Σε ομιλία του στο πανεπιστήμιο του Ρέγκενσμπουργκ στη Γερμανία, ο Κ. Ρέγκλινγκ υποστήριξε πως είναι λάθος να υποβαθμίζονται οι θυσίες που υπέστησαν οι Έλληνες στα χρόνια των μνημονίων, καθώς έχουν καταβάλει σημαντικές προσπάθειες ώστε να επιτευχθεί η απαραίτητη δημοσιονομική προσαρμογή, που σύμφωνα με τον ίδιο δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τις βαθιές μεταρρυθμίσεις.

«Ιδιαίτερα στη Γερμανία ακούω και διαβάζω συνέχεια ότι στην Ελλάδα δεν έχει συμβεί τίποτε στα προηγούμενα επτά χρόνια που ήταν σε πρόγραμμα. Θεωρώ αυτό ως μία απαράδεκτη διαστρέβλωση των γεγονότων και μία προσβολή των Ελλήνων, οι οποίοι υπέστησαν περικοπές των μισθών και συντάξεων τους, που θα ήταν αδιανόητες στη Γερμανία.

Θέλω για τον λόγο αυτό να τονίσω ότι η Ελλάδα έχει κάνει σημαντική πρόοδο. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η πορεία των δημόσιων οικονομικών. Το 2009 διαμορφωνόταν το έλλειμμα στο 15% του ΑΕΠ. Το 2016, αντίθετα, η Ελλάδα είχε καταφέρει ένα πλεόνασμα 0,5% του ΑΕΠ στον προϋπολογισμό της. Μία τέτοια επιτυχία της δημοσιονομικής προσαρμογής δεν θα ήταν δυνατή χωρίς βαθιές μεταρρυθμίσεις».


Πίστη στο τρίτο μνημόνιο και βλέπουμε για το χρέος

Ο Ρέγκλινγκ επανέλαβε πως απαράβατος όρος για την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές είναι η πιστή τήρηση των μέτρων λιτότητας που προβλέπει το τρίτο μνημόνιο, ενώ για το ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους τόνισε πως θα εξεταστεί ξανά και θα ληφθούν μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση μόνο αν είναι αναγκαία. Παράλληλα, στάθηκε στους «εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους» δανεισμού της χώρας από τον ESM.

«Οι πρώτες πρόσφατες προσπάθειες επιστροφής (της Ελλάδας) στην αγορά είναι ενθαρρυντικές. Οι εξαιρετικά ευνοϊκοί όροι δανεισμού μας με επιτόκια 1% και διάρκεια πάνω από 30 χρόνια επιτρέπουν στην Ελλάδα να ξεπεράσει τη σημερινή βαθειά κρίση και να ανακτήσει τη βιωσιμότητα του χρέους της, χωρίς να γίνει αυτό με κόστος των φορολογουμένων των άλλων χωρών της Ευρωζώνης.

Για να το τονίσω ακόμη μία φορά: Η αποφασιστική εφαρμογή του προγράμματος είναι προϋπόθεση για αυτό. Αυτό ισχύει, επίσης, καθώς οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης μόνο τότε θα είναι έτοιμες να βοηθήσουν την Ελλάδα, μετά το τέλος του προγράμματος το 2018, με πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους. Βεβαίως μόνο αν αυτό θα ήταν τότε αναγκαίο».