Ο πρώτος λόγος είναι πως ο Αλέξης Τσίπρας είναι ένας πολιτικός που δεν χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερο σθένος. Δεν διαθέτει ψυχική δύναμη, θάρρος, αποφασιστικότητα, είναι ένας άνθρωπος που έδωσε έναν μόνο μεγάλο αγώνα, ηττήθηκε κατά κράτος και εφαρμόζει τώρα την πολιτική που του επεβλήθη μετά την ήττα του. Αυτό εξ ορισμού απαιτεί προσαρμοστικότητα, μάλλον, παρά σθένος. Σθένος απαιτεί η επιμονή.
 
Δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς ότι η αποτίμηση των επαίνων αλλάζει και αυτή όπως όλες οι σχετικές πολιτικές απόψεις, με το που αναλαμβάνει κανείς την εξουσία. Όσο ήταν η ΝΔ στην εξουσία, οι έπαινοι των ευρωπαίων θεωρούνταν παράσημα υποταγής στις ορέξεις των δανειστών. Τώρα ο ίδιος πολιτικός, ο Αλέξης Τσίπρας, δεν αντιλαμβάνεται την ειρωνεία όταν βραβεύεται για το πολιτικό σθένος του. Εκτός βέβαια αν ταυτίζουμε το “σθένος για την αντιμετώπιση της κρίσης”, με αυτό που ο Κυριάκος Μητσοτάκης κ.ά. ονομάζουν “μεταρρυθμιστικό σθένος”, δηλαδή την αδιαφορία για τις κοινωνικές επιπτώσεις της ασκούμενης πολιτικής, την άσκηση της πολιτικής ερήμην της κοινωνίας.
 
Την Τετάρτη ο Πρωθυπουργός έστειλε επιστολή προς τον Πρόεδρο της Βουλής λέγοντας πως η τιμή που του γίνεται «δεν αφορά φυσικά μόνο το πρόσωπο μου αλλά το σύνολο της χώρας η οποία έχει επιδείξει τόσο σθένος για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης όσο και προσήλωση στις ευρωπαϊκές αξίες και το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης». Αυτό, τον καιρό που ήταν στην αντιπολίτευση, θα μεταφραζόταν ως καθολική υποταγή στις ορέξεις των δανειστών και στην πολιτική που αποδεδειγμένα πλέον, χτύπησε τους φορολογούμενους προς όφελος των τραπεζών, κυρίως των ευρωπαϊκών.
 
Η αναφορά στο ευρωπαϊκό ιδεώδες είναι ακόμη μια περίπτωση αντιστροφής της λογικής που χρησιμοποιούσε ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά. Το “ευρωπαϊκό ιδεώδες” ήταν στην πραγματικότητα η ηθελημένη σύγχυση μεταξύ ιδεώδους και συμμετοχής στο κοινό νόμισμα. Είναι δηλαδή ακριβώς το επιχείρημα που χρησιμοποιούσε η πολιτική πλευρά του «Μένουμε Ευρώπη», όταν ταύτιζε την πολιτική ρήξης με τους δανειστές με την εναντίωση στον ευρωπαϊκό πολιτισμό εν γένει.

Η αναφορά στο «σθένος» των πολιτών επίσης περιέχει μία σκόπιμη σύγχυση: Υπονοεί, εντελώς λανθασμένα και παραχαράσσοντας την πρόσφατη πολιτική ιστορία, ότι η ασκούμενη πολιτική είχε πάντα την συγκατάθεση του ελληνικού λαού. Αυτό είναι πέρα για πέρα ψευδές. Ο Γιώργος Παπανδρέου έβαλε την Ελλάδα στο πρώτο μνημόνιο χωρίς την συγκατάθεση των πολιτών, εκλεγόμενος με το πολυθρύλητο πλέον «λεφτά υπάρχουν». Τρία χρόνια και έναν δοτό πρωθυπουργό αργότερα, οι πολίτες εξέλεξαν τη Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά. Το 2015 ήταν η σειρά του Αλέξη Τσίπρα να ενσαρκώσει το (αληθινό) σθένος των πολιτών για τερματισμό της λιτότητας, της πολιτικής που έχει αποδειχθεί πλέον περίτρανα ότι εξυπηρετούσε μόνο τη διάσωση των τραπεζών. Και τον Ιούλιο του ίδιου έτους, οι πολίτες είπαν ένα ηχηρό όχι στο τελεσίγραφο της τρόικας, που μετέπειτα και επί τα χείρω έγινε το τρίτο μνημόνιο. Με το μνημόνιο ψηφισμένο, το μόνο που απέμενε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου ήταν η επιλογή του διαχειριστή. Τότε οι ψηφοφόροι έδωσαν πια τη συγκατάθεσή τους, έχοντας πλήρως απογοητευτεί από οποιαδήποτε ελπίδα διεξόδου.

Οι Έλληνες, επόμένως, με σθένος επέμειναν (και ηχηρά μέχρι το 2015) να αμφισβητούν την ασκούμενη πολιτική, δικαιολογημένα όπως παραδέχεται πλέον μεταξύ άλλων ο Γερούν Ντάισελμπλουμ και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο. Και η εκάστοτε πολιτική ηγεσία, με διαφορετικού ήθους σθένος επέμενε στη στάση της να τους αγνοεί, αποσιωπώντας μάλιστα ακόμα και το ενδεχόμενο συζήτησης για κάποια εναλλακτική.

Και το «σθένος» που επέδειξαν πολιτικοί σαν τον Αλέξη Τσίπρα, η «ηγετική προσφορά» πολιτικών όπως ο Γιώργος Παπανδρέου (που παρέλαβε προ μηνός σχετικό βραβείο) είναι αυτή ακριβώς η άρνηση, η ανυπακοή στη λαϊκή εντολή που έλαβαν. Στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα, η επιτυχία της κυβέρνησης ήταν να κάμψει κάθε ίχνος αντιστασιακής δυναμικής και να καταπνίξει κάθε ελπίδα και διέξοδο. Σε αυτό όντως, ο πρωθυπουργός επέδειξε σθένος.  Σε μια τέτοια στάση και πολιτική πορεία, όμως, μόνο συγχαρητήρια δεν αξίζουν.