Στη Βιέννη, υπό την παρουσία του ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς, πρόκειται να συναντηθεί ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, με τον ομόλογο του της ΠΓΔΜ, Νικόλα Ντιμιτρόφ, εν όψη των κρίσιμων διαπραγματεύσεων με τις δύο πλευρές να θέλουν να διατηρήσουν το θετικό κλίμα των προηγούμενων συναντήσεων. Και όλα αυτά υπό το πρίσμα της επικείμενης διαβαλκανικής συνάντησης Ελλάδας, Αλβανίας, Βουλγαρίας και ΠΓΔΜ, στη Θεσσαλονίκη, στις 3-4 Μαΐου.
 
Ήδη πριν από τη συνάντηση στη Βιέννη, το βράδυ της Τρίτης, ο υπουργός εξωτερικών της ΠΓΔΜ, δήλωσε από το βήμα της Ολομέλειας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, ότι «πρέπει να καταφέρουμε να δείξουμε ότι είναι εφικτό να χτίζονται φιλίες μεταξύ χωρών. Δεν έχουμε πρόθεση να τσακωθούμε με την Ελλάδα», τόνισε, καθώς στόχος είναι «η συμφιλίωση».
 
Σχετικά με το θέμα της ονομασίας, δήλωσε «να τηρηθεί η αξιοπρέπεια και η ταυτότητα ώστε να διατηρηθούν τα σύνορα», τονίζοντας ότι οι δύο πλευρές φιλοξενούν το ίδιο όραμα, το οποίο συμπεριλαμβάνει τη διαφοροποίηση της ΠΓΔΜ από την περιφέρεια της Μακεδονίας. Η παρέμβαση του επιτρόπου Διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Γιοχάνες Χαν, φαίνεται να πυροδότησε τις αντιδράσεις Ελλάδας και ΠΓΔΜ, οι οποίες τον κατηγόρησαν ότι δημιουργεί λανθασμένη εικόνα για τις διαπραγματεύσεις. Συγκεκριμένα, είχε δηλώσει «αισιόδοξος ότι τις επόμενες δύο εβδομάδες θα έχουμε μια λύση. Τουλάχιστον μια λύση που θα στρώσει τον δρόμο, θα ανοίξει τον δρόμο για την έναρξη διαπραγματεύσεων με τη FYROM. Όλοι νομίζω συμφωνούν ότι κάτι τέτοιο θα ήταν χρήσιμο για τη χώρα, για την κοινωνία και για όλη την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων».
 
Στον επίτροπο απάντησε με δήλωση του ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ, Ζόραν Ζάεφ, «είναι υπόθεση εβδομάδων, αλλά νομίζω ότι δύο εβδομάδες είναι υπερβολικά λίγες.Εγώ θα το ήθελα πολύ, όμως πιστεύω ότι δεν είναι δυνατό» χαρακτηρίζοντας υπερβολικά αισιόδοξη την εκτίμηση του επιτρόπου.
 
Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών κάνοντας μία πιο επιθετική ανακοίνωση, κάλεσε τον επίτροπο Χαν «να σταματήσει να παρέχει λάθος εικόνα για διαπραγματεύσεις τις οποίες, όπως όλα δείχνουν, δεν κατανοεί. Το λιγότερο που μπορεί να κάνει είναι να σταματήσει να τις υπονομεύει».