Δημοσιεύτηκε στο Intercept.

Συγκεκριμένα, η Γερουσία συγκάλεσε στις 29 Ιανουαρίου την εξέταση του S.2311, το οποίο θα απαγόρευε όλες τις αμβλώσεις μετά τις  20 εβδομάδες, με περιορισμένες εξαιρέσεις, και θα απειλούσε με φυλάκιση τους γιατρούς που δεν συμμορφώνονται με τις μυριάδες απαιτήσεις του νόμου.

Δεν υπάρχει «κανένας ομοσπονδιακός νόμος που να προστατεύει αυτές τις νεαρές ζωές από την άμβλωση», δήλωσε η ρεπουμπλικανή γερουσιαστής της Iowa Joni Ernst, μια φανατική και βλοσυρή εχθρός των αμβλώσεων, στους συναδέλφους της. Γι’ αυτό το λόγο, είπε, χιλιάδες ζωές κάθε χρόνο τελειώνουν με πόνο. «Αυτό είναι απαράδεκτο».

Το μέτρο, γνωστό ως Νόμος για την Προστασία του, Ικανού να Νιώσει Πόνο, Παιδιού, στηρίζεται στην ιδέα ότι από την 20η εβδομάδα της κύησης το έμβρυο μπορεί να νιώσει πόνο και, ως εκ τούτου, βασανίζεται μέσω της άμβλωσης – μια έντονα αμφισβητούμενη ιδέα που στηρίζεται σε αδύναμη ιατρική βάση. Αν και τα απαριθμούμενα νομοθετικά ευρήματα που προηγούνται του κειμένου του νομοσχεδίου υποδηλώνουν ότι το έμβρυο μπορεί να αισθάνεται πόνο με τον ίδιο τρόπο που τον αισθάνεται ένα παιδί ή ένας ενήλικας, ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι ιατρικά αποδεκτός. Ο συγγραφέας του νομοσχεδίου είναι ο γερουσιαστής Lindsey Graham και 43 από τους 45 συν-νομοθέτες είναι άνδρες.

Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, οι γυναίκες θα αποκλειστούν από τη δυνατότητα να τερματίσουν μια εγκυμοσύνη τους μετά την 20η εβδομάδα, εκτός εάν ο τερματισμός είναι απαραίτητος για να σωθεί η ζωή της γυναίκας, «που απειλείται από σωματική διαταραχή, σωματική ασθένεια ή σωματική βλάβη», συμπεριλαμβάνοντας απειλητικές για τη ζωή καταστάσεις «που προκαλούνται ή προέρχονται από την ίδια την εγκυμοσύνη». Το κείμενο δεν περιλαμβάνει εξαίρεση για «ψυχολογικές ή συναισθηματικές συνθήκες».

Το νομοσχέδιο θα εξαλείψει επίσης μια εξαίρεση για εγκυμοσύνη που προκύπτει από βιασμό ή αιμομιξία, αλλά μόνο αν η γυναίκα έχει λάβει ιατρική περίθαλψη ή παροχή συμβουλών σε σχέση με την επίθεση. Στην περίπτωση ανηλίκων, η επίθεση πρέπει να έχει αναφερθεί σε αρχές παιδικής μέριμνας ή στην αστυνομία.

Ακόμη και αν τα εμπόδια αυτά έχουν ξεπεραστεί, ο προτεινόμενος νόμος θα απαιτούσε από τον, υπεύθυνο για την άμβλωση, γιατρό να εκτελέσει τη διαδικασία «μόνο με τον τρόπο που … παρέχει την καλύτερη ευκαιρία για το αγέννητο παιδί να επιβιώσει» – δηλαδή αποφεύγοντας την πιο κοινή και ασφαλή μορφή άμβλωσης για προχωρημένη εγκυμοσύνη. Οι νομοθέτες σε ορισμένες πολιτείες προσπάθησαν να απαγορεύσουν αυτή τη διαδικασία, γνωστή ως διαστολή και εκκένωση, αλλά τα δικαστήρια τους σταμάτησαν.

Εκτός από την αμφισβητούμενη επιστημονικότητα και λογική που στηρίζει το μέτρο, υπάρχουν και άλλα προβλήματα με το νομοσχέδιο – ξεκινώντας από το γεγονός ότι έρχεται σε αντίθεση με την απόφαση Roe v. Wade και άλλες αποφάσεις που επικυρώνουν το θεμελιώδες δικαίωμα της γυναίκας να επιλέγει την άμβλωση πριν από τον σχηματισμό του εμβρύου, που γενικά θεωρείται ότι αρχίζει περίπου στις 24 εβδομάδες. Εκτός από το συνταγματικό πρόβλημα, υπάρχουν και πρακτικοί λόγοι που καθιστούν το νομοσχέδιο κακοσχεδιασμένο, όπως οι πολύ απειλητικές για τη ζωή εμβρυϊκές ανωμαλίες που δεν είναι ανιχνεύσιμες μέχρι πιο προχωρημένα στάδια της εγκυμοσύνης. Εν τω μεταξύ, ο αμείλικτος νόμος σε αρκετές πολιτείες των αδικαιολόγητων και περιττών περιορισμών στην πρόσβαση στην άμβλωση έχει επίσης χρησιμεύσει στο να καθυστερεί τις γυναίκες από το να έχουν έγκαιρη πρόσβαση στις υπηρεσίες και  στο να αυξάνει το κόστος της περίθαλψης – αυστηρούς περιορισμούς που πλήττουν κυρίως γυναίκες που είναι φτωχές και ανήκουν σε μειονότητες – και μπορεί να αναγκάσει μια γυναίκα να εγκυμονεί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα απ’ όσο θέλει.

Με λίγα λόγια, το μέτρο δεν είναι μόνο περιττό, αλλά και επικίνδυνο.«Αυτή είναι μια ακόμη προσπάθεια υπονόμευσης της υγείας των γυναικών και της λήψης αποφάσεων που δεν θα σταθεί στο δικαστήριο ή στο δικαστήριο της κοινής γνώμης», δήλωσε η Nancy Northup, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Κέντρου Αναπαραγωγικών Δικαιωμάτων. “Αυτό το νομοσχέδιο είναι παράλογο όσο και αντισυνταγματικό.”

Δεν είναι η πρώτη φορά που το Κογκρέσο επέβαλε ένα τέτοιο μέτρο. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 2012, αλλά θα εφαρμοζόταν μόνο στην περιφέρεια της Columbia. Μια δεύτερη προσπάθεια, η οποία επεκτάθηκε το 2013, ήταν εθνική, αλλά δεν περιείχε εξαιρέσεις για βιασμό, αιμομιξία ή την υγεία της γυναίκας. Πέρασε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά δεν ψηφίστηκε ποτέ από τη Γερουσία. Η Βουλή των Αντιπροσώπων πέρασε και πάλι ένα τέτοιο μέτρο το 2015, αλλά το νομοσχέδιο μπλοκαρίστηκε από τη Γερουσία. Η Βουλή των Αντιπροσώπων, τον Οκτώβριο του 2017, πάλι πέρασε το μέτρο, οδηγώντας το στη σημερινή εξέταση από τη Γερουσία. Ο Trump έχει πει ότι θα υπογράψει το μέτρο εάν τα καταφέρει να φτάσει στο γραφείο του.

Το εάν η Γερουσία θα συγκεντρώσει πραγματικά τις ψήφους για να περάσει ο περιορισμός είναι ένα άλλο πράγμα εντελώς· η μικρή πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών το καθιστά απίθανο. Η απόπειρα αυτή συνιστά μάλλον πολιτικό θέατρο, παρά πρακτική πρόταση. Ενώ 21 πολιτείες έχουν περάσει κάποιο νόμο απαγόρευσης της άμβλωσης πριν από το σημείο που το έμβρυο καθίσταται βιώσιμο – η Βόρεια Ντακότα έθεσε την απαγόρευσή της στις έξι εβδομάδες εγκυμοσύνης, σε μια χρονική περίοδο που πολλές γυναίκες δεν γνωρίζουν καν ότι είναι έγκυες – σε κάθε πολιτεία όπου ένα τέτοιο μέτρο έχει αμφισβητηθεί, έχει εμποδισθεί η εφαρμογή του, ακόμα και από το αμερικανικό Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο μέχρι στιγμής έχει αρνηθεί να εξετάσει το ζήτημα.

Ωστόσο, αυτό δεν εμπόδισε τις πολιτείες να προχωρήσουν. Σύμφωνα με το Κέντρο Αναπαραγωγικών Δικαιωμάτων, οι απαγορεύσεις των 20 εβδομάδων εκκρεμούν σε επτά επιπλέον πολιτείες (Μισσούρι, Μισισιπή, Νιου Τζέρσεϋ, Νέο Μεξικό, Νέα Υόρκη, Όρεγκον και Ουάσινγκτον) αλλά δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει οι διαδικασίες.

Στις εναρκτήριες παρατηρήσεις του στη Γερουσία το απόγευμα της Δευτέρας, ο δημοκρατικός γερουσιαστής του Όρεγκον, Ron Wyden, σημείωσε ότι αυτό το μέτρο είναι μόνο ένα από μια μακρά σειρά επιθέσεων κατά της γυναικείας υγειονομικής περίθαλψης, την οποία αποκάλεσε μέρος της γενικής ατζέντας του Trump για τις «διακρίσεις στην υγειονομική περίθαλψη». Πράγματι, το 2017 ήταν μια δύσκολη χρονιά για την ισότητα στην υγεία των γυναικών – συμπεριλαμβανομένης της αποφασιστικότητας της διοίκησης να καταργηθεί ο νόμος για την Affordable Care Act και η εγγύηση της πρόσβασης σε αντισυλληπτικά χωρίς κόστος.

Όταν τελειώσει η τρέχουσα νομοθετική σύνοδος, ο Wyden προέβλεψε ότι ο χρόνος που ο οργανισμός δαπάνησε «για να επιτεθεί στην υγειονομική περίθαλψη των γυναικών θα βρίσκεται στην κορυφή της λίστας των τρόπων με τους οποίους το Κογκρέσο ξόδεψε την ημέρα του».

Η μετάφραση έγινε από μέλη της πλατφόρμας των 1101.