«Η επιτυχής ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος τον Αύγουστο του 2018 θα σηματοδοτήσει το τέλος μιας μακράς περιόδου οικονομικής προσαρμογής, θα επιτρέψει την επάνοδο στην κανονικότητα και μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να αποδειχθεί αφετηρία ταχείας και διατηρήσιμης ανάπτυξης», δήλωσε ο Γιάννης Στουρνάρας στην ομιλία του στην Τακτική Συνέλευση των Μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδας.

Ο κεντρικός τραπεζίτης επέμεινε στην άποψη πως μετά την ημερολογιακή ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου θα είναι απαραίτητη η προληπτική πιστοληπτική γραμμή στήριξης της οικονομίας, παρότι η θέση του αυτή τον έχει φέρει επανειλημμένως σε αντίθεση με τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, που κάνουν λόγο για «καθαρή έξοδο» την επόμενη της ολοκλήρωσης του τρίτου μνημονίου.

Ο Γ. Στουρνάρας, ακολούθως απαρίθμησε τέσσερα κρίσιμα ζητήματα που, όπως υποστήριξε, θα επιδράσουν καθοριστικά στην πορεία της οικονομίας από σήμερα. Συγκεκριμένα, στάθηκε στη βιωσιμότητα του χρέους και την επιρροή που ασκεί στην πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας, την εμπέδωση της εμπιστοσύνης των αγορών στην ελληνική οικονομία και την έξοδο σε αυτές. Αναφορικά με την έξοδο στις αγορές, υπογραμμίζει πως θα ήταν απαραίτητο ένα «χρηματοδοτικό δίκτυ ασφαλείας», δείχνοντας σε ένα άτυπο μνημόνιο για το επόμενο διάστημα. Επίσης, στο ίδιο μήκος κύματος θέτει και το τέταρτο ζήτημα, που είναι το πλαίσιο εποπτεία για μετά το πρόγραμμα.

Επίσης, ο διοικητής της ΤτΕ υπογραμμίζει τις θετικές ενδείξεις για «βιώσιμη επιστροφή στην ανάπτυξη», αναγνωρίζοντας πως η χώρα πέτυχε, μεταξύ άλλων, την πλήρη εξάλειψη των δίδυμων ελλειμμάτων (υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος και του μεγάλου ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών), ένα «τολμηρό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και μεταρρυθμίσεων», η «πλήρης αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας σε όρους κόστους εργασίας και τη σημαντική βελτίωση σε όρους τιμών», καθώς και η εξωστρέφεια της οικονομίας και η αναδιάρθρωση και αναδιάταξη του τραπεζικού τομέα.

«Μεταβίβαση των κόκκινων δανείων σε κεντρικό φορέα»

Εκτός των παραπάνω, ο Γ. Στουρνάρας επανήλθε και στο ζήτημα των κόκκινων δανείων, καλώντας στη σύσταση ενός ή περισσότερων κεντρικών φορέων για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Συγκεκριμένα, ο κεντρικός τραπεζίτης ανέφερε πως «μετά τη δημοσίευση σχετικών κατευθύνσεων από την Κομισιόν θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταβίβασης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε έναν ή περισσότερους κεντρικούς φορείς που θα μπορούσαν να δημιουργηθούν για τον σκοπό αυτό».

Παράλληλα, κάλεσε τις τράπεζες να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη των επιχειρησιακών τους στόχων για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, στόχους τους οποίους χαρακτήρισε υψηλούς αλλά εφικτούς. Όπως σημείωσε, «για τα επόμενα δύο χρόνια, είναι υψηλοί και φιλόδοξοι, αλλά εφικτοί, ιδίως τώρα που η οικονομία έχει επανέλθει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης».

Μάλιστα, υπογράμμισε πως επιβάλλεται να διευρύνουν το ταχύτερο δυνατό τις λύσεις που προτείνουν στους δανειολήπτες και να προχωρήσουν στη λήψη πιο δραστικών αποφάσεων, ειδικά όσον αφορά τις ενεργές αναδιαρθρώσεις βιώσιμων επιχειρήσεων, τη συντονισμένη αντιμετώπιση οφειλετών με πολλούς πιστωτές, τον εντοπισμό των στρατηγικών κακοπληρωτών και την εφαρμογή οριστικής λύσης για τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις.