Υπερψηφίστηκε επί της αρχής από τη συγκυβέρνηση και το Ποτάμι το νομοσχέδιο του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής για το άσυλο, το οποίο καταψήφισαν η Νέα Δημοκρατία, το ΚΚΕ και η Χρυσή Αυγή, ενώ παρών δήλωσαν η Δημοκρατική Συμπαράταξη και Ένωση Κεντρώων.

Στην μαραθώνια συνεδρίαση στην ολομέλεια της Βουλής, που κράτησε 12 ώρες, κυβέρνηση και αντιπολίτευση αντιπαρατέθηκαν για τη μεταναστευτική πολιτική με επίκεντρο το σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση ευρωπαϊκών οδηγιών στην ελληνική νομοθεσία, που διέπει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την χορήγηση και την επιτάχυνση των διαδικασιών χορήγησης ασύλου, μετά από ορισμένες αλλαγές σε προβληματικές διατάξεις. Σφοδρή αντιπαράθεση σημειώθηκε κατά τη συζήτηση για το σύνολο των παραμέτρων με την αντιπολίτευση να κατηγορεί την κυβέρνηση για «αναποτελεσματικότητα». 

 
 Ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Δημήτρης Βίτσας υπεραμύνθηκε νωρίτερα των διατάξεων του νομοσχεδίου, τονίζοντας ότι «ο νόμος δεν πρόκειται να λύσει ως δια μαγείας το προσφυγικό και μεταναστευτικό πρόβλημα, αλλά προσπαθεί να προσαρμόσει επί τα βελτίω τις συνθήκες που υπάρχουν, και να αποσυμπιεστούν τα νησιά χωρίς να αναπληρώνεται αυτός ο πληθυσμός από νέες ροές».  
 
Επεσήμανε ότι στόχος του νομοσχεδίου είναι να γίνει ταχεία εξέταση των αιτημάτων ασύλου, και όπως είπε, για το σκοπό αυτό θα ενισχυθούν με 200 άτομα η υπηρεσία πρώτης υποδοχής και η υπηρεσία ασύλου – ενώ τόνισε την ανάγκη «να αξιοποιηθούν όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία για αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, αλλά και για την διευκόλυνση εκείνων που έχουν δικαίωμα να μετακινηθούν στην ενδοχώρα». 
 
Τον έντονο προβληματισμό που προκαλεί το νομοσχέδιο εξέφρασαν με κοινή ανακοίνωσή τους 13 οργανώσεις που αποτελούν την «Καμπάνια για το άσυλο», υπογραμμίζοντας πως οι τροποποιήσεις της διαδικασίας ασύλου, όπως η σύντμηση των προθεσμιών για την άσκηση βασικών δικαιωμάτων όσων ζητούν άσυλο, η πλασματική επίδοση των αποφάσεων των Επιτροπών Προσφυγών, η συμμετοχή δικαστικών λειτουργών στις Επιτροπές και η νέα διαδικασία επιλογής του διευθυντή των Επιτροπών Προσφυγών, «φτάνουν στο σημείο να καταργούν, στην ουσία, το δικαίωμα των αιτούντων άσυλο σε δίκαιη και αποτελεσματική διαδικασία ασύλου, σε πραγματική προσφυγή και δικαστική προστασία».