Για την συνάντηση του στις 16 Μαΐου με τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς που βρίσκονται φυλακισμένοι στην Ανδριανούπολη, μίλησε ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, σε συνέντευξη του από την Αλεξανδρούπολη. Συγκεκριμένα, τόνισε τη σημασία που είχε η εν λόγω συνάντηση υποστηρίζοντας ότι «κρατάει αυτό το θέμα στην επικαιρότητα, το εμπλουτίζει με εκτιμήσεις, κάνει μεγαλύτερη την πίεση προς αυτούς που έχουν τις ευθύνες γι' αυτή την απαράδεκτη κατάσταση και με αυτή την έννοια βοηθάμε στο να λήξει όσο το δυνατό πιο γρήγορα αυτή η περιπέτεια, η οποία δεν θα έπρεπε καν να ξεκινήσει».
 
Στη συνέχεια, χαρακτήρισε «απολύτως απαράδεκτη» την φυλάκιση των στρατιωτικών, κάνοντας ταυτόχρονα λόγο για επανάληψη τέτοιου είδους συμβάντων στο παρελθόν. Τόνισε ότι «γίνονται από τη δεκαετία του 60΄ συστηματικά, έχουμε τους σχετικούς φακέλους, έχουν συμβεί δηλαδή πάρα πολλά τέτοια σε πολύ πιο δύσκολους καιρούς, και τα οποία επελύοντο πάντοτε με διάφορους μεθόδους, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν προϋπέθεταν και δεν εμπεριείχαν κράτηση επί δύο – δυόμισι μήνες δύο παιδιών, δύο στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων».
 
Επιπλέον, υποστήριξε ότι «αυτό όλο το σκηνικό διαμορφώνει ένα αφήγημα επικινδυνότητας ανάμεσα στις δύο χώρες, στους δύο λαούς, στις στρατιωτικές δυνάμεις και από τις δύο πλευρές». 
 
Την επίσκεψη του στις φυλακές της Αδριανούπολής χαρακτήρισε ως «ένα βήμα στη σωστή κατεύθυνση» αλλά όχι «σημαντικό», καθώς «σημαντικό θα ήτανε είτε να ορίσουνε σήμερα κιόλας ή από χθες πολύ γρήγορα μία δικάσιμο η οποία ευλόγως θα κατέληγε σε απελευθέρωση των παιδιών. Δηλαδή αν προλείανε ταυτόχρονα ρητά τη λήξη της ταλαιπωρίας. Εφ' όσον αυτό δεν έγινε παρά μόνο επετράπη αυτή η άνετη συνάντηση, είναι ένα βήμα στη σωστή κατεύθυνση με την έννοια ότι δημιουργεί ένα πεδίο δημοσιοποίησης του ζητήματος και άρα μίας λήξης του κάποια στιγμή».
 

«Πολιτικό ζήτημα και όχι ζήτημα δικαιοσύνης»

 
Για τη φυσιολογία του ζητήματος τόνισε ότι «είναι πολύ λίγο ζήτημα δικαιοσύνης και δικαστικού σώματος και πραγματικών επιχειρημάτων. Φοβάμαι ότι σ' ένα μεγάλο βαθμό παρ' ότι σέβομαι απολύτως τη δικαιοσύνη και έτσι όπως είναι διατυπωμένη και ισχύουσα και στη γείτονα χώρα, υπάρχει ωστόσο ισχυρό σημείο προσχηματικής διαχείρισης τέτοιων επιχειρημάτων και είναι φανερό πια. Μετά την παρέλευση δυόμισι μηνών αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι είναι κατ' εξοχήν μία πολιτική ενέργεια, ενδεχομένως εν όψει εκλογών, ενδεχομένως ενός κλίματος για καταστάσεις – συνεργασίες στη γείτονα, πλην όμως έχει κόστος και για τη γείτονα και για μας και για τις σχέσεις και κυρίως γι' αυτούς τους δύο νέους ανθρώπους».
 
Βασιζόμενος στα λεγόμενα της προξένου της Ανδριανούπολης, ο πρόεδρος της Βουλής δήλωσε ότι «είναι σοβαρές οι επιπτώσεις στην κοινωνία της Αδριανούπολης από την εύλογη απουσία της ελληνικής κοινότητας στην οικονομική ζωή της χώρας».
 

«Η στέρηση της ελευθερίας είναι βασανιστήριο»

 
Σχετικά με τις συνθήκες φυλάκισης των δύο στρατιωτικών ανέφερε ότι «δεν σημαίνει τίποτα το ότι οι συνθήκες διαβίωσής τους είναι πολύ καλές, διότι η στέρηση της ελευθερίας, δεν μιλάμε για μία και δύο ημέρες, αυτή καθ' αυτή είναι το μεγαλύτερο βασανιστήριο, ακόμη κι αν έχει συμβεί στον όροφο κάποιου ξενοδοχείου. Δεν υφίστανται λοιπόν κάτι επιπλέον του βασικού όμως που είναι η στέρηση της ελευθερίας. Πόσο μάλλον αναιτίως, πόσο μάλλον χωρίς ορίζοντα, από πλευράς χρόνου».
 
Επιπλέον, σημείωσε ότι «εκτίθενται και στη διεθνή κοινή γνώμη και στη συνείδηση του λαού και των λαών μας, όσοι έχουν ποντάρει και μιζάρουν και κεφαλαιοποιούν μια τέτοια ιστορία η οποία δεν έχει απολύτως καμία βάση, πέραν του γελοίου του πράγματος, του να συζητάει κανείς για κατασκοπεία εν έτη 2018, ανάμεσα σε δύο χώρες του ΝΑΤΟ για 200 μέτρα. Η ίδια η πράξη αυτή, με οποιαδήποτε ανόητη αντίληψη είτε συμψηφισμού είτε δημιουργίας έντασης, εκθέτει πολύ και έχει κόστος για όποιον και όποιο καθεστώς παρατείνει αυτή την ταλαιπωρία».