης υποδοχής», όπως είπε ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής και πρόσθεσε: «Αυτό δεν μπορούμε να το αντέξουμε. Δεν υπάρχει καμία χώρα που να μπορεί να το αντέξει. Η υπόλοιπη Ευρώπη κρατάει τους πρόσφυγες και η χώρα πρώτης υποδοχής κρατάει τους παράνομους μετανάστες».