«Δεν είναι απλώς ένα σχέδιο στο οποίο απαριθμούνται αναπτυξιακοί στόχοι. Είναι ένα συνολικό πλάνο, το οποίο περιλαμβάνει, αφενός τους σκοπούς στους επιμέρους τομείς του κοινωνικού και οικονομικού γίγνεσθαι και αφετέρου τις συγκεκριμένες ενέργειες για την επίτευξη αυτών των σκοπών» δήλωσε τη Δευτέρα ο πρωθυπουργός κατά την παρουσίαση του ολιστικού σχεδίου που έχει ήδη παρουσιαστεί στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, τον ΣΕΒ, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών και μία σειρά άλλους διεθνείς παράγοντες.
 
«Μιλάμε λοιπόν για μια συνεκτική στρατηγική. Η οποία εκκινεί από τα πεπραγμένα της τρέχουσας περιόδου κατά την οποία η χώρα ξεπερνά την ύφεση και την οικονομική καχεξία, και εκτείνεται στο μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο διάστημα» συμπλήρωσε, λίγο πριν το σχέδιο παρουσιαστεί στην ελληνική κοινή γνώμη.

Την ίδια ημέρα, το σχέδιο που παρουσίασε ο Α. Τσίπρας βρέθηκε στο επίκεντρο δημοσιεύματος του οικονομικού Bloomberg, που αναφέρει πως έχει στην κατοχή του σχετικό αντίγραφο. Κατά το δημοσίευμα, το σχέδιο θέτει ως κύρια προτεραιότητα τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, την κατάργηση των κεφαλαιακών περιορισμών και τη βελτίωση της τραπεζικής διακυβέρνησης. Όπως αναφέρεται, αυτά τα βήματα θα αυξήσουν «την ικανότητα του κλάδου να εξυπηρετεί τις αυξανόμενες ανάγκες της πραγματικής οικονομίας».
 
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η κυβέρνηση δεσμεύεται στο σχέδιο για την «μετατροπή του ελληνικού χρηματοπιστωτικού τομέα», κάνοντας λόγο για δημιουργία συνεταιριστικών τραπεζών που θα λειτουργούν σε περιφερειακό επίπεδο, για τη χρηματοδότηση μικρομεσαίων και τοπικών επιχειρήσεων. Ακόμη, το δημοσίευμα αναφέρει πως η σταδιακή απόσυρση της κυβέρνησης από την υποστήριξη των συστημικών τραπεζών «θα σχεδιαστεί διεξοδικά, με βάση μια ορθολογική πρακτική των μετόχων, προκειμένου να επιτευχθούν δίκαιοι όροι και ομαλή μετάβαση».
 
Παράλληλα, γίνεται λόγος για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων και την ανάγκη μείωσής τους, με την κυβέρνηση να φέρεται να εξετάζει την υιοθέτηση εναλλακτικής διαδικασίας για την αντιμετώπισή τους. Μάλιστα, στο σημείο αυτό γίνεται ειδική αναφορά στις προτάσεις της Κομισιόν για τη σύσταση εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων. Επίσης, αναφέρονται οι δεσμεύσεις των τραπεζών για τραπεζικών ανοιγμάτων κατά 37%, από 101,8 δισ. σε 64,6 δισ. ευρώ, καθώς και των κόκκινων δανείων κατά 47%, από 72,8 δισ. σε 38,6 δισ. ευρώ, έως το καλοκαίρι του 2019.
 
Ακόμη, το Bloomberg αναφέρεται ειδικά, τόσο στους στόχους για άρση των capital controls, όσο και στη δημιουργία Αναπτυξιακής Τράπεζας.

Προβληματισμό των δανειστών μεταφέρει η Καθημερινή

 
Μία ημέρα αργότερα, μέρος του σχεδίου που φέρει την υπογραφή της ελληνικής κυβέρνησης και τις παρεμβάσεις των δανειστών παρουσιάζεται αποκλειστικά στην εφημερίδα Καθημερινή.
 
Σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφημερίδας, το σχέδιο μετρά 110 σελίδες, και πρόκειται για το αποτέλεσμα παρεμβάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία στην πρώτη της παρέμβαση το επέστρεψε στην Αθήνα με παρατηρήσεις 80 σελίδων. Στο δημοσίευμα αναφέρεται πως η ίδια η ιδέα της παρουσίασης ενός τέτοιου σχεδίου αποτελεί έμπνευση της Γερμανίας, στην προσπάθεια να πειστεί το ΔΝΤ να αναθεωρήσει προς τα πάνω τις προβλέψεις του για την ελληνική οικονομία. Αντιθέτως, η εφημερίδα σχολιάζει, πως τελικά προέκυψε ένα σχέδιο για εσωτερική κατανάλωση, που δεν κέντρισε το ενδιαφέρον των χωρών της Ευρωζώνης, παρότι τυπικά αυτό θα παρουσιαστεί την προσεχή Πέμπτη στο Eurogroup.
 
Κατά την εφημερίδα, η μεγαλύτερη ανησυχία των δανειστών προκύπτει από τις αναφορές στα εργασιακά, καθώς σημειώνεται στο δημοσίευμα πως οι επιδιώξεις της κυβέρνησης «εμφανίζουν πισωγυρίσματα», τα οποία διαπιστώνονται στην αύξηση του κατώτατου μισθού και την επαναφορά της αρχής της επεκτασιμότητας και της αρχής της ευνοϊκότερης μεταχείρισης, με τις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις να υπερισχύουν έναντι των δυσμενέστερων.
 
Αξίζει να σημειωθεί πως κατά τις ίδιες πληροφορίες, η επίβλεψη του έργου πρόκειται να αποδοθεί σε μία «πολιτική επιτροπή υψηλού επιπέδου, υπό τον έλεγχο του πρωθυπουργού», ενώ σε τεχνικό επίπεδο, την παρακολούθηση θα αναλάβει η Γενική Γραμματεία Συντονισμού.
 

«Συρραφή μνημονιακών και άλλων στόχων»

 
Σύμφωνα με την παρουσίαση που κάνει η Καθημερινή, στο σχέδιο δεσπόζουν τίτλοι όπως «Δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη», «Προώθηση μιας κοινωνικά προσανατολισμένης οικονομίας», «Πρασινίζοντας την οικονομία», σημειώνοντας πως η κυβέρνηση επιχειρεί έτσι να βάλει το ιδεολογικό της πρόσημο στο σχέδιο.
 
Όπως αναφέρεται, το ολιστικό σχέδιο εκτείνεται στους τομείς των μεταφορών και εφοδιασμού, της ενέργειας, των γεωργικών ειδών και της διατροφής, τη μεταποίηση, τη ναυτιλία, τα φάρμακα, την υγεία και το περιβάλλον, τον τουρισμό και τον πολιτισμό, σημειώνοντας πως αναφέρονται λίγα στοιχεία για το πως θα αναπτυχθούν.
 
Μάλιστα, σχολιάζεται πως «η αίσθηση που έχει κανείς διαβάζοντας το σχέδιο, είναι ότι έχει γίνει περισσότερο συρραφή των διαφορετικών στόχων που έχει το κάθε υπουργείο, και ότι δεν πρόκειται για σχέδιο που αναλύει λεπτομερώς προς ποιες κατευθύνσεις θα κινηθεί η οικονομία».
 
Ειδική αναφορά γίνεται ωστόσο στους σχεδιασμούς για την παραγωγή της ιατρικής κάνναβης, για την οποία υπογραμμίζεται πως «σύμφωνα με την κυβέρνηση, η εσωτερική παραγωγή και επεξεργασία θα μπορούσε να δημιουργήσει επενδύσεις ύψους 1,5 δισ. ευρώ τα επόμενα τρία χρόνια». Ωστόσο, σημειώνεται πως η εν λόγω αναφορά αφαιρέθηκε μετά από προτροπή της Κομισιόν, και παρέμεινε η αναφορά πως «η άδεια για ιατρική κάνναβη αφορά την καλλιέργεια, επεξεργασία και παραγωγή ολοκληρωμένων προϊόντων ιατρικής κάνναβης».
 

Διφορούμενες αναφορές για τη φορολόγηση

 
Ακολούθως, το ίδιο δημοσίευμα αναφέρεται στους σχεδιασμούς για το φορολογικό καθεστώς, σημειώνοντας πως τίθεται ως στόχος η δημιουργία ενός σταθερού φορολογικού συστήματος, φιλικού στις επενδύσεις, «που θα είναι δίκαιο, απλό και αποτελεσματικό».
 
Ωστόσο, οι ίδιος πληροφορίες υπογραμμίζουν δύο αντιφατικά μηνύματα που εκπέμπουν οι αναφορές στη φορολογία. Αφενός, το σχέδιο προβλέπει πως «θα πρέπει να εξασφαλίσει τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες, η οποία αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια λόγω της μεγάλης δημοσιονομικής προσαρμογής». Αφετέρου, σε άλλο σημείο αναφέρεται πως «ο συνολικός φορολογικός συντελεστής στην Ελλάδα είναι σχετικά υψηλός, αλλά όχι τόσο υψηλός σε ευρωπαϊκή κλίμακα».
 
Σε κάθε περίπτωση, το σχέδιο καταλήγει πως η σταδιακή μείωση της φορολογίας αποτελεί βασικό στόχο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, χωρίς να δοθούν περαιτέρω λεπτομέρειες.
 

Αγωνία για τα εργασιακά

 
Το σημείο αυτό είναι, πάντα κατά τις ίδιες πληροφορίες, εκείνο που προβληματίζει περισσότερο τους εκπροσώπους των δανειστών, καθώς η εφημερίδα σημειώνει πως οι στόχοι της κυβέρνησης εμφανίζουν πισωγύρισμα σε δύο «βασικές μεταρρυθμίσεις».
 
Συγκεκριμένα, από τη μία η επαναφορά του κατώτατου μισθού, για τον οποίο το σχέιδο αναφέρει πως «εξαιτίας των βελτιωτικών συνθηκών της ελληνικής οικονομίας και της αγοράς εργασίας, μπορεί να εξεταστεί προσεκτικά η αύξηση του κατώτατου μισθού». Μάλιστα, σημειώνεται πως ο νέος κατώτατος μισθός θα προκύψει «ύστερα από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και τους αρμόδιους φορείς εφαρμογής».
 
Παράλληλα, το δεύτερο ζήτημα είναι αυτό των συλλογικών συμβάσεων, με την επαναφορά της αρχής της επεκτασιμότητας και της αρχής της ευνοϊκότερης μεταχείρισης, «με τις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις να υπερισχύουν έναντι των δυσμενέστερων» επίσης να στοχοποιούνται από την εφημερίδα ως σημεία που προκαλούν ανησυχία στους δανειστές.
 

Περιμένοντας τον νέο ΕΝΦΙΑ

 
Ένα ακόμα σημείο στο οποίο το δημοσίευμα διαπιστώνει προβληματισμό, είναι εκείνο του ΕΝΦΙΑ και των στόχων για έσοδα 2,65 δισ. ευρώ. Όπως σημειώνεται, στόχος είναι η δημιουργία ενός μόνιμου μηχανισμού που θα προχωρεί σε τακτική αναπροσαρμογή των φορολογικών αξιών και σε περαιτέρω βελτιώσεις στο σύστημα φόρων ακίνητης περιουσίας, «ώστε οι τιμές να προσεγγίσουν τις πραγματικές αξίες της αγοράς των μεμονωμένων ακινήτων».
 
Η εφημερίδα σημειώνει πως και πάλι δεν γίνεται συγκεκριμένη αναφορά, την ώρα που από τις πληροφορίες που προέκυψαν από την τεχνική συμφωνία του υπουργείου Οικονομικών με τους δανειστές, ελήφθη η απόφαση για την άμεση κατάρτιση πινάκων με τις νέες τιμές ακινήτων, με σκοπό να υπολογιστεί ο νέος ΕΝΦΙΑ με βάση τις τιμές που θα προκύψουν από τους νέους συντελεστές για τις 10.600 ζώνες σε ολόκληρη την επικράτεια.
 

Χαλάρωση των capital controls

 
Ένα ακόμη σημείο στο οποίο φέρεται να επικεντρώνεται το ολιστικό σχέδιο της κυβέρνησης, είναι εκείνο των capital controls και των κινήσεων που θα γίνουν για την χαλάρωσή τους.
 
«Αρση των περιορισμών σχετικά με την πρόωρη λήξη των προθεσμιακών καταθέσεων και την πρόωρη εξόφληση των δανείων. Αύξηση του ορίου αναλήψεων των μεταφορών σε διεθνείς λογαριασμούς και του ποσοστού απόσυρσης του κεφαλαίου που μεταφέρεται από το εξωτερικό και κατάργηση των περιορισμών όσον αφορά το άνοιγμα επιχειρηματικών και ατομικών λογαριασμών» φέρεται να αναφέρεται στο σχέδιο, ενώ προστίθεται πως τα επόμενα βήματα που αναμένονται για την πλήρη απελευθέρωση των τραπεζικών λογαριασμών είναι η κατάργηση των περιορισμών στην ανάληψη μετρητών.
 
Το σχέδιο αναφέρει πως, σε συνδυασμό με την κατάργηση των περιορισμών στο άνοιγμα νέων λογαριασμών, θα ολοκληρωθεί η κίνηση των εγχώριων συναλλαγών και θα προκύψει «αύξηση των ορίων μεταφοράς κεφαλαίων στο εξωτερικό για επιχειρήσεις και ιδιώτες και αύξηση του τρέχοντος ορίου έγκρισης των συναλλαγών, με σκοπό την ανάθεση της αρμοδιότητας αυτής στις υποεπιτροπές των τραπεζών».
 

Αναπτυξιακή τράπεζα

 
Ακόμη, στο σχέδιο γίνεται ειδική αναφορά στη δημιουργία μίας αναπτυξιακής τράπεζας που «αναμένεται να προωθήσει μακροπρόθεσμες επενδύσεις και οικονομική ανάπτυξη, υποστηρίζοντας την επιχειρηματικότητα». Κατά το δημοσίευμα, η τράπεζα θα αποτελέσει μετεξέλιξη του ΕΤΕΑΝ, και θα χρησιμοποιήσει τα κεφάλαια που διαχειρίζεται σήμερα ο φορέας, όπως και υπάρχοντα κονδύλια από άλλους οργανισμούς. «Δεν θα επικεντρωθεί στη λιανική τραπεζική, αλλά θα επιδιώξει να ενισχύει τις εμπορικές τράπεζες, τους ιδιώτες επενδυτές και άλλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς» αναφέρεται.
 
Όπως αναφέρεται, μία τέτοια κίνηση θα προσφέρει ρευστότητα και συμβουλευτικές υπηρεσίες για την αναπτυξιακή πολιτική της χώρας, θα στηρίξει αυτές τις δραστηριότητες, θα εκδίδει τίτλους και θα συγκεντρώνει κεφάλαια. «Η αναπτυξιακή τράπεζα δεν θα δέχεται καταθέσεις και θα επιδιώξει αρχικά την έμμεση χρηματοδότηση» σημειώνεται.
 

Κτηματολόγιο και χωροταξικό

 
Αντιθέτως με τις υπόλοιπες αναφορές, η εφημερίδα σημειώνει πως ο σχεδιασμό για το κτηματολόγιο προκύπτει λεπτομερής, με ένα συγκεκριμένο και απαιτητικό χρονοδιάγραμμα να ορίζει την ολοκλήρωση των χωροταξικών σχεδιασμών έως και το 2021.
 
Κατά τις ίδιες πληροφορίες, οι μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται περιλαμβάνουν «τη δευτερογενή νομοθεσία για το νέο θεσμικό πλαίσιο του χωροταξικού (Δεκ. 2018), την επανεξέταση των περιφερειακών χωροταξικών σχεδίων (Σεπ. 2018), τον σχεδιασμό τοπικών χωροταξικών σχεδίων σε όλη τη χώρα, που θα γίνει σε διαφορετικές φάσεις (Σεπ. 2018), και τη δημιουργία ενός χωροταξικού σχεδίου για τις βασικές επενδύσεις: τουρισμός (2019), βιομηχανία (2020), ορυκτοί πόροι (2020) και ιχθυοκαλλιέργειες (2021). Όσον αφορά το κτηματολόγιο, το σχέδιο ανάπτυξης είναι πιο ασαφές. Αναφέρει ότι έχει υιοθετηθεί ένας οδικός χάρτης για την ολοκλήρωση των δασικών χαρτών και της ακτογραμμής (αρχές του 2019)».
 
Ακολούθως, το σχέδιο εκτιμά πραγματική ανάπτυξη του ΑΕΠ για την περίοδο 2018-2022 στο 2,3%, αποδίδοντάς την κυρίως στις επενδύσεις (+13,1% σε ετήσια βάση), τη σταδιακή συγκέντρωση της ιδιωτικής κατανάλωσης (+0,5% σε ετήσια βάση), την ενίσχυση των εξαγωγών (+4,5% σε ετήσια βάση), εξαιτίας της «έντονης ανάπτυξης» στους τομείς της μεταποίησης και του τουρισμού.
 
Ακόμη, το σχέδιο προβλέπει ρυθμό αύξησης της παραγωγής για το 2019 στο 2,5%, με την εγχώρια ζήτηση να αυξάνεται (ιδιωτική κατανάλωση: +1,4%, δημόσια κατανάλωση: +0,4%, επενδύσεις: +10,5), «τη στιγμή που το οικονομικό κλίμα βελτιώνεται και η χρηματοδότηση μέσω των κεφαλαιαγορών εξομαλύνεται μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018».
 
Τέλος, σημειώνεται πως το Μεσοπρόθεσμο προβλέπει ανάπτυξη του 2,1% για το 2020-2022, με την ιδιωτική κατανάλωση να αναμένεται στο 1,2%, που «α υποστηρίζεται από την αύξηση της αγοράς εργασίας (0,4% σε ετήσια βάση), ενώ οι επενδύσεις εξακολουθούν να αυξάνονται (+7,6%)».