Ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας έχει επανειλημμένα δηλώσει πως θα κυνηγήσει τους τρομοκράτες, υπονοώντας τις κουρδικές πολιτοφυλακές στη Συρία, οπουδήποτε και αν βρίσκονται και πως όσοι βρίσκονται μαζί τους αποτελούν νόμιμο στόχο των τούρκικών όπλων. Ο Ερντογάν εννοεί πως θα χτυπήσει στο Μανμπίτζ στο οποίο, εκτός των Κούρδων, σταθμεύουν και μονάδες των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων. Ας κάνουμε την υπόθεση εργασίας ότι ο Τούρκος πρόεδρος πραγματοποιεί την απειλή του και σώματα ενόπλων Σύρων αντικαθεστωτικών που επιχειρούν υπό τις διαταγές της Άγκυρας κινούνται ξαφνικά προς το Μανμπίτζ με την υποστήριξη του τουρκικού πυροβολικού και της τουρκικής αεροπορίας. Κούρδοι και Αμερικανοί, παρά τον εξελιγμένο οπλισμό τους και την πειθαρχία στις τάξεις τους, υποφέρουν από ασυνήθιστα βαριές απώλειες καθώς είναι μαθημένοι να πολεμούν υπό καθεστώς αεροπορικής κάλυψης και όχι σε συνθήκες όπου οφείλουν οι ίδιοι να φυλάγονται από εναέριες επιθέσεις.

Υποτεθείσθω λοιπόν ότι για κάποιο λόγο το πεντάγωνο δίνει ελευθέρας στην τουρκική αεροπορία και αμερικανικά αεροσκάφη δεν διατάζονται, ή απλά καθυστερούν πολύ, να απογειωθούν για να εγγυηθούν την ασφάλεια των Αμερικανών στρατιωτών που βρίσκονται στο Μανμπίτζ. Τι θα μπορούσε να ακολουθήσει μετά; Στην αρχή θα είχαμε κάποιες, αν μη τι άλλο, σουρεαλιστικές δηλώσεις αμερικανών αξιωματούχων περί δειλών που επιτίθενται άνανδρα από ψηλά ενάντια στους γενναιότερους των γενναίων. Όμως στη συνέχεια τα πράγματα θα σοβάρευαν για την κυβέρνηση Τραμπ καθώς θα ερχόταν αντιμέτωπη με μια χιονοστιβάδα κατηγοριών ότι εγκατέλειψε στην τύχη τους αυτούς που υποτίθεται σέβεται και τιμά όσο καμία άλλη κυβέρνηση, τις γυναίκες και άνδρες των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ. Οι κατηγορίες σύντομα θα εξελίσσονταν σε εξεταστικές επιτροπές στο Κογκρέσο που θα εξανάγκαζαν τον Τραμπ σε ταπεινωτική παραίτηση. Πιθανότατα αυτή η πορεία δεν θα αναστελλόταν ακόμα και αν στο μεσοδιάστημα οι αμερικάνικες δυνάμεις είχαν εξαπολύσει τέτοια αντίποινα εναντίον της Τουρκίας όπου ο Ερντογάν θα απέσυρε το στρατό του όχι μόνο από το Μανμπίτζ, αλλά και από το Αφρίν ακόμα.

Για τους παραπάνω λόγους οι απειλές του Ερντογάν είναι ελάχιστα ρεαλιστικές. Σε αυτό το πλαίσιο, στην απίθανη περίπτωση που οι Τούρκοι κινούνταν ξαφνικά εναντίον του Μανμπίτζ, τότε τα αμερικάνικα αεροσκάφη θα βρίσκονταν άμεσα στον αέρα και θα εξουδετέρωναν τους επιτιθέμενους με τρόπο που θα θύμιζε πολύ την ανάσχεση των προσκειμένων στον Άσσαντ πολιτοφυλακών που πριν λίγες βδομάδες απείλησαν κουρδικό θύλακα στον οποίο ήταν ενσωματωμένοι Αμερικανοί στρατιωτικοί. Σε εκείνο το συμβάν, θυμίζουμε, σκοτώθηκαν δεκάδες Ρώσοι για τους οποίους ο Πούτιν είπε ότι ήταν μισθοφόροι που επιχειρούσαν με δική τους ευθύνη. Πιθανότατα, κάτι ανάλογο θα πει και ο Ερντογάν αν οι Αμερικανοί σταματήσουν με ακριβή και χειρουργικό βομβαρδισμό δυνάμεις που κινηθούν προς  το Μανμπίτζ.

Είναι σαφές πως ο Τούρκος πρόεδρος δεν θα κάνει τίποτα προτού λάβει εγγυήσεις από τους άλλους ισχυρούς παίκτες που δραστηριοποιούνται στη Συρία. Αν η επιχείρηση στο Αφρίν ανακοινώθηκε πολύ προτού ξεκινήσει, εξελίχθηκε με βραδύ ρυθμό, και ολοκληρώθηκε με σχετικά περιορισμένη χρήση πυρός αυτό έγινε γιατί η μάχη δεν κρίθηκε στο έδαφος αλλά μάλλον πίσω από κλειστές πόρτες επίσημων και ανεπίσημων διπλωματικών γραφείων. Το μόνο που ήταν ορατό σε εμάς ήταν η κορυφή του παγόβουνου, ήτοι οι εντάσεις και οι δηλώσεις των διάφορων αξιωματούχων. Πίσω όμως από τις κορώνες και τους φαινομενικούς αφορισμούς οι ενδιαφερόμενοι ηγέτες είχαν επιδοθεί σε ένα σαφάρι διαβουλεύσεων το αποτέλεσμα του οποίου τελικά ευνόησε τον Ερντογάν. Συνακόλουθα, μια ανεστραμμένη ανάγνωση θα έλεγε ότι τα θύματα του παιχνιδιού των μεγάλων ήταν οι Κούρδοι. Αυτό όμως που δεν πρέπει να παραβλέπουμε είναι το γεγονός ότι οι Κούρδοι είναι απόλυτα ενήμεροι για το εν λόγω παιχνίδι και τους αυστηρούς κανόνες του.

Ο κουρδικός λαός ήταν ο μεγάλος χαμένος στο διακανονισμό των συνόρων μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς οι Ευρωπαίοι που έφτιαξαν αυθαίρετα το νέο χάρτη της Μέσης Ανατολής δε συμπεριέλαβαν σε αυτό κουρδικό κράτος. Οι Κούρδοι μοιράστηκαν σε τέσσερα κράτη, συγκεκριμένα σε Ιράκ, Ιράν, Συρία και Τουρκία αλλά δεν αφομοιώθηκαν. Μοιραία, όσο η επιθυμία για αυτοδιάθεση δεν έσβηνε, τόσο οι ηγεσίες των χωρών που τους φιλοξενούσαν τους έβλεπαν καχύποπτα. Η πιο σπουδαία στιγμή για τους Κούρδους ήταν το 2003. Η κατά τ’ άλλα καταστροφική επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ άνοιξε το δρόμο για τη de facto αυτονομία του κουρδικού βορείου Ιράκ. Έτσι, όταν το 2011 ξέσπασε η κρίση στη Συρία, η κουρδική κοινότητα σε μεγάλο βαθμό είδε τη συγκυρία ως ευκαιρία που υπό προϋποθέσεις θα επαναλάμβανε το ιρακινό σενάριο στη βορειο-ανατολική Συρία.

Οι Κούρδοι κράτησαν διακριτικές αποστάσεις από την αντιπολίτευση. Από την άλλη όταν οι δυνάμεις του Άσσαντ αποχωρούσαν από τις περιοχές που κυριαρχούσε το κουρδικό στοιχείο, οι Κούρδοι έσπευσαν να καλύψουν το κενό εξουσίας με τοπικές επιτροπές. Η αμφιλεγόμενη στάση τους απέδωσε καρπούς όταν το 2014 το λεγόμενο Ισλαμικό Κράτος αύξησε εκθετικά την επιρροή του σε ανατολική Συρία και βόρειο Ιράκ. Εκείνη τη στιγμή οι Κούρδοι έμοιαζαν να είναι η πιο αξιόπιστη διαθέσιμη χερσαία δύναμη που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει η Δύση στη μάχη εναντίον των Τζιχαντιστών. Ένας συνδυασμός χρηματοδότησης, εξοπλισμού και αεροπορικής υποστήριξης τους έκανε ικανούς όχι απλά να εκδιώξουν το Ισλαμικό Κράτος από πολλές περιοχές, αλλά και να θέσουν πολλά από αυτά τα εδάφη υπό το διακριτικό τους έλεγχο.

Ο κουρδικός παράγοντας ξέρει καλά όχι μόνο τι θέλει, δηλαδή αυξημένη αυτονομία ή ανεξαρτησία, αλλά και ότι δεν μπορεί να εκπληρώσει τους πόθους του με δικά του μέσα. Ότι κατάφερε μέχρι τώρα το πέτυχε κάνοντας τις σωστές κινήσεις στο περιθώριο των αντιθέσεων υπέρτερων γεωπολιτικών παικτών. Οι Κούρδοι ξέρουν ότι το μεγαλύτερο ατού τους δεν είναι τα πρόσφατα αποκτηθέντα όπλα τους. Αυτά, αν μη τι άλλο, θέλουν πυρομαχικά που κατασκευάζονται και εισάγονται ελεγχόμενα από το εξωτερικό. Το πιο σπουδαίο τους χαρτί είναι η παρουσία μικρών επίλεκτων μονάδων δυτικών χωρών στο πλευρό τους που, λόγω της βαρύτητας που έχει η ασφάλεια τους για τις κυβερνήσεις τους, προσφέρουν μια ιδιότυπη και ανεκτίμητη ασυλία στις κουρδικές πολιτοφυλακές.

Για κακή τους τύχη οι Κούρδοι έχουν απέναντι τους έναν πολύ έμπειρο και ικανό ηγέτη. Ο Ερντογάν δεν είναι κάποιος που βρέθηκε στο τιμόνι της χώρας του πρόσφατα από τυχαίες συγκυρίες. Κάθε άλλο, κυβερνά τη γειτονική χώρα ήδη 15 χρόνια, μια περίοδο όπου κλήθηκε να αντιμετωπίσει σειρά εσωτερικών και εξωτερικών απειλών. Με άλλα λόγια ξέρει το παζάρι των διεθνών σχέσεων πολύ καλά. Παρ’ όλα αυτά οι Κούρδοι κατάφεραν εσχάτως ένα σημαντικό επίτευγμα. Πριν από λίγες μέρες αντιπροσωπεία που περιλάμβανε μέλη από αυτούς που η Άγκυρα χαρακτηρίζει τρομοκράτες είχε ακρόαση με το Γάλλο πρόεδρο Μακρόν.

Τέτοιες συναντήσεις ούτε τυχαία, ούτε ξαφνικά γίνονται. Επόμενο ήταν λοιπόν να αντιδράσει έντονα ο Τούρκος πρόεδρος διότι ξέρει καλά πως ενδεχόμενη αυξημένη παρουσία δυτικών δυνάμεων στο Μανμπίτζ επί της ουσίας είναι μήνυμα προς αυτόν να μην προχωρήσει. Όπως επίσης ξέρει καλά ότι το άδειασμα του εκπροσώπου του Μακρόν στις διαρροές των Κούρδων δεν έχει ιδιαίτερη αξία διότι δεν μπορεί να αναιρέσει ό,τι συμφωνήθηκε, αν συμφωνήθηκε, στη συνάντηση. Οι Κούρδοι κυρίως ανησυχούν μήπως οι σκέψεις που ακούγονται για αποχώρηση των Αμερικανών γίνουν πράξη και, σε αυτό το πλαίσιο, θα ήθελαν να δουν μια οιονεί αντικατάσταση της εγγύησης που τώρα απολαμβάνουν. Φυσικά το βάρος της Γαλλίας δεν είναι ανάλογο των ΗΠΑ, αλλά και πάλι πολύ δύσκολα ο Ερντογάν θα έβαζε στο στόχαστρό του Γάλλους στρατιώτες. 

Στο ερώτημα γιατί η Γαλλία, η απάντηση βρίσκεται στην ιστορία της Συρίας που εγκαινιάστηκε τo 1923 ως κράτος υπό γαλλική εντολή. Το Παρίσι παραδοσιακά έχει στενές σχέσεις με τη Δαμασκό και μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης η εταιρεία που είχε προνομιακό ρόλο στην εξόρυξη του ορυκτού πλούτου της Συρίας δεν ήταν άλλη από τη γαλλική Total. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο της Συρίας βρίσκεται στα ανατολικά της χώρας, στις περιοχές που ήταν στον έλεγχο του Ισλαμικού Κράτους και που τώρα έχουν περάσει στη δικαιοδοσία των Κούρδων. Με άλλα λόγια, αν και κανείς χωρίς ειδική πληροφόρηση δεν μπορεί να ξέρει τι συζήτησε ο Μακρόν με την κουρδική αντιπροσωπεία, είναι σε όλους τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ σαφές με τι μπορούν να αγοράσουν οι Κούρδοι τη γαλλική εγγύηση που τόσο δείχνουν να έχουν ανάγκη.

Το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά. Αυτό που είναι βέβαιο πάντως αφορά στο πού θα κριθεί η αντιπαράθεση, ήτοι σε διπλωματικές συναντήσεις ουσίας που θα διαρκέσουν βδομάδες, αν όχι μήνες. Και μπορεί να μην ξέρουμε τι και πότε ακριβώς θα αποφασίσει το κονκλάβιο των ισχυρών, ξέρουμε όμως πού χρειάζεται να κοιτάξουμε για λευκό ή μαύρο καπνό. Αν κάποια στιγμή διαταχθεί η απόσυρση των δυτικών δυνάμεων από το Μανμπίτζ χωρίς άλλη πρόβλεψη, τότε θα ξέρουμε πως η πλάστιγγα έγειρε πάλι ενάντια στις επιδιώξεις των Κούρδων.