«Έχουμε την ευθύνη να προστατέψουμε τα δεδομένα σας και εάν δεν μπορούμε, τότε δεν αξίζουμε να σας εξυπηρετούμε» δήλωσε ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ σε κείμενο που ανέβασε στη σελίδα του στο Facebook, υποστηρίζοντας πως εργάζεται για να καταλάβει τι ακριβώς συνέβη, καθώς και για να σιγουρευτεί ότι αυτό δεν θα ξανασυμβεί.
 
Κατά τον ισχυρό άνδρα της δημοφιλούς πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης, η εταιρεία «έκανε λάθη, υπάρχουν πολλά που πρέπει να κάνουμε και πρέπει να επιταχύνουμε και να τα κάνουμε». Ο Μ. Ζάκερμπεργκ ανακοίνωσε από το προσωπικό του προφίλ πως θέλει να μοιραστεί «τα τελευταία νέα για την υπόθεση της Cambridge Analytica, τα μέτρα που έχουμε λάβει καθώς και τα επόμενα βήματα μας για να αντιμετωπίσουμε αυτό το σοβαρό ζήτημα».
 
Λίγες ώρες μετά την ανάρτησή του στο Facebook, ο επικεφαλής της πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης εμφανίστηκε στο CNN απολογούμενος για την παραβίαση των προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων χρηστών, αποδεχόμενος την κλήση για να καταθέσει στο Κογκρέσο για το θέμα, στην πρώτη φορά που θα βρεθεί μπροστά σε μια επιτροπή του Κογρκέσου, παρότι βρίσκεται στο τιμόνι ενός κολοσσού της τεχνολογίας για χρόνια.
 

«Λυπάμαι πολύ για ότι συνέβη»

 

«Η σύντομη απάντηση είναι ότι είμαι ευτυχής εάν αυτό είναι το σωστό που πρέπει να γίνει» δήλωσε ο Μ. Ζάκερμπεργκ, ενώ συμπλήρωσε με νόημα πως «αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να στείλουμε το άτομο εκείνο που θα έχει περισσότερες γνώσεις, αν αυτό είμαι εγώ, τότε είμαι ευτυχής να πάω».
 
Κατά τη συνέντευξή του, ο Μ. Ζάκερμπεργκ εμφανίστηκε θετικός σε μία ενδεχόμενη ρύθμιση για τη λειτουργία του Facebook, αναγνωρίζοντας πως «υπάρχουν πράγματα όπως η ρύθμιση διαφάνειας διαφημίσεων που θα ήθελα να δω».
 
«Ήταν μια μεγάλη παραβίαση της εμπιστοσύνης και λυπάμαι που συνέβη αυτό» δήλωσε σε άλλο σημείο της συνέντευξης, με το CNN στο οποίο παραχώρησε τη συνέντευξη, να υπογραμμίζει τη δυσαρέσκεια που προκάλεσε η απόφασή του να ζητήσει μια απλή συγγνώμη μέσω του προφίλ του. «Έχουμε μια βασική ευθύνη για την προστασία των δεδομένων των ανθρώπων» πρόσθεσε.
 
Παράλληλα, εξέφρασε την μετάνοιά του για το γεγονός πως το Facebook γνώριζε για την παραβίαση των προσωπικών δεδομένων από το 2015 και δεν έκανε και δραστικό, όταν ζήτησε και έλαβε επίσημη πιστοποίηση από την εταιρεία ότι είχε διαγράψει όλα τα δεδομένα που είχε αποκτήσει με ακατάλληλα μέσα.
 
«Δεν ξέρω για εσάς, αλλά είμαι συνηθισμένος όταν οι άνθρωποι πιστοποιούν διά νόμου ότι πρόκειται να κάνουν κάτι, να αναμένω να το κάνουν. Αλλά νομίζω πως αυτό ήταν σαφώς ένα λάθος» συμπλήρωσε κάνοντας μια μικρή αναδρομή, ενώ πρόσθεσε πως «πρέπει να βεβαιωθούμε πως δεν θα κάνουμε αυτό το λάθος ξανά».
 
Ο ισχυρός άνδρας του Facebook εκμυστηρεύτηκε πως όταν ξεκινούσε το 2004 το Facebook δεν πίστευε πως θα πρέπει να αντιμετωπίσει κρατικούς αξιωματούχους, «δεν θα πίστευα πως θα είναι κάτι στο οποίο θα έπρεπε να εργαστώ 14 χρόνια μετά», ενώ παραδέχτηκε πως και σήμερα «είμαι βέβαιος πως κάποιος προσπαθεί» όταν ερωτήθηκε εάν πιστεύει πως κάποιοι προσπαθούν επί του παρόντος να χρησιμοποιήσουν την πλατφόρμα για να επηρεάσουν τις μεσοπρόθεσμες εκλογές. Ακόμη, δεν παρέλειψε να ρίξει τα βέλη του και στη Ρωσία, επαναφέροντας τις αιτιάσεις για εμπλοκή της στις εκλογές του 2016.
 
Ο Μ. Ζάκερμπεργκ σημείωσε πως η εταιρεία αναγνωρίζει την ευθύνη της, «όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και σε όλο τον κόσμο».
 

Συγγνώμη μέσω στάτους

 
Στην ανάρτησή του, ο Μ. Ζάκερμπεργκ αναφέρει πως «τα καλά νέα είναι πως οι πιο σημαντικές κινήσεις για να αποκλείσουμε αυτό το ενδεχόμενο έχουν ήδη γίνει. Αλλά κάναμε και λάθη, πρέπει να κάνουμε περισσότερα πράγματα, πρέπει να αντεπεξέλθουμε», ενώ ακολούθως προχώρησε σε μια αναδρομή στα όσα έχουν συμβεί μέχρι στιγμής κατά την οπτική του.
 
Ο επικεφαλής του Facebook ξεκινάει την αναδρομή από το 2007, όταν και ξεκίνησε η πλατφόρμα να λειτουργεί, αναφέροντας πως στόχος ήταν «οι περισσότερες εφαρμογές να γίνουν “κοινωνικές”: το ημερολόγιό σας έπρεπε να δείχνει τα γενέθλια των φίλων σας, οι χάρτες σας να υποδεικνύουν που μένουν οι φίλοι σας και στο βιβλίο διευθύνσεων να φαίνονται οι φωτογραφίες τους. Για να το πετύχουμε αυτό, δώσαμε τη δυνατότητα σε ανθρώπους να εγγράφονται σε εφαρμογές και να μοιράζονται τις λίστες των φίλων τους και ορισμένες πληροφορίες για αυτούς».
 
Ακολούθως, αναφέρεται στο 2013, όταν ο ερευνητής του πανεπιστημίου του Cambridge και εμπλεκόμενος με την υπόθεση της παραβίασης των προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων χρηστών, Αλεξάντρ Κόγκαν, δημιούργησε μια εφαρμογή ενός κουΐζ προσωπικότητας, με τον Μ. Ζάκερμπεργκ να αναφέρει πως η εφαρμογή «εγκαταστάθηκε σε περίπου 300.000 ανθρώπους, που μοιράστηκαν τα δεδομένα τους, καθώς και «κάποια δεδομένα φίλων τους». Όπως τονίζει, «με βάση τον τρόπο λειτουργίας της πλατφόρμας, ο Κόγκαν είχε πρόσβαση σε δεδομένα εκατομμυρίων φίλων τους».
 
Ο Μ. Ζάκερμπεργκ συνεχίζει αναφέροντας πως το 2014, με στόχο να αποτραπεί η λειτουργία ανάλογων εφαρμογών, «ανακοινώσαμε πως θα αλλάζαμε δραματικά την πλατφόρμα, περιορίζοντας τον όγκο πληροφοριών στον οποίο θα είχαν πρόσβαση οι εφαρμογές«. Ο ίδιος προσθέτει πως το πιο σημαντικό εκείνης της πρωτοβουλίας είναι πως εφαρμογές σαν του Κόγκαν δεν θα μπορούσαν πλέον να συλλέξουν στοιχεία για τους φίλους ενός χρήστη χωρίς και εκείνοι να έχει δώσει τη συγκατάθεσή τους στην εφαρμογή, καθώς και πως «απαιτήσαμε από τους προγραμματιστές να παίρνουν έγκριση και από εμάς, πριν καν ζητήσουν οποιοδήποτε ευαίσθητο δεδομένο από τους χρήστες. Αυτές οι ενέργειες θα εμπόδιζαν οποιαδήποτε εφαρμογή σαν αυτή του Κόγκαν από το να έχει πρόσβαση σε τόση πληροφορία σήμερα».
 
Ακολούθως, φτάνοντας στο 2015, ο Μ. Ζάκερμπεργκ υποστηρίζει πως το Facebook ενημερώθηκε από τις αποκαλύψεις του Guardian για τα δεδομένα που είχε μοιραστεί ο Κόγκαν με το Cambridge Analytica, υποστηρίζοντας πως κάτι τέτοιο είναι ενάντι στην πολιτική της εταιρεία, με αποτέλεσμα να αποκλείσουν αμέσως την εφαρμογή του ερευνητή, καθώς και πως «απαιτήσαμε από τον Κόγκαν και την Cambridge Analytica να επιβεβαιώσουν επισήμως πως είχαν διαγράψει όλα τα δεδομένα που είχαν συγκεντρωθεί με αθέμιτο τρόπο», κάτι που φέρονται να έπραξαν.
 
Κάπως έτσι, ο Μ. Ζάκερμπεργκ φτάνει στην περασμένη εβδομάδα και στις αποκαλύψεις των New York Times και του Channel 4 πως «η Cambridge Analytica ενδεχομένως να μην είχε διαγράψει τα στοιχεία όπως μας είχαν επιβεβαιώσει», υποστηρίζοντας πως αμέσως μετά τους απαγόρευσαν εκ νέου να χρησιμοποιούν οποιαδήποτε από τις υπηρεσίες τους. Ο ίδιος αναφέρει πως συνεργάζονται με τις ρυθμιστικές αρχές για τη διερεύνηση της υπόθεσης, αναγνωρίζοντας την ρήξη εμπιστοσύνης που υπέστη η σχέση του Facebook με τους χρήστες του.
 
Αμέσως μετά, ο ιδρυτής του Facebook επιχειρεί να δώσει μία πρόγευση των επόμενων βημάτων της πλατφόρμας, υποστηρίζοντας πως όλες οι εφαρμογές που είχαν πρόσβαση σε μεγάλο όγκο πληροφοριών βρίσκονται στο μικροσκόπιο, αποκλείοντας όποια από αυτές θεωρηθεί ύποπτη, ενημερώνοντας παράλληλα όσους χρήστες θίγονται από τη χρήση ανάλογων εφαρμογών. Ακόμη, δεσμεύεται πως θα περιοριστεί η πρόσβαση των προγραμματιστών σε δεδομένα και ο κίνδυνος περαιτέρω κατάχρησης, μειώνοντας τον όγκο πληροφοριών που αποκτά μια εφαρμογή, αυστηροποιώντας τους κανόνες για όταν αυτό συμβαίνει. Δεσμεύτηκε επίσης να απλοποιήσει τους όρους χρήσης μιας εφαρμογής και της ακύρωσής πρόσβασής της στα προφίλ των χρηστών, προαναγγέλλοντας ένα εργαλείο που θα κάνει αυτές τις ρυθμίσεις πιο εύκολες.
 
«Εγώ ξεκίνησα το Facebook και, στο «τέλος της ημέρας», είμαι υπεύθυνος για ό,τι συμβαίνει στην πλατφόρμα μας. Θα κάνω πολύ σοβαρά όλα όσα πρέπει για να προστατέψουμε την κοινότητά μας» συνεχίζει προς το τέλος της ανάρτησής του, επιχειρώντας να εμφανίσει το σκάνδαλο της Cambridge Analytica ως μεμονωμένο γεγονός, υποσχόμενος να μάθει από την εμπειρία αυτή και ευχαριστώντας όσους συνεχίζουν να πιστεύουν «στην αποστολή μας».
 
«Γνωρίζω ότι χρειάζεται περισσότερος χρόνος από όσο θα θέλαμε για να διορθώσουμε όλα αυτά τα ζητήματα, αλλά σας υπόσχομαι ότι θα εργαστούμε μέσα από αυτό και θα οικοδομήσουμε μια καλύτερη υπηρεσία μακροπρόθεσμα» καταλήγει ο Μ. Ζάκερμπεργκ στην ανάρτησή του.
 

«Σοκαρισμένο που εξαπατήθηκε» το Facebook

 
Στο μεταξύ, η εταιρεία του Μαρκ Ζάκερμπεργκ ανακοίνωσε ότι είναι «σοκαρισμένη που εξαπατήθηκε» γα τη χρήση προσωπικών δεδομένων των χρηστών της από την Cambridge Analytica και τόνισε ότι «κατανοεί τη σοβαρότητα του προβλήματος».
 
«Ερευνούμε κατά πόσο το Facebook ασφάλισε και προστάτευσε τις προσωπικές πληροφορίες στην πλατφόρμα και κατά πόσο, όταν ανακάλυψαν την απώλεια των δεδομένων, ενήργησαν δραστικά και κατά πόσο ήταν ενήμερος ο κόσμος», δήλωσε η Ελίζαμπεθ Ντέναμ, επικεφαλής της Βρετανικής Επιτροπής Πληροφοριών στο ραδιόφωνο του BBC.
 
Ήδη, το θέμα έχουν θέσει επί τάπητος στη Βρετανία, με την κλήση του Ζάκερμπεργκ στη βρετανική Βουλή, ενώ εισαγγελείς της Νέας Υόρκης και της Μασαχουσέτης έχουν ξεκινήσει έρευνες. Επίσης, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC), ο κρατικός οργανισμός που είναι αρμόδιος για την προστασία των καταναλωτών και του ανταγωνισμού, επίσης ερευνά την υπόθεση. Η έρευνα της FTC έχει στόχο να επιβεβαιώσει αν το Facebook τήρησε τη δέσμευσή του να ζητεί πρώτα τη σύμφωνη γνώμη των χρηστών του προτού συγκεντρώσει τα προσωπικά τους δεδομένα και τα μοιραστεί με άλλες εταιρείες, αναφέρει η Wall Street Journal.
 

Χιλιάδες παρόμοιες εφαρμογές;

 
Παράλληλα, το ξέσπασμα του σκανδάλου ανοίγει για την πλατφόρμα τον ασκό του Αιόλου, καθώς εκτός του κινήματος κατάργησης των λογαριασμών των χρηστών (#deletefacebook), ήδη ακούγονται φωνές για πλήθος άλλων παραβιάσεων.
 
Συγκεκριμένα, ο ακτιβιστής υπέρ της ιδιωτικότητας και δικηγόρος, Μαχ Σρεμς από την Αυστρία, υποστήριξε την Τετάρτη πως τo Facebook είχε προειδοποιηθεί από το 2011 για τα «παραθυράκια» στο σύστημα διασφάλισης των δεδομένων των χρηστών του που αξιοποίησε η βρετανική εταιρεία Cambridge Analytica (CA). Ωστόσο, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, είχε διαβεβαιώσει ότι δεν είχε κανένα λόγο να αλλάξει τη μέθοδό του.
 
Ο Μαξ Σρεμς, δικηγόρος που έφερε πολυάριθμες υποθέσεις ενώπιον των ευρωπαϊκών δικαστηρίων με στόχο την ενίσχυση της προστασίας των δεδομένων των χρηστών, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι οι μέθοδοι αξιοποίησης των δεδομένων που βρίσκονται στο επίκεντρο του σκανδάλου, το οποίο συγκλονίζει σήμερα το Facebook ήταν ακριβώς οι ίδιες με εκείνες που καταγγέλθηκαν σε μια αγωγή, η οποία είχε κατατεθεί το 2011 στην Ιρλανδική Αρχή Προστασίας των Δεδομένων.
 
Το Facebook βρίσκεται αντιμέτωπο με θύελλα αντιδράσεων από τη στιγμή που η εταιρεία CA κατηγορήθηκε ότι συνέλεξε χωρίς τη συγκατάθεσή τους τα δεδομένα 50 εκατομμυρίων χρηστών του για να αναπτύξει ένα λογισμικό που θα επέτρεπε να προβλεφθεί και επομένως να επηρεαστεί η ψήφος του εκλογικού σώματος και το οποίο θα χρησιμοποιείτο υπέρ της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ.
 
Ο Σρεμς είπε πως όπως το 2011, είχε το 2012 μια συνάντηση διάρκειας 7 ωρών με τους εκπροσώπους του Facebook για να συζητήσουν τις ανησυχίες που προκαλεί η χρήση τέτοιου είδους εφαρμογών, όμως οι εκπρόσωποι του κολοσσού των social media τον διαβεβαίωσαν ότι δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα.
 
«Είπαν με κατηγορηματικό τρόπο ότι, όπως εκείνοι το βλέπουν, χρησιμοποιώντας το δίκτυο, συναινείτε σε μια κατάσταση όπου άλλα πρόσωπα μπορούν να εγκαταστήσουν μια εφαρμογή και να περισυλλέξουν τα δεδομένα σας» συμπλήρωσε ο Σρεμς.
 
Το Facebook δεν διαθέτει κανένα μέσο για να γνωρίζει εάν οι εταιρείες που παίρνουν τις πληροφορίες αυτές εφαρμόζουν πιστά τους κανόνες προστασίας των προσωπικών δεδομένων, πρόσθεσε ο ίδιος.
 
«Υπάρχουν χιλιάδες άλλες εφαρμογές που πιθανόν κάνουν το ίδιο πράγμα, ο μοναδικός λόγος για τον οποίο εμείς μιλάμε για αυτό είναι ότι (η υπόθεση) συνδέεται με τον Τραμπ. Όμως, ενδεχομένως δεν πρόκειται για τη σοβαρότερη υπόθεση» σύμφωνα με τον ίδιο.