Ειδικότερα, ο ΔΣΑ σε ανακοίνωσή του αναφέρει ότι η κυβέρνηση επέλεξε τον ρόλο διαδίκου στην υπόθεση, σε μια πρωτοφανή αλλαγή πλεύσης, καθώς μέχρι τώρα κατά πάγια πρακτική σεβόταν απαρέγκλιτα τις αποφάσεις των Επιτροπών Ασύλου.

Ακόμη, ο ΔΣΑ σημειώνει ότι «προκαλεί επίσης προβληματισμό ότι κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας υπουργοί της κυβέρνησης ισχυρίζονται πως υπάρχουν υπόνοιες ότι πρόκειται για πραξικοπηματίες και ότι μελετάται το ενδεχόμενο εκδίκασής τους στην Ελλάδα κατ' άρθρο 8 Ποινικού Κώδικα» και προσθέτει:

«Η Ελληνική κυβέρνηση δείχνει να αγνοεί τόσο τη θέση όλων των διεθνών οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων για την κατάσταση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου στην Τουρκία, όσο και την κρίση του Αρείου Πάγου, που επ' αφορμή των αιτημάτων εκδόσεως της Τουρκικής κυβέρνησης, αποφάνθηκε ότι: “… στην Τουρκία έχουν δημιουργηθεί, για διάφορους λόγους, αντικειμενικές συνθήκες, εξαιτίας των οποίων αμφισβητείται πλέον η τήρηση στην εν λόγω χώρα της αρχής της δίκαιης δίκης, όταν, μάλιστα, κατά τρόπο προδήλως απαξιωτικό, καθαιρέθηκαν δικαστές του ανώτατου δικαστηρίου της Τουρκίας και οδηγήθηκαν κατ' ευθείαν στα κρατητήρια, γεγονός που υπονομεύει την αξιοπιστία του δικαστικού της συστήματος και θέτει υπό σοβαρή αμφισβήτηση την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, καθώς και την αμεροληψία των δικαστών” (ΑΠ 136/2017)».

Παράλληλα, αναφέρει ότι «η πρόσφατη σύλληψη του ενός στρατιωτικού, και μάλιστα εντός των εγκαταστάσεων της Υπηρεσίας Ασύλου, αντίκειται στο άρθρο 46 Ν. 4375/2016, καθώς δεν νοείται σύλληψη οιουδήποτε τελεί σε καθεστώς αιτούντος διεθνούς προστασίας και είναι ελεύθερος».

Τέλος, σημειώνει ότι ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, πιστός στις παραδόσεις και τους αγώνες του υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί στενά την υπόθεση με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αίσθημα ευθύνης, και θα παρεμβαίνει στο πλαίσιο της εκ του νόμου αρμοδιότητάς του για “την υπεράσπιση των αρχών και κανόνων του κράτους δικαίου σε μια δημοκρατική κοινωνία” (άρθρο 90 του Κώδικα Δικηγόρων).